Εθνικό όραμα μια πράσινη μετάβαση «made in Greece»
cpw.gr
cpw.gr
Γιάννης Μανιάτης

Εθνικό όραμα μια πράσινη μετάβαση «made in Greece»

Η ελληνική οικονομία έχει επειγόντως ανάγκη να μπει στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, να παράξει μαζικά «πράσινα» προιόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας.

Να στηρίξει τους πρωταθλητές της, τους βιομηχανικούς της πρεσβευτές στο εξωτερικό, να τους εντάξει σε μια εθνική στρατηγική, ένα νέο cluster, όπως κάνουν οι Δανοί και οι Γερμανοί.

Την αγωνία του να μη χαθεί η ευκαιρία και συνεχίσουμε να εισάγουμε τα πάντα από τη Κίνα και τις ΗΠΑ, δίνοντας δουλειά μόνο στα δικά τους εργοστάσια, περιγράφει ο πρωην υπ. Ενέργειας Γιάννης Μανιάτης στο Liberal.

Μιλά για τις ψηφίδες του πράσινου ελληνικού βιομηχανικού δυναμικού, όπου έχουμε μερικές από τις κορυφαίες εταιρείες στον κόσμο στην παραγωγή χαλύβδινων σωλήνων, ηλεκτρικών καλωδίων, μπαταριών, προϊόντων αλουμινίου, ηλεκτρικών θερμοσιφώνων, προϊόντα που παράγονται από ελληνικά χέρια, ελληνικά μυαλά και ελληνικές πρώτες ύλες και είναι ανάμεσα στα καλύτερα διεθνώς.

Καταθέτει επίσης μια ενδιαφέρουσα πρόταση για τη μείωση του ενεργειακού κόστους των νοσοκομείων, ώστε αντί να περιμένουμε τον κάθε διοικητή πότε και αν θα βρει τα λεφτά, το κράτος να προχωρά κεντρικά μέσω ΣΔΙΤ σε διαγωνισμούς μείωσης του ενεργειακού τους κόστους και για τις 300 μονάδες του ΕΣΥ. «Ας φτιάξουμε επιτέλους ένα κράτος project manager, που αντί να παλεύει με διορισμούς, να προκηρύσσει, να αναθέτει, να εποπτεύει και στο τέλος να παραλαμβάνει το έργο, εφόσον είναι στη ποιότητα που θέλει», όπως λέει.

Σε ό,τι αφορά το γεωστρατηγικό ρόλο της Ελλάδας, μιλά για τη διαχρονική συνέπεια όλων των κυβερνήσεων προς αυτή τη κατεύθυνση και επισημαίνει ότι η μόνη περίπτωση να υπονομεύσουμε τη πορεία που έχουμε χαράξει, είναι από τυχόν δικά μας λάθη. Και για αυτό, τα τρία κόμματα, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να κάνουν μια συμφωνία ότι η πορεία αυτή θα συνεχιστεί με απαρέγκλιτο ρυθμό, ώστε στο μέλλον να μην υπάρξουν καθυστερήσεις και αλλαγές σε επιμέρους στρατηγικές.

Στο νέο σας βιβλίο «επειδή δεν υπάρχει Planet B», κάνετε για μια ακόμη φορά εκτενή αναφορά στην επείγουσα ανάγκη να χαράξουμε μια πράσινη μετάβαση «made in Greece». Τι θα πει αυτό στη πράξη;

Τα έχω ξαναπεί, αλλά δεν θα κουράζομαι να τα επαναλαμβάνω. Η ελληνική οικονομία δεν μπορεί να στηρίξει την επόμενη μέρα της μόνο στον τουρισμό, το real estate και τις εισαγωγές, όπως κάνει μέχρι σήμερα. Έχει επειγόντως ανάγκη από παραγωγή, από ανταγωνιστικά προϊόντα, που θα την εντάξουν στις παγκόσμιες εφοδιαστικές αλυσίδες, μόνο έτσι θα καλύψουμε το τεράστιο επενδυτικό μας κενό. Ποια είναι η βασική βιομηχανία του μέλλοντος; Η Πράσινη. Πρέπει να κάνουμε ως Ελλάδα αυτό που προσπαθούν όλες οι χώρες της ΕΕ. Προσδιορίζουν τα κεφάλαια όπου έχουν συγκριτικά πλεονεκτήματα και ρίχνουν το βάρος τους σε αυτά.

