Η ΕΕ πρέπει να συνεχίσει να επιδιώκει το διεθνές ελεύθερο εμπόριο

Η ΕΕ πρέπει να συνεχίσει να επιδιώκει το διεθνές ελεύθερο εμπόριο

Της Tajna Porcnik

Η ανάπτυξη του παγκόσμιου εμπορίου επιβραδύνεται εδώ και μια δεκαετία. Αυτή την τάση την ενισχύει η πρόσφατη ενίσχυση των προστατευτικών πολιτικών, ιδίως στις Ηνωμένες Πολιτείες.

Επιπλέον, το Brexit με όποια μορφή κι αν πάρει, προβλέπεται να μειώσει τον όγκο των εμπορικών συναλλαγών και να δημιουργήσει πιέσεις στις οικονομίες και των δύο πλευρών του διαζυγίου.

Τούτων δοθέντων, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να επιμείνει ξεκάθαρα στην προσήλωσή της έναντι του ελεύθερου εμπορίου στις διαπραγματεύσεις της με το Ηνωμένο Βασίλειο.

Το εμπόριο έχει κομβικό ρόλο στη βελτίωση της ζωής των ανθρώπων. Όχι μόνο συμβάλλει στην οικονομική ανάπτυξη και τη δημιουργία θέσεων εργασίας, αλλά και απελευθερώνει ανθρώπους από τη φτώχεια, συμβάλλει στην άνοδο των εισοδημάτων τους και βελτιώνει το βιωτικό τους επίπεδο.

Με ποιον μαγικό τρόπο τα πετυχαίνει αυτά; Καθώς οι άνθρωποι βρίσκουν ευκολότερο και φτηνότερο να συναλλάσσονται μεταξύ τους, οι πόροι κατανέμονται αποτελεσματικότερα. Η προκύπτουσα αύξηση της παραγωγικότητας ενισχύει την έρευνα και την καινοτομία, τον ανταγωνισμό και την ανταγωνιστικότητα, διευκολύνει τη μετάδοση της τεχνολογίας πέρα από τα σύνορα, και αποδίδει στους καταναλωτές μεγαλύτερη ποσότητα και ποικιλία αγαθών σε χαμηλότερες τιμές.

Προκειμένου η Ευρωπαϊκή Ένωση να ανταγωνιστεί με επιτυχία στο παγκόσμιο περιβάλλον είναι κρίσιμο να εστιάσει τις προσπάθειές της στη δημιουργία περισσότερων θέσεων εργασίας υψηλής εξειδίκευσης που θα παράγουν πιο εμπορεύσιμες υπηρεσίες.

Ενώ στην ΕΕ των 28 αντιστοιχεί το 15 του παγκόσμιου εμπορίου αγαθών, η αξία του διεθνούς της εμπορίου αγαθών υπερβαίνει την αντίστοιχη των υπηρεσιών κατά τρεις φορές.

Προκειμένου να συνεχίζει να επωφελείται από το εμπόριο, η ΕΕ των 27 θα πρέπει να εστιάσει στο να κάνει την αγορά της ακόμη πιο διεθνώς ανταγωνιστική και ελκυστική για ξένες εταιρίες.

Δεδομένων των πλεονεκτημάτων που παράγει το ελεύθερο εμπόριο στις οικογένειες, τις επιχειρήσεις και τους εργαζόμενους, είναι επιτακτικό η ΕΕ, το μεγαλύτερο εμπορικό μπλοκ του κόσμου, να επιμένει στη δέσμευσή της να περιορίζει τα δικά της εμπόδια στο εμπόριο μέσω διπλωματικών δράσεων, την επίλυση των διαφορών στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου (WTO) και, το σημαντικότερο, μέσω νέων εμπορικών συμφωνιών με χώρες εκτός της περιοχής.

Έτσι η παραγωγή, αγορά και πώληση αγαθών ανά τον κόσμο για τις ευρωπαϊκές εταιρίες κάθε μεγέθους θα γίνει ευκολότερη και φτηνότερη, και αυτό θα οδηγήσει νωρίτερα ή αργότερα σε μεγαλύτερο διαθέσιμο εισόδημα ανά νοικοκυριό στην ΕΕ.

