Δέκα βήματα που θα αλλάξουν προς το καλύτερο τη βρετανική οικονομία

Δέκα βήματα που θα αλλάξουν προς το καλύτερο τη βρετανική οικονομία

Του Alexander Temerko

Ζούμε αναμφίβολα μια μεγάλη κρίση. Χρειάζεται να είναι κανείς ιδιαίτερα αισιόδοξος εκ φύσεως για να πιστεύει ακόμη ότι θα συμβεί μια “ανάκαμψη σχήματος V”. Έχουμε χάσει πολύ έδαφος, και δεν θα το καλύψουμε εύκολα. Αν επιστρέψουμε στην προ πανδημίας κατάσταση, υπάρχει ο κίνδυνος να ξαναζήσουμε όσα συνέβησαν τη δεκαετία μετά τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2008: πολλά χρόνια μιας οδυνηρά αργής, αναιμικής ανάπτυξης, μια εξαιρετικά χαμηλή παραγωγικότητα, τελμάτωση ή επιδείνωση των συνθηκών διαβίωσης, και ατελείωτες πολιτικές διαμάχες για την κατανομή μιας πίτας που αρνείται να μεγαλώσει. 

Η επιστροφή στην προ κορονοϊού κατάσταση δεν επαρκεί. Χρειάζεται να επανασυνδέσουμε εξαρχής την οικονομία μας, την κοινωνία και τις ζωές μας. Χρειάζεται να αντιμετωπίσουμε την κρίση της παραγωγικότητας, να ανοίξουμε νέες αγορές και να αυξήσουμε την τάση για ανάπτυξη με βιώσιμο τρόπο.

Υπάρχει ζήτηση για μεταρρυθμίσεις. Από το Λονδίνο μέχρι τον (μέτα-)βιομηχανικό βορρά, οι άνθρωποι θέλουν να δουν αλλαγή, ακόμη και αν δεν είναι πάντα απολύτως σαφές τι αλλαγή θα είναι αυτή και πώς θα επιτευχθεί. Για να ανταποκριθεί η κυβέρνηση στις προσδοκίες των πολλών, θα χρειαστεί συγκεκριμένες, καινοτόμες και επαναστατικές μάλιστα νέες ιδέες και πολιτικές. Σ’ αυτό το άρθρο, θέλω να προσφέρω κάποιες σκέψεις για μια νέα ατζέντα οικονομικής πολιτικής

Ενίσχυση της προσφοράς κατοικίας μέσω Νέων Πόλεων

Όλες οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι έχουμε μια έλλειψη εκατομμυρίων σπιτιών, ιδίως σε περιοχές υψηλής ζήτησης. Πρόκειται για το σωρευτικό αποτέλεσμα πάνω από τριών δεκαετιών συστηματικά ανεπαρκούς κατασκευής οικιών. Αυτό οδήγησε στην κλιμάκωση των ενοικίων στον ιδιωτικό κλάδο, την κλιμάκωση των λιστών αναμονής στον κλάδο της κοινωνικής στέγασης, και σε σημαντικά χρηματοπιστωτικά εμπόδια στην ιδιοκτησία οικίας, ιδίως για τη νεότερη γενιά.

Το “ένα έθνος ιδιοκτητών οικίας” ήταν κάποτε ένας πολιτικός στόχος που ένωνε ανθρώπους από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα - την αριστερά, τη δεξιά, τον φιλελευθερισμό, το κέντρο ή οτιδήποτε. Σε κάποιο σημείο φάνηκε να τον εγκαταλείπουμε σιωπηρά. Αντί γι’ αυτό, γίναμε ένα έθνος από NIMBY (Not In My Back Yard - Όχι στην αυλή μου), ένα έθνος από επικριτές και ανθρώπους που βάζουν εμπόδια.