Σύμφωνα με τον Διεθνή Οργανισμό Ενέργειας - ΙΕΑ, για την πράσινη μετάβαση, μπορούν να εφαρμοστούν 551 νέες διαφορετικές τεχνολογίες. Εμείς εδώ στην Ελλάδα ουσιαστικά ξέρουμε μόνο τα φωτοβολταικά, τα αιολικά, τις μπαταρίες και τα ηλεκτρικά αυτοκίνητα. Αγνοούμε έναν απίστευτο πλούτο εναλλακτικών λύσεων.

Μπορείτε να γίνετε πιο συγκεκριμένος; 

Είναι εθνική ολιγωρία και αποτυχία να προσπαθούμε να πετύχουμε τους πράσινους στόχους κάνοντας απλά εισαγωγή έτοιμων προϊόντων που κατασκευάζονται σε άλλες χώρες και δίνουν δουλειά σε δικά τους εργοστάσια. Είναι εθνικό καθήκον να δώσουμε προτεραιότητα σε τομείς που στηρίζουν την εθνική παραγωγή.

Έχουμε λοιπόν κάθε λόγο να στηρίξουμε τις επιχειρήσεις μας που κατασκευάζουν χαλύβδινους σωλήνες μεταφοράς φυσικού αέριου, που αύριο, θα μεταφέρουν το καύσιμο του μέλλοντος, δηλαδή το υδρογόνο. Εδώ, έχουμε τη καλύτερη εταιρεία του κόσμου. Έχουμε, μια από τις κορυφαίες εταιρείες του κόσμου στην κατασκευή ηλεκτρικών καλωδίων για τη μεταφορά πράσινης ηλεκτρικής ενέργειας. Επίσης, έχουμε μια από τις καλύτερες εταιρείες για κατασκευή βιομηχανικών μπαταριών. Μια από τις καλύτερες εταιρείες διεθνώς στη κατασκευή συστημάτων αποτροπής της αυξομείωσης τάσης. Κάποιες από τις καλύτερες εταιρείες στην Ευρώπη στην παραγωγή κουφωμάτων αλουμινίου και θερμομόνωσης.

Και βεβαίως, αυτό για το οποίο παλεύω χρόνια να αναδειχθεί και να βρω ευήκοα ώτα, είναι να αναδείξουμε ως κορυφαίο συγκριτικό μας πλεονέκτημα την εθνική μας βιομηχανία στους ηλιακούς θερμοσίφωνες. Κατασκευάζονται από ελληνικά χέρια, ελληνικά μυαλά και ελληνικές πρώτες ύλες και είναι ανάμεσα στα καλύτερα προϊόντα του κόσμου.

Έχουμε 20-25 σοβαρές εταιρείες και βιοτεχνίες ηλιακών θερμοσιφώνων, οι οποίες εξάγουν πάνω από το 60% της παραγωγής τους στη Κίνα, το Ισραήλ, τις ΗΠΑ, την Ιαπωνία, τις χώρες του Κόλπου. 

Σκεφτείτε ότι η 6η μεγαλύτερη σε παραγωγή και εξαγωγές επιχείρηση στον κόσμο είναι ελληνική, ενώ 3 ελληνικές επιχειρήσεις ανήκουν στις 20 μεγαλύτερες διεθνώς. Σε αυτές τις 20-25 εταιρείες απασχολούνται 3.500-4.000 εργαζόμενοι. Θα μπορούσαν να διπλασιαστούν.

Κάποιος θα αντιτείνει σε αυτά που θα λέτε, ότι ούτως ή άλλως αυτές οι εταιρείες πρωταγωνιστούν διεθνώς. Τι παραπάνω θα μπορούσαμε να κάνουμε;

Αυτές οι εταιρείες πράγματι μεγαλουργούν στο διεθνές ανταγωνιστικό περιβάλλον. Είναι οι οικονομικοί και ενεργειακοί «πρεσβευτές» της Ελλάδας στο εξωτερικό κι εμείς τις αφήνουμε μόνες τους στον παγκόσμιο ανταγωνισμό. Δηλαδή ως χώρα, όλες αυτές τις εκπληκτικές ψηφίδες του ελληνικού «πράσινου μωσαϊκού», αυτούς τους εθνικούς πρωταθλητές, δεν τους έχουμε εντάξει σε μια εθνική στρατηγική.