Η διεύρυνση της απελευθέρωσης του εμπορίου μπορεί να επιτευχθεί πολυμερώς, σε περιφερειακό επίπεδο, διμερώς ή ακόμη και μονομερώς. Ως προς αυτό, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη της ΕΕ πρέπει να βγουν από τον κατωφερή φαύλο κύκλο των πρόσφατων εμπορικών πολέμων που πλήττουν τις οικονομίες ανά τον πλανήτη.

Η πρόσφατη αλλαγή στην εμπορική πολιτική των Ηνωμένων Πολιτειών, οι οποίες υπό τον Πρόεδρο Τραμπ εξυμνούν τον προστατευτισμό επιβάλλοντας δασμούς και διατυπώνοντας απειλές κυρίως εναντίον των μεγαλύτερων εμπορικών εταίρων της χώρας, παραβλέπει για πολιτικούς ή άλλους λόγους την ύπαρξη παγκοσμίων αλυσίδων αξίας και το κόστος που καταβάλλει η οικονομία όταν οι κυβερνήσεις ακολουθούν αυτόν τον δρόμο.

Σύμφωνα με μια μελέτη του Bruegel, μια παγκόσμια ενίσχυση του προστατευτισμού θα οδηγήσει σε μόνιμη απώλεια 3% του ΑΕΠ για τις ΗΠΑ και 4% για την ΕΕ.

Με αυτό το δεδομένο, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να έχει ως στόχο τη μείωση των εμπορικών εντάσεων και τη διατήρηση της εστίασης των πολιτικών της δράσεων στην περαιτέρω απελευθέρωση του εμπορίου και συνεπώς την ακόμη βαθύτερη ολοκλήρωση των παγκόσμιων αγορών.

Οι Ευρωπαίοι δεν έχουν λόγο στα ζητήματα των ΗΠΑ. Η περαιτέρω όμως προώθηση του ελεύθερου εμπορίου στο πλαίσιο των ευρωπαϊκών θεσμών και πολιτικών, έγκειται σε αυτούς.

Τα τελευταία δύο χρόνια, η ΕΕ συνήψε εμπορικές συμφωνίες με την Ιαπωνία, τη Σιγκαπούρη, το Βιετνάμ και τα κράτη του Μερκοσούρ (Αργεντινή, Βραζιλία, Παραγουάη και Ουρουγουάη).

Καθώς αυτές οι συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου θα ενισχύουν την οικονομική συνεργασία και τις εμπορικές ροές, η μεγαλύτερη παραγωγικότητα θα διευκολύνει την ανταγωνιστικότητα των ευρωπαϊκών εταιριών και ταυτόχρονα θα ενισχύσει έντονα την ανάπτυξη, τα εισοδήματα και τη βελτίωση του βιωτικού επιπέδου σε ολόκληρη την ΕΕ τα επόμενα χρόνια.

Από την άλλη πλευρά, αυτές συμφωνίες δυστυχώς θα αναπληρώσουν μόνο εν μέρει τις διαταράξεις και τη ζημιά που υπέστησαν οι περίπλοκες αλυσίδες παροχής και αξίας από τους συνεχιζόμενους εμπορικούς πολέμους και το Brexit.

Είναι σχεδόν αδύνατο οι νέες εμπορικές συμφωνίες να αντισταθμίσουν την ένταση στις εμπορικές σχέσεις με κομβικούς εμπορικούς εταίρους όπως οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο.

Έτσι, η Ευρωπαϊκή Ένωση πρέπει να συνεχίσει να επιδιώκει το ελεύθερο εμπόριο ανεξάρτητα από το πόσο κάποιοι εμπορικοί της εταίροι εμπνέονται από τον προστατευτισμό.

--

Η Tanja Porcnik είναι πρόεδρος και συνιδρίτρια του σλοβενικού Visio Institute, στέλεχος του Fraser Institute και εντεταλμένη ερευνήτρια στο Cato Institute.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 9 Μαρτίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του 4Liberty.eu και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.