Χρειάζεται μια ριζική μεταρρύθμιση που θα χαμηλώσει το κόστος της ιδιοκτησίας και ενοικίασης οικιών, ενώ ταυτόχρονα θα αυξήσει τις ευκαιρίες απασχόλησης σε κλάδους που σχετίζονται με την οικοδομή. Υπάρχουν πολλές χιλιάδες θέσεις εργασίας που μπορούν να δημιουργηθούν στις βοηθητικές υπηρεσίες γύρω από την οικοδομή.

Θα μπορούσαμε, κατ’ αρχήν, να το κάνουμε αυτό επεκτείνοντας ήδη υφιστάμενες πόλεις όπως το Λονδίνο, το Κέμπριτζ, την Οξφόρδη, το Μάντσεστερ, το Μπέρμιχαμ και το Νιούκαστλ. Αυτό όμως θα ήταν μια τεράστια σχεδιαστική πρόκληση, και χωρίς μείζονες μεταρρυθμίσεις, οι πολεοδομικοί περιορισμοί και η εμπεδομένη πολιτική αντίσταση στην οικοδομή οικιών θα το καταστήσει αδύνατο.

Ένας πιθανός τρόπος για την παράκαμψη αυτών των ζητημάτων είναι η δημιουργία Νέων Πόλεων, μια εκσυγχρονισμένη και αναβαθμισμένη αναβίωση του προγράμματος των New Towns που οικοδομήθηκαν μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (όπως το Μίλτον Κέυνς, το Πήτερμπόρο, το Στήβενατζ, το Μπάσιλντον κλπ).

Αυτό δεν σημαίνει ότι θα πρέπει να επαναλάβουμε τον κεντρικό σχεδιασμό των μεταπολεμικών χρόνων. Μπορεί κάλλιστα η διαδικασία να γίνει μέσα στην αγορά, μέσω  ανταγωνιστικών παρόχων από τον ιδιωτικό τομέα. Χρειάζεται απλώς να προσφερθεί ένας άδειος χώρος αρκετά μακριά από τους NIMBY, να προσφερθούν υποδομές και, πάνω απ’ όλα, νομική βεβαιότητα και η ελευθερία κατασκευής. Οι Νέες Πόλεις μπορούν να χτιστούν γύρω από νέα πανεπιστήμια και άλλους παρόχους εκπαίδευσης, που θα λειτουργούσαν ως σημείο εστίασης για την παροχή θέσεων εργασίας και της αίσθησης της κοινότητας. Τα υπόλοιπα θα τα δούμε στην πορεία. Οι κοινότητες δεν μπορούν να “σχεδιαστούν”. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι να τους δώσουμε τον χώρο και την ελευθερία να αναπτυχθούν από μόνες τους.

Ο Sam Bowman, πρώην στέλεχος του Adam Smith Institute, πρόσφατα πρότεινε το σχέδιο “Hong Kong 2.0”, με τη μορφή μιας πόλης ειδικής δικαιοδοσίας (charter city). Μου αρέσει αυτή η ιδέα. Αλλά γιατί να σταματήσουμε εκεί; Ας φτιάξουμε κι ένα Hong Kong 3.0, μια Σιγκαπούρη 2.0 κι ένα Ντουμπάι 2.0.

Η ιδιωτική παροχή υγείας - μια επικερδής αναπτυσσόμενη αγορά

Ένα υποπροϊόν του σχεδόν θρησκευτικού χαρακτήρα σεβασμού μας προς το NHS είναι η έντονη ιδεολογική μας εχθρότητα έναντι της ιδιωτικής παροχής υπηρεσιών υγείας, που μας οδηγεί σε αχρείαστους περιορισμούς ενός πιθανώς επικερδούς κλάδου ανάπτυξης.