Ε, λοιπόν, πρέπει κάποια στιγμή να το κάνουμε, προκειμένου να διαμορφώσουμε ένα νέο βιομηχανικό cluster. Ένα νέο τομέα της ελληνικής οικονομίας, με τις εταιρείες που παράγουν προστιθέμενη αξία στο ΑΕΠ με την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών πράσινης μετάβασης. Στη πραγματικότητα πρέπει να διαμορφώσουμε πλαίσια υποστήριξης τους, όπως κάνουν όλες οι σοβαρές χώρες για τους εθνικούς τους πρωταθλητές.

Είναι πιο έξυπνη δηλαδή η Δανία, που έχει χαράξει μια εθνική στρατηγική για τις ανεμογεννήτριες της με αιχμή του δόρατος τον κολοσσό της Vestas; Τι χρειάζεται για να σκεφτούμε, όπως οι Γερμανοί, οι οποίοι προωθούν με κάθε τρόπο στο εξωτερικό την αιολική παραγωγή της Enercon;

Κινούμαστε ως χώρα σε μια κατεύθυνση διαμόρφωσης ενός τέτοιου, νέου παραγωγικού μοντέλου, που να μη στηρίζεται σε εισαγωγές και εξαρτήσεις από άλλους; 

Δυστυχώς όχι. Συνεχίζουμε να λειτουργούμε ως απλοί εισαγωγής έτοιμων πράσινων ενεργειακών προϊόντων, φέρνοντας φωτοβολταϊκά από τη Κίνα, μπαταρίες και οτιδήποτε έχει να κάνει με ηλεκτρικά αυτοκίνητα από Κίνα και ΗΠΑ, ανεμογεννήτριες από την Δανία, την Γερμανία και την Ισπανία. Ακόμη και για την αντικατάσταση λευκών οικιακών συσκευών μέσω του γνωστού προγράμματος που έτρεξε πρόσφατα, στο σύνολο τους, ψυγεία, πλυντήρια, κλιματιστικά, ήταν όλα εισαγόμενα.

Τι θα μπορούσε όμως να κάνει εδώ η Ελλάδα; Η βιομηχανική μας παραγωγή στα είδη οικιακού εξοπλισμού είναι μικρή..

Στις κατηγορίες αυτές πράγματι δεν μπορεί να κάνει κάτι. Μπορεί όμως να κάνει στους ηλιακούς θερμοσίφωνες, επιδοτώντας γενναία την εγκατάσταση τους σε όλα τα σπίτια μέσα από ένα νέο πολύ μεγάλο πρόγραμμα.

Ένας ηλιακός θερμοσίφωνας μιας 4μελούς οικογένειας κοστίζει 1.000 -1.200 ευρώ και εξοικονομεί 1.700 κιλά διοξειδίου του άνθρακα το χρόνο, αφού δεν καταναλώνει ρεύμα. Δουλεύει με τον ήλιο. Και το μέσο νοικοκυριό γλιτώνει το 30% του ρεύματος που ξοδεύει για τα επόμενα 25 χρόνια, όσο η μέση διάρκεια ζωής του.

Ένα παράδειγμα για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης. Ένα ηλεκτρικό αυτοκίνητο, του οποίου στην Ελλάδα δεν παράγεται ούτε μία βίδα - επαναλαμβάνω ούτε μια βίδα - και το οποίο κοστίζει 30.000 ευρώ, εξοικονομεί 1.400 κιλά διοξειδίου του άνθρακα το χρόνο. Δηλαδή λιγότερα απ’ ότι ένας ηλιακός θερμοσίφωνας. 

Τι θέλω να πω με όλα αυτά; Θέλω να αναδείξω τη μεγάλη εικόνα. Έχουμε ένα μπαράζ επενδύσεων που απορροφά ένα πακτωλό χρημάτων σε αμιγώς εισαγόμενα πράσινα προϊόντα, αλλά ότι δεν έχουμε έστω ένα αντίστοιχου μεγέθους πολλών δεκάδων εκατομμυρίων, ελληνικό πρόγραμμα.

