Θετικές επιδόσεις, ισχυρή κεφαλαιακή επάρκεια και σταθερή πορεία ψηφιακού μετασχηματισμού χαρακτήρισαν την εικόνα της Εθνικής Τράπεζας για το πρώτο εξάμηνο του 2025, όπως προκύπτει από τα δημοσιευμένα αποτελέσματα. Τα καθαρά κέρδη μετά από φόρους διαμορφώθηκαν στα €701 εκατ., παραμένοντας ουσιαστικά αμετάβλητα σε σχέση με το αντίστοιχο εξάμηνο του 2024, παρά την αποκλιμάκωση των επιτοκίων, ενώ η απόδοση των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoTE) ανήλθε σε 16,3% – υπερβαίνοντας τον αναθεωρημένο στόχο του έτους (>15%).
Η Τράπεζα κατόρθωσε να διατηρήσει την κερδοφορία της παρά τη μείωση των καθαρών εσόδων από τόκους κατά 9% σε ετήσια βάση, κυρίως λόγω της πτώσης του Euribor. Η αρνητική αυτή επίδραση αντισταθμίστηκε εν μέρει από την αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων κατά €1,5 δισ. από την αρχή του έτους (+12% ετησίως), την ενίσχυση των εσόδων από προμήθειες κατά 8% και τη συνεχιζόμενη αύξηση των εσόδων από χρηματοοικονομικές πράξεις.
Πιστωτική επέκταση, κεφαλαιακή ενίσχυση και ψηφιακή μετάβαση
Ο δείκτης Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων (ΜΕΑ) περιορίστηκε στο ιστορικό χαμηλό του 2,5%, επιτρέποντας τη μείωση του κόστους πιστωτικού κινδύνου στις 43 μονάδες βάσης. Παράλληλα, οι καταθέσεις αυξήθηκαν κατά €1,2 δισ., επιβεβαιώνοντας τη σταθερή εμπιστοσύνη των πελατών, ενώ ο δείκτης δανείων προς καταθέσεις διαμορφώθηκε στο ευνοϊκό επίπεδο του 63%.
Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας CET1 ενισχύθηκε περαιτέρω στο 18,9%, με τον συνολικό δείκτη να αγγίζει το 21,7%, ενισχυμένος τόσο από την οργανική κερδοφορία όσο και από την αποδοτική διαχείριση των σταθμισμένων στοιχείων ενεργητικού. Η διοίκηση της Τράπεζας επιβεβαίωσε την πρόθεση διανομής ενδιάμεσου μερίσματος το τέταρτο τρίμηνο του έτους, ύψους περίπου του ενός τρίτου της ετήσιας διανομής, με συνολικό στόχο payout 60%, έναντι 50% το 2024.
Η στρατηγική της Εθνικής Τράπεζας παραμένει προσανατολισμένη σε επενδύσεις στην τεχνολογία και το ανθρώπινο δυναμικό. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην ενίσχυση των ψηφιακών καναλιών, με την αναβάθμιση των εφαρμογών «Next» και «Business Internet Banking», και στην αξιοποίηση της τεχνητής νοημοσύνης για την αυτοματοποίηση διαδικασιών. Το έργο της πλήρους αναβάθμισης του Core Banking System προχωρά, με στόχο την ολοκλήρωσή του το πρώτο τρίμηνο του 2026.