Ο τομέας ιδιωτικής παροχής υγείας στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι απειροελάχιστος σε σχέση με τους αντίστοιχους αλλού. Στην Αυστραλία, σχεδόν ο μισός πληθυσμός έχει ιδιωτική ασφάλιση υγείας. Αυτό δεν συμβαίνει γιατί το δημόσιο σύστημα είναι τόσο φρικτό, ή αποσπασματικό, που οι άνθρωποι αναγκάζονται να αναζητήσουν εναλλακτικές αλλού: η Αυστραλία έχει ένα περιεκτικό, καθολικό δημόσιο πρόγραμμα ασφάλισης υγείας, που παρέχει αν μη τι άλλο, υψηλότερα επίπεδα φροντίδας απ’ ό,τι το NHS. Κάποιοι όμως άνθρωποι θέλουν παρ’ όλα αυτά κάτι παραπάνω, και στο αυστραλιανό σύστημα, μπορούν να το αποκτήσουν. Ακόμη και στην Ελβετία και τη Γερμανία, χώρες με κάποια από τα πιο γενναιόδωρα συστήματα υγείας στον κόσμο, περίπου ένας στους τρεις ανθρώπους έχουν κάποια μορφή ιδιωτικής ασφάλισης. Στη Βρετανία, το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόλις ένας στους δέκα.

Η ζήτηση για υπηρεσίες υγείας αυξάνεται παγκοσμίως ως αποτέλεσμα δημογραφικών (της γήρανσης του πληθυσμού) και οικονομικών παραγόντων (της ανάδυσης των πρώην φτωχών χωρών τις οποίες σήμερα χαρακτηρίζουμε αναδυόμενες αγορές). Επιπλέον, οι υπηρεσίες υγείας γίνονται ένας ολοένα και περισσότερο παγκοσμιοποιημένος κλάδος, καθώς περισσότεροι άνθρωποι αναζητούν φροντίδα υγείας πέρα από τα σύνορα.

Κάποιες χώρες βλέπουν στην εξέλιξη αυτή μια συναρπαστική νέα επιχειρηματική ευκαιρία. Στη Βρετανία, το βλέπουμε ως μια τρομερή απειλή. Εκεί όπου άλλοι βλέπουν έναν ακμάζοντα αναπτυξιακό κλάδο, εμείς βλέπουμε να αυξάνεται η πίεση στο αγαπημένο μας NHS. Όταν ακούμε όρους όπως “ιατρικός τουρισμός”, δεν σκεφτόμαστε μια δυναμική νέα παγκόσμια αγορά, αλλά ξένους που θα έρθουν εδώ για να εκμεταλλευτούν το δικό μας NHS.

Το πρόβλημα δεν είναι ότι έχουμε λάθος νοοτροπία. Στην ανώτατη εκπαίδευση (ένας κλάδος που υφίσταται παρόμοιες αλλαγές) υπήρξαμε καλύτεροι από σχεδόν οποιονδήποτε άλλο στο να κεφαλαιοποιήσουμε τις νέες ευκαιρίες που παρείχε η ανάδυση μια παγκόσμιας εκπαιδευτικής αγοράς. Έχουμε ό,τι χρειάζεται. Αλλά στις υπηρεσίες υγείας, έχουμε τις λάθος υποδομές. Θέλω τα νοσοκομεία μας να μπορούν να κάνουν αυτό που ήδη τα πανεπιστήμιά μας κάνουν με μεγάλη επιτυχία. Θέλω να προσελκύσουμε ιατρικό τουρισμό από ολόκληρο τον κόσμο, αντί να χάνουμε τεράστια ποσά χρημάτων στη Γερμανία, την Ελβετία, το Ισραήλ και άλλους προορισμούς ιατρικού τουρισμού. Θέλω να γίνουμε ένα κέντρο ιατρικού τουρισμού, με όλα τα έσοδα, τη δυναμική καινοτομία και την έρευνα που θα φέρει αυτό.