Κοιτάξτε, βιώσαμε όλοι την ενεργειακή κρίση και καταλάβαμε τι σημαίνει φουσκωμένος λογαριασμός στο ρεύμα. Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι δεν θα ξαναζήσουμε τα επόμενα χρόνια μια επόμενη ενεργειακή κρίση. Σημασία έχει η επόμενη, να μην μας βρει εξοπλισμένους μόνο με έτοιμα εισαγόμενα προϊόντα που κατασκευάζονται αλλού και δίνουν δουλειά σε εργοστάσια του εξωτερικού.

Πηγή: Shutterstock

Τους ηλιακούς όμως θερμοσίφωνες τους γνωρίζουμε εδώ και 50 χρόνια και σχεδόν κάθε σπίτι έχει και από έναν. Τι παραπάνω μπορεί να γίνει;

Κάνετε λάθος. Τους γνωρίζουμε και πράγματι είναι εγκατεστημένοι σε περίπου 1,5 εκατομμύριο κατοικίες (συνήθως πρόκειται για συσκευές μεγάλης ηλικίας), εξοικονομώντας ένα κόστος κοντά στα 500 εκατ. ευρώ το χρόνο. Η χώρα όμως δεν έχει 1,5, έχει 6.000.000 κατοικίες. Εμείς λοιπόν συνεχίζουμε και δίνουμε έμφαση σε εισαγόμενες τεχνολογίες.

Αυτό βέβαια είναι αδυναμία όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά ολόκληρης της Ευρώπης, που δίνει τεράστιο βάρος μόνο στα φωτοβολταϊκά στέγης. Με τη μόνη διαφορά ότι οι χώρες αυτές δεν διαθέτουν εθνική βιομηχανία ηλιακών θερμοσιφώνων, όπως εμείς. Κρίσιμο ρόλο σε όλα αυτά παίζουν και τα διάφορα λόμπι, με τη καλώς εννοούμενη έννοια. Το λόμπι της εξοικονόμησης ενέργειας είναι το ασθενέστερο στο χώρο των ΑΠΕ πανευρωπαϊκά. Το δε, λόμπι των εταιρειών ηλιακών θερμοσιφώνων, σχεδόν ανύπαρκτο.

Ας πάμε σε ένα διαφορετικό, αλλά παρεμφερές θέμα, που βρίσκεται στην επικαιρότητα, τις αλλαγές στο ΕΣΥ. Πόσα από τα νοσοκομεία μας - κτίρια άκρως ενεργοβόρα από τη φύση τους - είναι ενεργειακά αυτόνομα; 

Ελάχιστα. Το ΕΣΥ έχει περίπου 300 μονάδες. Με μια πρόχειρη εκτίμηση, δαπανούν σε ρεύμα και πετρέλαιο, 300 εκατομμύρια ευρώ το χρόνο. Εκτιμάται ότι για να αναβαθμιστούν όλα, θα χρειαστεί ένα κονδύλι, της τάξης των 500 εκατ. ευρώ, με χρόνο απόσβεσης σε 5-7 χρόνια.

Έχω προτείνει εδώ και καιρό μια τολμηρή μεταρρυθμιστική προσπάθεια. Αφορά την ενεργειακή αναβάθμιση για κτίρια του δημοσίου που δουλεύουν σε 24ωρη βάση, όπως νοσοκομεία, γηροκομεία, ορφανοτροφεία και φυλακές. 

Αντί να περιμένουμε τον κάθε διοικητή νοσοκομείου και την τεχνική του υπηρεσία, πότε θα βγάλει προδιαγραφές, πότε θα προκηρύξει διαγωνισμό, πότε και αν θα βρει τα λεφτά και πότε θα του τα εγκρίνει το υπουργείο, να κάνει το κράτος κάτι πολύ πιο απλό. Να προκηρύξει κεντρικά ανοικτούς διεθνείς διαγωνισμούς και για τις 7 Υγειονομικές Περιφέρειες της χώρας, καλώντας ιδιώτες μελετητές και κατασκευαστές να του πουν με πόσο κόστος μπορούν να του αναβαθμίσουν όλα τα νοσοκομεία και τα κέντρα υγείας.

Απο ποιο κονδύλι θα μπορούσε να χρηματοδοτηθεί μια τέτοια πρωτοβουλία;

Είτε μέσα από το Ταμείο Ανάκαμψης το οποίο ούτως ή άλλως χρηματοδοτεί ένα γενικό πρόγραμμα εξοικονόμησης ενέργειας για τα δημόσια κτίρια, είτε μέσα από ένα νέο ειδικό πρόγραμμα. Τα μισά χρήματα θα τα έβαζε το κράτος, ενώ τα άλλα μισά θα τα έπαιρναν οι κατασκευαστικές από την εξοικονόμηση ενέργειας που θα προέκυπτε.

