Η πολωνική κυβέρνηση εκμεταλλεύεται την πανδημία για να περάσει νόμους βαρβαρότητας

Η πολωνική κυβέρνηση εκμεταλλεύεται την πανδημία για να περάσει νόμους βαρβαρότητας

Της Monika Rosa

Τα ανθρώπινα δικαιώματα των γυναικών και των παιδιών στην Πολωνία κινδυνεύουν. Η κυβέρνηση εκμεταλλεύεται το γεγονός ότι λόγω των περιορισμών της κοινωνικής απόστασης οι γυναίκες δεν μπορούν να αντιδράσουν έναντι μιας βάρβαρης νομοθεσίας που πέρασε την πρώτη φάση της επεξεργασίας της στο πολωνικό κοινοβούλιο (Sejm) και τώρα θα εξεταστεί από την Επιτροπή Υγείας καθώς και την Επιτροπή Κοινωνικών και Οικογενειακών Υποθέσεων.

Απαγόρευση των αμβλώσεων

Την Τετάρτη, το πολωνικό κοινοβούλιο συζήτησε ένα νομοσχέδιο που θα περιορίσει την πρόσβαση των γυναικών στη φροντίδα υγείας, καθιστώντας τις αμβλώσεις παράνομες στην περίπτωση σοβαρών επιπλοκών στην εγκυμοσύνη. Το νομοσχέδιο θα απαγορεύσει τον τερματισμό της κύησης στην περίπτωση σοβαρής και μη αναστρέψιμης βλάβης στο έμβρυο ή ανίατης ασθένειας που απειλεί τη ζωή του.

Αυτή η νομοθεσία θα υποχρεώσει τις γυναίκες να ζήσουν το βαθύ τραύμα μιας εγκυμοσύνης που θα καταλήξει στη γέννα ενός παιδιού που ήδη θρηνούν.

Θα πρέπει να καταστήσουμε σαφές ότι αυτή η απαγόρευση των αμβλώσεων σημαίνει υποχρεωτικές επιβλαβείς εγκυμοσύνες. Η γέννα ήδη είναι μια από τις δυσκολότερες και πιο οδυνηρές διαδικασίες που μία γυναίκα μπορεί να υποστεί εθελουσίως, και κάθε νομοθεσία που υποχρεώνει μια γυναίκα να γεννήσει ένα παιδί που θα απωλέσει συνιστά βία ανάλογη βασανισμού ή βίαιης, απάνθρωπης και εξευτελιστικής αντιμετώπισης.

Είναι τεκμήριο μιας απόλυτης ιδεοληπτικής άγνοιας το γεγονός ότι οι συντάκτες αυτού του νομοσχεδίου υποστηρίζουν ότι αυτή η βαρβαρότητα εναντίον των γυναικών σχετίζεται έστω και κατ’ ελάχιστο με την προστασία της ζωής. Συνιστά προσβολή έναντι όλων των γυναικών στην Πολωνία το γεγονός ότι το κόμμα του Νόμου και της Δικαιοσύνης (PiS) επιτρέπει αυτό το νομοθέτημα να εμφανιστεί στην πολιτική ατζέντα σε μια συνθήκη όπου τα μέτρα κοινωνικής απόστασης δεν επιτρέπουν στις γυναίκες αυτές να διαμαρτυρηθούν στους δρόμους.

Γιατί η κυβέρνηση αφιερώνει αυτή την ώρα χρόνο σ’ αυτό το νομοθέτημα αντί να εργάζεται ακατάπαυστα για να υποστηρίξει το ιατρικό προσωπικό και τους κοινωνικούς λειτουργούς που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή και διακινδυνεύουν τη ζωή τους από ελλείψεις σε εξοπλισμό προστασίας;

Χρειαζόμαστε επείγουσα δράση για να διασφαλίσουμε την υγεία και την ασφάλεια των αναγκαίων εργαζομένων και επαρκή κατανομή των χρημάτων των φορολογουμένων ώστε να προστατεύσουμε επιχειρήσεις έναντι της χρεοκοπίας, ειδάλλως η κυβέρνηση θα είναι υπόλογη για την πτώση πολλών γυναικών στη φτώχεια.

Τέλος στη σεξουαλική εκπαίδευση

Όχι μόνο αυτό, αλλά στο κοινοβούλιο εισήχθη ένα ακόμη νομοσχέδιο που ποινικοποιεί την παροχή στοιχειώδους σεξουαλικής εκπαίδευσης σε νέους ανθρώπους και παιδιά με το πρόσχημα ότι έτσι θα εμποδιστεί η “ηθική διαφθορά του χαρακτήρα τους”.

Στο μεταξύ το νομοσχέδιο βοηθά τους παιδόφιλους καθώς καθιστά ευκολότερη την απόκρυψη της σεξουαλικής κακοποίησης. Διευκολύνει τους βιασμούς και αφήνει χώρο για τον συναισθηματικό και προσωπικό πόνο που αυτό συνεπάγεται. Θα οδηγήσει σε μεγαλύτερους αριθμούς σεξουαλικώς μεταδιδόμενων ασθενειών και ανεπιθύμητων εγκυμοσύνων.

Θα πρέπει να αναγνωρίσουμε ως κίνητρο πίσω από αυτή τη νομοθεσία μια θεμελιώδη ομοφοβία και μισογυνισμό.

Ανεξάρτητα από το αν ο Jarosław Kaczyński, ο ανεπίσημος ηγέτης του κυβερνώντος κόμματος του Νόμου και της Δικαιοσύνης, και άλλοι πολιτικοί του κόμματος αυτού συμφωνούν ή όχι μ’ αυτό, οι άνθρωποι που αυτοπροσδιορίζονται ως ομοφυλόφιλοι ή διαφυλικοί αποτελούν μέρος της κοινωνίας μας και συνεπώς πρέπει να τους δοθεί η δυνατότητα να απολαμβάνουν τα ίδια δικαιώματα στην προστασία και την αντιπροσώπευση με κάθε άλλο πολίτη.