Πώς μπορούμε να φτάσουμε εκεί;

Ένα πρώτο βήμα είναι να πάρουμε κάποια μαθήματα από την Αυστραλία, όπου ένα περιεκτικό δημόσια χρηματοδοτούμενο σύστημα υγείας και ένας ακμάζων ιδιωτικός κλάδος υγείας συνυπάρχουν αρμονικά. Η αυστραλιανή κυβέρνηση αναγνωρίζει το γεγονός ότι αν έχεις ιδιωτική ασφάλιση υγείας κατά πάσα πιθανότητα θα χρησιμοποιήσεις λιγότερο το δημόσιο σύστημα - κι αυτό αντανακλάται στο σύστημα φόρων και μεταβιβάσεων της Αυστραλίας. Πιο συγκεκριμένα, αν έχεις ιδιωτική ασφάλιση, θα λάβεις επιστροφή φόρου για ένα μέρος της εξοικονόμησης στο δημόσιο σύστημα υγείας. Αυτή η επιστροφή μπορεί να φτάσει μέχρι και το ένα τρίτο του ποσού των ιδιωτικών ασφαλίστρων.

Αν γίνει σωστά, ένα τέτοιο σύστημα μπορεί να αφαιρέσει κάποια από την πίεση που υφίσταται το NHS και να οδηγήσει σε μείωση τον χρόνο αναμονής και σε βελτίωση της ποιότητας της παρεχόμενης φροντίδας. Το NHS θα παραμείνει δωρεάν στο σημείο χρήσης του για όλους όσοι το χρειάζονται, ενώ θα επωφεληθεί από τη μείωση των περιπτώσεων και την κατά κεφαλήν αύξηση των προϋπολογισμών. Την ίδια ώρα, θα επιτραπεί να αναπτυχθεί δίπλα σ’ αυτό ένας κλάδος ιδιωτικής φροντίδας υγείας.

Επέκταση των αεροδρομίων

Τα αεροδρόμια είναι ένα κομβικό μέρος των υποδομών για κάθε σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία. Οι επιχειρήσεις βασίζονται στη δυνατότητα παγκόσμιας διασύνδεσης, και η αύξηση του δυναμικού των περιφερειακών κόμβων θα συμβάλει στην αύξηση της παραγωγικότητας οδηγώντας σε μεγαλύτερη ενσωμάτωση των αγορών και των πόλεων. Επίσης, ως παραπροϊόν, θα προσφέρει ευκαιρίες απασχόλησης σε χιλιάδες ανθρώπους, τόσο κατά το στάδιο της κατασκευής όσο και για πολύ μετά.

Η Βρετανία ήταν κάποτε παγκόσμιος ηγέτης στην απελευθέρωση των αεροπορικών ταξιδιών. Ξεκινήσαμε πριν να μας φτάσει η υπόλοιπη Ευρώπη και επωφελούμαστε από αυτό μέχρι σήμερα: αν συγκρίνει κανείς τα ευρωπαϊκά αεροδρόμια βάσει δεικτών όπως οι αριθμοί των επιβατών, θα βρει ότι η Βρετανία έχει επιδόσεις καλύτερες από αυτές που θα αντιστοιχούσαν στο μέγεθός της. 

Τα μεγαλύτερα όμως αεροδρόμιά μας εδώ και καιρό λειτουργούν πέρα από το δυναμικό τους και με το να μην τα αφήνουμε να επεκταθούν, δεν επιτρέπουμε να αναπνεύσει ένας από τους πιο επιτυχημένους κλάδους μας.