Σας μιλώ για ένα μοντέλο συμπράξεων δημοσίου και ιδιωτικού τομέα, ΣΔΙΤ, τύπου ESCO’s (Energy Saving Companies), ιδιαίτερα διαδεδομένο στο εξωτερικό, όπου η αμοιβή της εταιρείας συνδέεται με την εξοικονόμηση ενέργειας που επιτυγχάνεται. Εάν π.χ. η αναβάθμιση του νοσοκομείου οδηγεί σε ετήσια μείωση του λογαριασμού κατά 600.000 ευρώ, τμήμα από το όφελος θα καρπώνεται η εταιρεία, ανάλογα και με την αρχική συμμετοχή κοινοτικών ή εθνικών πόρων. Έχει υπολογιστεί ότι με μια συμμετοχή του Δημοσίου στα 500 εκατ. ευρώ, δηλαδή όσο δαπανούμε στα νοσοκομεία επί 1,5 χρόνο για ενέργεια, θα μπορούσαμε μέσα σε μια 5ετία να μειώσουμε σημαντικά τα λειτουργικά κόστη ολόκληρου του ΕΣΥ.

 

Πηγή: Eurokinissi

Είναι σε θέση το ελληνικό κράτος, με τις γνωστές του παθογένειες, να λειτουργήσει κατ’ αυτό τον τρόπο που περιγράφετε, ως συντονιστής και διαχειριστής ενός τόσο φιλόδοξου project;

Και αν δεν είναι ακόμη έτοιμο, πρέπει να γίνει. Αυτό είναι το όραμα μου για το ελληνικό Δημόσιο. Ένα κράτος Project Μanager σε τομείς όπου θα συμμετέχει και ο ιδιωτικός τομέας. Αντί να παλεύει να διορίζει δημοσίους υπαλλήλους, να προκηρύσσει διεθνείς διαγωνισμούς και το ίδιο να ελέγχει τη ποιοτική παραλαβή των υπηρεσιών που ζητάει. Το κράτος προκηρύσσει, διαμορφώνει τις προδιαγραφές, αναθέτει, εποπτεύει και στο τέλος παραλαμβάνει. Αν το προς παραλαβή προϊόν δεν είναι στη ποιότητα που θέλει το κράτος, απλώς δεν θα το παραλαμβάνει. Δηλαδή, η φιλοσοφία των νοσοκομείων θα μπορούσε να εφαρμοστεί και σε άλλους τομείς δημοσίων έργων, ακριβώς όπως κάνουν οι Σκανδιναβοί. Δεν είναι δα και πυρηνική φυσική..

Στο βιβλίο σας αναφέρετε συχνά τον όρο «Ενεργειακή Δημοκρατία». Σε τι συνίσταται;

Στα ενεργειακά συστήματα μέχρι πρότινος, η ενέργεια παράγονταν από 2-3 μεγάλους μονοπωλιακούς ή ολιγοπωλιακούς κολοσσούς. Δηλαδή, από τη κρατική εταιρεία κάθε χώρας και 2-3 ακόμη παίκτες. Αυτοί είχαν ως πελάτες εκατομμύρια πολίτες. Επομένως είχαμε ένα υπερσυγκεντρωτικό σύστημα παραγωγής, ένα συγκεντρωτικό σύστημα μεταφοράς και ένα λίαν κατανεμημένο σύστημα κατανάλωσης. Αυτό αλλάζει. 

Σταδιακά η ενέργεια αρχίζει να παράγεται στον ίδιο τον οικιστικό ιστό. Τα μικρά αποκεντρωμένα φωτοβολταϊκά μπαίνουν δυνατά στο παιχνίδι, δεκάδες χιλιάδες καταναλωτές γίνονται prosumers (producers και consumers). Τις ανάγκες των πόλεων θα καλύπτουν όλο και περισσότερο τα φωτοβολταϊκά στη στέγη, η περίσσεια ενέργεια θα αποθηκεύεται σε οικιακές μπαταρίες και ο καταναλωτής θα την πουλά πίσω στο δίκτυο.