Η Συνθήκη της Κωνσταντινούπολης υπάρχει ώστε να αποτρέπει τη βία εναντίον των γυναικών. Η ποινικοποίηση της σεξουαλικής εκπαίδευσης στα σχολεία είναι εγγενώς ομοφοβική και μισογυνική και πλήττει ασύμμετρα τους νέους.

Η νομοθεσία θα επηρεάσει τα ευγενέστερα επαγγέλματα, καθώς απειλεί με ποινικές διώξεις τους δασκάλους, τους εκπαιδευτικούς και τους γιατρούς που επιθυμούν να διδάξουν τις νέες γυναίκες για το σεξ, την αντισύλληψη, τη συναίνεση και την αποδοχή του εαυτού και του σώματός τους.

Οι μελέτες δείχνουν με σαφήνεια και συνέπεια ότι η σεξουαλική εκπαίδευση στα σχολεία καθυστερεί ή μειώνει τη σεξουαλική δραστηριότητα μεταξύ των νέων. Αυξάνει τις πιθανότητες οι νέοι άνθρωποι να χρησιμοποιούν αντισύλληψη και χτίζει αυτοπεποίθηση, διδάσκοντας τις νέες γυναίκες για τη συναίνεση.

Η Ένωση Σεξολόγων Πολωνίας είναι σαφής: η σεξουαλική εκπαίδευση συμβάλλει στην αποτροπή της σεξουαλικής βίας.

Μη μιλάτε για το σεξ

Είναι σαφές ότι οφείλουμε επίσης να προστατεύσουμε τα παιδιά έναντι της παιδοφιλίας. Εκτιμάται ότι το 20% των παιδιών στην Πολωνία έχουν υποστεί κάποιου είδους σεξουαλική βία.

Αυτό που μπορεί να τα προστατεύσει είναι μια ειλικρινής και συνεκτική εκπαίδευση που θα καλύπτει τη φύση της σεξουαλικής βίας και της συναίνεσης, την οποία πρέπει να παρέχουν τα σχολεία.

Υπό τον ισχύοντα νόμο, οι δεκαπεντάχρονοι επιτρέπεται να έχουν σεξουαλικές σχέσεις, αλλά απαγορεύεται να μιλούν ανοιχτά γι’ αυτές διαφορετικά μπορεί να υποστούν ποινές, γεγονός που δημιουργεί ανοιχτό πεδίο για κακοποίηση.

Συνεπώς, η νομοθεσία που ποινικοποιεί τη σεξουαλική εκπαίδευση πρέπει να απορριφθεί.

Συνολικά

Είναι πέραν κάθε λογικής να στερείται από τις νέες γυναίκες η πρόσβαση στην σεξουαλική εκπαίδευση και ταυτόχρονα να προτείνεται η αύξηση του πραγματικού κόστους των ανεπιθύμητων εγκυμοσύνων. Το να στερείται από τις γυναίκες η πρόσβαση στην άμβλωση συνιστά αρνητική διάκριση καθώς τους αποστερεί μια υπηρεσία που μόνο οι γυναίκες χρειάζονται.

Αυτή η βάρβαρη επίθεση στη φροντίδα υγείας των γυναικών πρέπει συνεπώς να απορριφθεί.

Η πολωνική κυβέρνηση εκμεταλλεύεται την πανδημία για να περάσει επικίνδυνους νόμους. Στοιχηματίζει στη μειωμένη δυνατότητα των γυναικών και διαμαρτυρηθούν αυτή τη χρονική περίοδο. Θέλει να σιγάσει τη συλλογική φωνή των γυναικών που είναι οι μόνες αρμόδιες επί των θεμάτων που αφορούν το σώμα και τις επιλογές τους.

Είναι ντροπή το γεγονός ότι ο Jarosław Kaczyński και άλλοι πολιτικοί του PiS αποφάσισαν να προωθήσουν μια τέτοια νομοθεσία στο κοινοβούλιο την ώρα που η συλλογική φωνή των γυναικών δεν μπορεί να ακουστεί. Είναι ντροπή το γεγονός ότι ο Πρόεδρος Andrzej Duda δηλώνει ότι ευχαρίστως θα υπογράψει μια τέτοια νομοθεσία υπό αυτές τις συνθήκες.

Το να επιτραπεί η ψήφιση ενός τέτοιου νομοσχεδίου στο κοινοβούλιο αυτή την ώρα αποδεικνύει την απόλυτη αδιαφορία της κυβέρνησης έναντι των γυναικών ως ενεργών πολιτών, ψηφοφόρων και προσώπων με θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα.

Τα νομοσχέδια αυτά θα περιορίσουν ακόμη περισσότερο την πρόσβαση των γυναικών στην άμβλωση και θα καταστήσουν τη σεξουαλική εκπαίδευση ποινικό αδίκημα, και συνεπώς θα πρέπει να απορριφθούν αμέσως.

Δυστυχώς, φαίνεται να συμβαίνει το αντίθετο: έρχονται πιο κοντά στην ενσωμάτωσή τους στον πολωνικό νόμο.

--

Η Monika Rosa είναι μέλος του πολωνικού Κοινοβουλίου και Γραμματέας της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του Σύγχρονου Κόμματος (Nowoczesna). Είναι ενεργό μέλος της μη κυβερνητικής οργάνωσης Projekt: Polska Association.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 20 Απριλίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του 4Liberty.eu και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.