Όπως δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος Παύλος Μυλωνάς, «Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να κινείται σε τροχιά ανάπτυξης, επιδεικνύοντας αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα έναντι των παγκόσμιων προκλήσεων, με τους βασικούς δείκτες οικονομικής συγκυρίας να υποδηλώνουν διατήρηση της αναπτυξιακής δυναμικής. Οι ευνοϊκές τάσεις στην αγορά εργασίας στηρίζουν το διαθέσιμο εισόδημα και την κατανάλωση των νοικοκυριών, ενώ η επιχειρηματική δραστηριότητα παραμένει ισχυρή. Δεδομένου ότι οι δημοσιονομικές και νομισματικές συνθήκες παρέχουν όλο και μεγαλύτερη στήριξη και οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου αναμένεται να κερδίσουν έδαφος το Β’ εξάμηνο 2025 και το 2026, η Ελλάδα είναι πλέον σε θέση να εδραιώσει τα ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη της και να μεταβεί προς ένα αναπτυξιακό μοντέλο που θα βασίζεται περισσότερο στις επενδύσεις και την καινοτομία. Επιπλέον, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, η συνεχιζόμενη απορρόφηση των ευρωπαϊκών πόρων και τη βελτίωση του πιστωτικού περιβάλλοντος αναμένεται ότι θα ενισχύσουν περαιτέρω την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα.
Αξιοποιώντας την ευνοϊκή μακροοικονομική συγκυρία της Ελλάδας και τη συνετή στρατηγική μας διαχείρισης Ενεργητικού / Παθητικού, καταγράψαμε ισχυρά αποτελέσματα κατά το Α’ εξάμηνο 2025, τα οποία μας επέτρεψαν να αναθεωρήσουμε προς τα πάνω αρκετούς βασικούς δείκτες απόδοσης από τις εκτιμήσεις μας για το 2025. Ειδικότερα, η ανθεκτικότητα των εσόδων απορρόφησε τον αντίκτυπο των χαμηλότερων επιτοκίων, με αιχμή του δόρατος την ισχυρή αύξηση των δανείων, ειδικότερα όσον αφορά στις επιχειρήσεις, καθώς και τα ισχυρά έσοδα από προμήθειες. Ως αποτέλεσμα, τα κέρδη μετά από φόρους παρέμειναν αμετάβλητα σε σχέση με το Α’ εξάμηνο 2024 στα €0,7 δισ., με το δείκτη απόδοσης ενσώματων Ιδίων Κεφαλαίων (RoTE) να διαμορφώνεται στο 16,3% έναντι στόχου >13% για το 2025, ο οποίος αναθεωρήθηκε σε >15%. Τα εντυπωσιακά αυτά αποτελέσματα για το πρώτο εξάμηνο θέτουν ισχυρά θεμέλια για τη δημιουργία αξίας στο μέλλον.
Τα κεφαλαιακά μας αποθέματα --κύριο συγκριτικό πλεονέκτημα της Εθνικής Τράπεζας-- διατήρησαν την ανοδική τους τάση λόγω της ισχυρής κερδοφορίας. Ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε στο 18,9%, σημειώνοντας αύξηση κατά ~60 μ.β. από την αρχή του έτους, παρέχοντας μοναδική στρατηγική ευελιξία όσον αφορά την οργανική ανάπτυξη, τη δυνατότητα αξιοποίησης ευκαιριών που προσδίδουν αξία, καθώς και τη διανομή κεφαλαίου στους μετόχους μας. Σε αυτό το πλαίσιο, πρόθεσή μας είναι να διανείμουμε ενδιάμεσο μέρισμα1 το Δ’ τρίμηνο 2025.
Με το βλέμμα στραμμένο στο Β’ εξάμηνο 2025 και μετέπειτα, παραμένουμε σταθερά προσηλωμένοι στην υλοποίηση επενδύσεων στην τεχνολογία και το ανθρώπινο κεφάλαιο ως καθοριστικούς παράγοντες μακροπρόθεσμης ανάπτυξης και δημιουργίας αξίας, ενισχύοντας τις ψηφιακές μας δυνατότητες και παρέχοντας αναβαθμισμένη εμπειρία που ανταποκρίνεται στις εξελισσόμενες ανάγκες των πελατών μας. Με τον ισχυρό Ισολογισμό και τη σαφή στρατηγική μας, είμαστε σε θέση να προσδώσουμε αυξανόμενη αξία στους μετόχους μας, συμβάλλοντας παράλληλα με τρόπο ουσιαστικό στον οικονομικό και διαρθρωτικό μετασχηματισμό της χώρας.»