Η Ενεργειακή Δημοκρατία έχει ήδη γίνει πράξη στη Γερμανία. Το 31% της πράσινης ενέργειας παράγεται από μεμονωμένους πολίτες και Ενεργειακές Κοινότητες και άλλο ένα 11% από αγρότες. Δηλαδή σχεδόν μια στις δύο πράσινες κιλοβατώρες της Γερμανίας, το 42%, δεν παράγεται από ενεργειακούς γίγαντες, αλλά από μικρές, αποκεντρωμένες, συνήθως συνεταιριστικές, μονάδες.

Στην Ελλάδα, η Ενεργειακή Δημοκρατία μπορεί να βρει εφαρμογή στον αγροτικό τομέα;

Ο αγροτικός τομέας που επί δεκαετίες αντιμετωπίζεται από τις κυβερνήσεις ως μια δεξαμενή επιδοτήσεων και πολιτικό- κομματικών παρεμβάσεων, έχει τις προοπτικές να αποτελέσει έναν ισχυρό αναπτυξιακό πυλώνα στην πορεία για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο.

Δέκα χρόνια πριν, το 2014, για να μειώσουμε το ενεργειακό κόστος στα χωράφια, νομοθετήσαμε για πρώτη φορά την Ενεργειακή Δημοκρατία στον αγροτικό τομέα. Δώσαμε τη δυνατότητα σε κάθε Τοπικό Οργανισμό Εγγείων Βελτιώσεων (ΤΟΕΒ) να συνδέεται κατά προτεραιότητα έναντι οποιουδήποτε ιδιώτη στο δίκτυο, όταν εγκαθιστά φωτοβολταϊκά πάρκα, με παράλληλη επιδότηση κατά έως 70% της εγκατάστασης φωτοβολταικών από το Πρόγραμμα Αγροτικής Ανάπτυξης - ΠΑΑ. Οι ΤΟΕΒ είναι ιδανική περίπτωση για την εφαρμογή της Ενεργειακής Δημοκρατίας στην Ελλάδα.

Έχουμε 416 ΤΟΕΒ, με μέλη περίπου 300.000 αγρότες, διαθέτουν γενική συνέλευση, διοικητικό συμβούλιο, ΑΦΜ και κυρίως έχουν ένα μεγάλο κίνητρο να μειώσουν το κόστος κατανάλωσης ενέργειας που χρησιμοποιούν για την άρδευση των καλλιεργειών, το οποίο μπορεί και να ξεπερνά τα 10.000 ευρώ το χρόνο.

Δυστυχώς μέχρι σήμερα, 10 χρόνια μετά, δεν έχει γίνει τίποτα.

Πηγή: Shutterstock

Οι μνήμες βέβαια από τη «φούσκα» των φωτοβολταικών στο κάμπο, αρχές του 2010, είναι νωπές. Τα λεφτά που χάθηκαν τότε, στοιχειώνουν ακόμη πολλούς. Γιατί τώρα να μην επαναληφθεί το ίδιο;

Γιατί τώρα οι εποχές είναι διαφορετικές, οι απαιτήσεις έχουν αλλάξει και θα επιβιώνουν όσοι προσαρμόζονται. Γιατί δύσκολα μπορούμε πλέον να φανταστούμε μια σοβαρή κτηνοτροφική μονάδα χωρίς ένα αυτόνομο σύστημα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας που θα της καλύπτει τα κόστη, ώστε να μην χρειάζεται σε κάθε κρίση ο κτηνοτρόφος να απευθύνεται στο κράτος για να του επιδοτεί το ρεύμα. Το αντιλαμβάνονται πλέον πάρα πολλοί αγρότες αυτό.

Το τελευταίο διάστημα βλέπουμε μια σειρά σημαντικών κινήσεων, όπως τα ανοίγματα της ΔΕΗ στη ΝΑ Ευρώπη, την ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας- Κύπρου - Ισραήλ, τον κάθετο διάδρομο με αφετηρία τον ελληνοβουλγαρικό αγωγό και την Αλεξανδρούπολη, που αναβαθμίζουν το γεωστρατηγικό ρόλο της Ελλάδας. Βλέπετε κάποιο κίνδυνο, ικανό να διακόψει αυτή τη πορεία;

Από το 2010 μέχρι και σήμερα έχει ξεκινήσει μια υπέροχη γεωπολιτική περιπέτεια της χώρας, η οποία όμως πρέπει να συνεχιστεί. Την περίοδο 2013-2014 καταφέραμε να εντάξουμε στα ευρωπαϊκά χρηματοδοτικά προγράμματα, συνολικά 12 εθνικά έργα τεράστιας σημασίας, όπως αυτά που αναφέρατε, καθώς επίσης την υπόγεια αποθήκη της Καβάλας, το έργο αντλησιοταμίευσης της Αμφιλοχίας και άλλα. Έργα, τα οποία θέλουν βέβαια ένα σημαντικό χρονικό διάστημα για να ωριμάσουν.