Χρειαζόμαστε ένα παγκοσμίου επιπέδου αεροδρόμιο-κόμβο κοντά στο Λονδίνο. Προσωπικά δεν έχω πειστεί ότι τα παλιά μας αεροδρόμια, το Gatwick και το Heathrow, μπορούν να ανταποκριθούν σε αυτόν τον ρόλο. Πιστεύω ότι είναι πιθανότερο ένα εντελώς καινούριο αεροδρόμιο, που θα συνδέεται με τους συγκοινωνιακούς κόμβους του Λονδίνου μέσω ταχείας σιδηροδρομικής γραμμής είναι η καλύτερη επιλογή μας. Αλλά δεν θέλω να μαντέψω τα αποτελέσματα της αγοράς. Ας δώσουμε σε όλους την άδεια να χτίσουν ή να επεκταθούν και ας αφήσουμε την αγορά να αποφασίσει. Θέλω απλώς να δώ να τερματιστούν οι προφάσεις και οι παλινωδίες, οι δικαιολογίες και οι καθυστερήσεις. Δεν ζητώ να κατασκευαστεί ένας διαστημικός σταθμός, απλώς να στρωθούν λίγοι διάδρομοι στο έδαφος όπως έγινε πριν από χρόνια στη Φρανκφούρτη ή το Άμστερνταμ. Αφού ξεκίνησε η απελευθέρωση στα μέσα της δεκαετίας του 1980, ο αεροπορικός κλάδος είδε μια μακρά περίοδο θεματικής ανάπτυξης. Μπορούμε να επαναλάβουμε, αλλά και να ξεπεράσουμε αυτή την ιστορία επιτυχίας.

Νερό, πετρέλαιο και ενέργεια

Υπάρχουν πολλές πρωτοβουλίες μικρότερης κλίμακας και λιγότερο εντυπωσιακές που μπορούν να ενισχύσουν την ανάπτυξη και να παραγάγουν και άλλα οφέλη.

Χρειάζεται να επεκταθούν σημαντικά οι υποδομές. Μια σειρά από πράσινα έργα υποδομής που αφορούν τα ύδατα - η δημιουργία συστημάτων καναλιών, λιμνών, φραγμάτων και δεξαμενών που θα συνδέουν κέντρα οικονομικής δραστηριότητας στη Βρετανία μπορεί να αποδώσει διάφορα οφέλη. Μπορεί να βοηθήσει στην αποτροπή πλημμυρών και ξηρασίας, να αναβαθμίσει μέρη της επαρχίας και να βελτιώσει τις συγκοινωνιακές υποδομές. Όπου είναι εφικτό, αυτά τα έργα πρέπει να γίνουν από τον ιδιωτικό τομέα. Όπου δεν είναι, πρέπει να χρηματοδοτηθούν από τοπική φορολόγηση για να ενισχυθεί η λογοδοσία.

Ο παροπλισμός της γηρασμένης ενεργειακής υποδομής στη Βόρεια Θάλασσα είναι μια αγορά που προβλέπεται να αξίζει 15.3 δις λίρες την επόμενη δεκαετία. Οι ευκαιρίες που δυνητικά θα αναδυθούν από την ανάπτυξη μιας ηγέτιδας παγκοσμίως εγχώριας βιομηχανίας παροπλισμού είναι τεράστια. Δεν θα μπορέσουμε όμως να αναπτύξουμε μια λειτουργική βιομηχανία όσο οι παράγοντές της παραμένουν αποκομμένοι μεταξύ τους σε ότι αφορά το λειτουργικό μοντέλο που επιθυμούν να εφαρμόσουν ή το δίκτυο συμβατικών σχέσεων που θέλουν να δημιουργήσουν. Η κυβέρνηση οφείλει να παρέχει βεβαιότητα και σαφήνεια στις προσδοκίες της εφοδιαστικής αλυσίδας του παροπλισμού.

Η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας μεταξύ του Ηνωμένου Βασιλείου και της ηπειρωτικής Ευρώπης μέσω διασύνδεσης υπήρξε μια απίστευτη ιστορία επιτυχίας. Επιτρέπει την αποτελεσματική σύνδεση αγορών και τη μείωση στις τιμές ηλεκτρικού ρεύματος σε κορυφώσεις και τελματώσεις που προκαλούνται από την ζήτηση και την προσφορά που εξαρτάται από τον καιρό.