Σήμερα με τη συγκυρία της ενεργειακής κρίσης και μια Ευρώπη διψασμένη για φθηνή, καθαρή ενέργεια, η Ελλάδα έχει την ευκαιρία να πρωταγωνιστήσει ως ένας τροφοδότης με φυσικό αέριο και ηλεκτρική ενέργεια από την Αν. Μεσόγειο. Σύμφωνα με δικές μου εκτιμήσεις, η Ελλάδα θα μπορούσε να στηρίξει, ως διαμετακομιστικός κόμβος, ακόμη και το 15% της συνολικής ευρωπαϊκής κατανάλωσης σε φυσικό αέριο. Το ποσοστό είναι συγκλονιστικό αν σκεφτεί κανείς ότι αφορά ένα πανευρωπαϊκό επίπεδο.

Συνδυαστικά με τα καλώδια καθαρής ηλεκτρικής ενέργειας μέσω Αιγύπτου και εκείνο μεταξύ Ελλάδας- Κύπρου - Ισραήλ, προκύπτει ότι υπάρχει διαχρονικά, μια σταθερή ενεργειακή πολιτική όλων των κυβερνήσεων, που διαμορφώθηκε το 2010-2014, έως σήμερα, τόσο του ΣΥΡΙΖΑ, όσο και του ΠΑΣΟΚ και της ΝΔ.

Με ρωτάτε αν βλέπω κάποιο κίνδυνο υπονόμευσης αυτής της πορείας. Μόνο από δικά μας πολιτικά λάθη. Άρα, αυτό που απαιτείται να γίνει, είναι μια συμφωνία των τριών μεγαλύτερων κομμάτων, ΝΔ, ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ, ότι η πορεία αυτή θα συνεχιστεί με απαρέγκλιτο ρυθμό, ώστε στο μέλλον να μην υπάρξουν καθυστερήσεις και αλλαγές σε επιμέρους στρατηγικές. Διαφορετικά θα κάναμε ένα ολέθριο σφάλμα.

Η κρίση μας έχει δώσει μια ιστορική ευκαιρία, να γίνουμε ο game changer για την ενεργειακή ασφάλεια ολόκληρης της Ευρώπης. Ελπίζω ότι τα κόμματα το έχουν συνειδητοποιήσει, ότι η κυβέρνηση θα τρέξει με ακόμη πιο γρήγορους ρυθμούς και ότι στα μέσα της επόμενης δεκαετίας θα έχουμε μια Ελλάδα που θα κοιτά κατάματα τους εταίρους της, ούσα ένας σπουδαίος τροφοδότης τους με ενεργειακά αγαθά.

Πηγή: Gastrade

Πως βλέπετε ειδικά τη περίπτωση της ΔΕΗ; 

Από ένας παρίας των δημοσίων κοινωφελών οργανισμών, από μια εταιρεία υπό χρεοκοπία, έχει εξελιχθεί σε ένα σημαντικό παίκτη της ΝΑ Ευρώπης και οι τελευταίες κινήσεις βοηθούν αποφασιστικά σε αυτό το εθνικό όραμα της ενεργειακής και γεωπολιτικής μας αναβάθμισης.

Εξαιρετικά ενθαρρυντικό το ότι έχουμε και άλλες δύο - τρεις μεγάλες ενεργειακές εταιρείες του ιδιωτικού τομέα, που συνιστούν ισχυρούς παίκτες παραγωγής και κατασκευής πράσινων ενεργειακών πάρκων, προϊόντων και υπηρεσιών. Αποτέλεσμα, είναι όλη αυτή η προσπαθεί που ξεκίνησε το 2010-2014, όταν και κάναμε παγκόσμιο ρεκόρ στην εγκατάσταση φωτοβολταϊκών, σήμερα να συνεχίζεται.