Η κατασκευή περισσότερων διασυνδέσεων θα συμβάλει στη διασφάλιση μιας μείωσης στις τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας που θα επιτρέψει σημαντική εξοικονόμηση για τους Βρετανούς καταναλωτές. Οι περισσότερες διασυνδέσεις θα βελτιώσουν επίσης την ενεργειακή ασφάλεια. Η πρόσβαση σε ηλεκτρική ενέργεια από άλλες αγορές είναι αναγκαία για την εξισορρόπηση του δικτύου καθώς εισάγονται ολοένα και περισσότερες μη σταθερές πηγές ανανεώσιμης ενέργειας.

Ο χρηματοπιστωτικός και ο επιχειρηματικός τομέας

Ένας από τους πιο διαδεδομένους μύθους στη βρετανική πολιτική σκηνή είναι ότι τα περίπου 25 χρόνια πριν από το ξέσπασμα της χρηματοπιστωτικής κρίσης υπήρξαν μια περίοδος “χρηματοπιστωτικής απορρύθμισης” που οδήγησε σε έναν “καπιταλισμό καζίνο” που θυμίζει Άγρια Δύση.

Τίποτα δεν απέχει περισσότερο από την αλήθεια. Ναι, όντως, οι ακατέργαστοι κεφαλαιακοί έλεγχοι της δεκαετίας του 1970 δεν υπάρχουν πια. Είτε όμως δει κανείς τον αριθμό των ανθρώπων που εργάζονται στους ρυθμιστικούς φορείς του χρηματοπιστωτικού τομέα, είτε τον όγκο των σχετικών ρυθμίσεων, η συνολική τάση ξεκάθαρα ήταν προς την κατεύθυνση της περισσότερης ρύθμισης.

Ένα μέρος αυτών των ρυθμίσεων μπορεί να δικαιολογείται και να είναι εύλογο. Συνολικά όμως, απλώς δεν ισχύει ότι με το να προστίθενται περισσότεροι κανόνες και το να προσλαμβάνονται περισσότεροι ρυθμιστές δημιουργείται ένας ασφαλέστερος κόσμος. Σίγουρα πάντως αυτο έχει κόστος.

Τα τραπεζικά και επιχειρηματικά μας συστήματα φαίνεται να λειτουργούν σε παράλληλα σύμπαντα. Οι τραπεζικοί περιορισμοί και οι σχετικές ρυθμίσεις έχουν ουσιαστικά παραλύσει τον άμεσο δανεισμό. Τα μόνα είδη ιδιωτικού δανεισμού που ακόμη λειτουργούν σε πραγματική κλίμακα είναι τα ενυπόθηκα δάνεια και τα δάνεια σε εμπόρους. Χρειάζεται συνεπώς ένα νέο, απλό ρυθμιστικό πλαίσιο για τον τραπεζικό δανεισμό σε επιχειρήσεις.

Ο χρηματοπιστωτικός τομέας είναι ο αιμοδότης της οικονομίας. Ο δανεισμός πρέπει να αναβιώσει και για να γίνει αυτό πρέπει, να αξίζει τον κόπο τόσο για τις τράπεζες όσο και για τους δανειζόμενους. Οι περίοδοι αναμονής που φτάνουν τα χρόνια είναι απαράδεκτες και κρατούν πίσω την οικονομία μας. Ένα ελαφρύ ρυθμιστικό πλαίσιο ώστε να επιταχυνθεί η έγκριση της χρηματοδότησης έτσι ώστε οι χρόνοι αναμονής να πέσουν μεταξύ των έξι μηνών και του ενός έτους θα ξεκλειδώσει τεράστια ποσά επενδύσεων στο Ηνωμένο Βασίλειο. Μεγάλο εύρος ρυθμίσεων πρέπει να απλοποιηθεί ή να αφαιρεθεί.

Το χρήμα είναι ο αιμοδότης των επιχειρήσεων, όμως οι τράπεζες σήμερα δεν είναι μόνο χρηματοπιστωτικοί θεσμοί. Είναι ένα όργανο των φορολογικών αρχών, αναλαμβάνουν καθήκοντα αντιμετώπισης του ξεπλύματος χρήματος και της διαφθοράς, και με πολλούς τρόπους λειτουργούν ως προέκταση του κράτους. Αυτές οι δραστηριότητες είναι αναγκαίες, αλλά είναι ευθύνη περισσότερο του ίδιου του κράτους. Οι τράπεζες πρέπει να ξαναγίνουν χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί που προάγουν τον δανεισμό, την ασφάλεια και τη δημιουργία επιχειρήσεων.

Οι τράπεζες πρέπει να είναι απλοί θεσμοί που εστιάζουν στην παροχή του αναγκαίου κεφαλαίου για την υποστήριξη βρετανικών επιχειρήσεων. Η πρωταρχική αποστολή τους αποδυναμώνεται από το βάρος δευτερευουσών ευθυνών που επιτελούνται αποτελεσματικότερα από την αστυνομία, και τους ελεγκτικούς ή άλλους φορείς.

Υπάρχουν πολλά ακόμη. Όπως ανέφερα ήδη στο τελευταίο μου άρθρο, χρειαζόμαστε επίσης ένα εξυπνότερο, απλούστερο, λιγότερο παραμορφωτικό και περισσότερο φιλικό προς τις επενδύσεις φορολογικό σύστημα. Πρέπει να ενισχύσουμε το τοπικό και περιφερειακό επίπεδο μέσω ενός κατάλληλου συνδυασμού της πολιτικής και φορολογικής αποκέντρωσης, ώστε η αυτονομία να συνδυάζεται με ευθύνη και λογοδοσία. Και χρειαζόμαστε ένα εξυπνότερο και πιο ελεύθερο σύστημα μετανάστευσης, που θα διευκολύνει την προσέλκυση των καλύτερων και λαμπρότερων.

Τα μέτρα που αναφέρθηκαν αγγίζουν όλες τις πτυχές της βρετανικής οικονομίας και είναι ριζοσπαστικά. Είναι επίσης αναγκαία αν θέλουμε πραγματική βελτίωση και ανάπτυξη. Θα φέρουν μια κοινωνική αλλαγή, μετακινώντας ολόκληρη τη χώρα στην κατεύθυνση ενός νέου δυναμισμού και τη προθυμία να αναλάβουμε φιλόδοξα σχέδια για τη δημιουργία πλούτου. Οι οικονομικές αλλαγές που θα επιτευχθούν θα έχουν κι αυτές κοινωνικά οφέλη. Θα προσφέρουν ένα σαφές όραμα για το μέλλον του Ηνωμένου Βασιλείου και ελπίδα για ένα διαφορετικό και καλύτερο μέλλον.

Αν θέλουμε να βγούμε από το τούνελ ισχυρότεροι, πρέπει να αναδομήσουμε ριζικά τη χώρα μας. Να πετύχουμε μια αλλαγή που θα ξαναφέρει την καινοτόμα, ηγέτιδα στον κόσμο οικονομία που μας χαρακτήριζε στο παρελθόν. Το κράτος έχει δαπανήσει ένα τεράστιο ποσό προσπαθώντας να αντιμετωπίσει την κρίση του κορονοϊού. Τώρα πρέπει να δούμε πέρα από τη διαχείριση της κρίσης και να σκεφτούμε τι είδος οικονομία θέλουμε να έχουμε σε δέκα ή είκοσι χρόνια. Αν δεν θέλουμε να ξαναδούμε τη μίζερη δεκαετία που ακολούθησε την κατάρρευση του 2008, πρέπει να κινηθούμε γρήγορα.

--

Ο Alexander Temerko είναι διευθυντής της Aquind Ltd και μέλος του Συμβουλευτικής Επιτροπής του ΙΕΑ.

Το άρθρο δημοσιεύθηκε στα αγγλικά στις 24 Ιουλίου 2020 και παρουσιάζεται στα ελληνικά με την άδεια του Institute of Economic Affairs και τη συνεργασία του ΚΕΦίΜ - Μάρκος Δραγούμης.