Δ. Αβραμόπουλος: Το απρόβλεπτο μπορεί να γίνει αφορμή για σύγκρουση

Δ. Αβραμόπουλος: Το απρόβλεπτο μπορεί να γίνει αφορμή για σύγκρουση

Την ανησυχία του για τις επιπτώσεις στα ελληνοτουρκικά από ένα απρόβλεπτο γεγονός, μικρής εμβέλειας, που λόγω της συσσωρευμένης έντασης μπορεί να οδηγήσει σε σύγκρουση, μεταφέρει μέσω Liberal ο Δημήτρης Αβραμόπουλος.

«Είναι η πρώτη φορά τα τελευταία 15 χρόνια που πραγματικά ανησυχώ», όπως λέει ο πρ. υπουργός και Ευρωπαίος Επίτροπος.

Μιλά για το διεθνή παράγοντα, την απομόνωση της Τουρκία, καθώς και ότι θα πρέπει να είμαστε έτοιμοι για το σενάριο μιας προβοκάτσιας από δυνάμεις, που θα ήθελαν να πληγεί η νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ.

«Το απρόβλεπτο επεισόδιο μπορεί να είναι μια αφορμή», αναφέρει ο κ. Αβραμόπουλος, θυμίζοντας ότι πολλές συγκρούσεις έχουν ξεκινήσει από μικρά περιστατικά. Εξαιρώντας πάντως το σενάριο ενός ανεξέλεγκτου περιστατικού, θεωρεί ότι η Τουρκία δεν θα αναλάβει επιθετική επιχειρησιακή ενέργεια, καθώς αντιλαμβάνεται πόσο θα την εξέθετε κάτι τέτοιο στην διεθνή κατακραυγή και την απομόνωση.

Μπορεί γεγονότα, όπως ο διάλογος που είχαν οι Κυρ. Μητσοτάκης με τον Ταγίπ Ερντογάν, μπροστά σε όλους τους ξένους ηγέτες, να λειτουργήσει έτσι, ώστε να δούμε αλλαγή στάσης ακόμη και από κάποιους επικεφαλής χωρών που μέχρι τώρα τηρούσαν ουδέτερη - στην καλύτερη περίπτωση- στάση στα ελληνοτουρκικά; Απομονώνεται περαιτέρω η Τουρκία με τέτοιες συμπεριφορές;

Το περιστατικό στο επίσημο δείπνο της συνάντησης της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Κοινότητας στην Πράγα επιδέχεται διπλή ανάγνωση.

Από τη μια πλευρά, δεν συνεχίστηκε το γνώριμο, τους τελευταίους μήνες, κρεσέντο επιθετικής ρητορικής από πλευράς κ. Ερντογάν και περιορίστηκε σε μια κριτική, όχι τόσο επί της ουσίας αλλά σχετικά με το πρωτόκολλο και με μια αιχμή περί «καλής συμπεριφοράς».

Από την άλλη πλευρά, ο Έλληνας Πρωθυπουργός δεν άφησε να περάσει απαρατήρητη η αναφορά του Τούρκου Προέδρου, ότι η Ελλάδα εξοπλίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες εναντίον της Τουρκίας. Ήταν μια αντίδραση άμεση, ψύχραιμη και αποφασιστική.

Το πόσο όμως αυτό το γεγονός θα επηρεάσει τη στάση των ηγετών και κατ΄ επέκταση των χωρών που συμμετείχαν, απομένει να αποδειχθεί.

Ο Έλληνας Πρωθυπουργός όλο αυτόν τον καιρό δεν περιμένει μια τέτοια στιγμή αλλά με μια δυναμική κινητική διπλωματικότητα έχει ενημερώσει τους σημαντικότερους από τους παρευρισκόμενους ηγέτες και αναμφίβολα έχει πείσει για τις θέσεις της Ελλάδος. Να σημειωθεί ότι το περιστατικό αυτό ήταν χαμηλής εντάσεως. Το επιβεβαιώνει ο τρόπος αναφοράς του Τούρκου Προέδρου, που δεν ήταν σε συνέχεια της σκληρής επιθετικής γραμμής της Τουρκίας που είχε προηγηθεί.

Το γεγονός ότι το κλίμα στα ελληνοτουρκικά επιβαρύνεται συνεχώς με ευθύνη της Άγκυρας, ότι η Τουρκία έχει ανοίξει όλα τα μέτωπα (με τελευταίο το Τουρκολιβυκό), αλλά και ότι το καθεστώς φαίνεται να διακατέχεται από ολοένα και μεγαλύτερο εκνευρισμό, όπως δείχνει η επίθεση Ερντογάν στην Ελλάδα, στο δείπνο των ξένων ηγετών, σημαίνει ότι ο κίνδυνος για μια στρατιωτική αντιπαράθεση γίνεται όλο και πιο πιθανός; Πόσο ανησυχείτε;

Με εξαίρεση το απρόβλεπτο και εκτός στρατηγικής γεγονός, η εκτίμηση είναι ότι η Τουρκία δεν θα αναλάβει επιθετική επιχειρησιακή πρωτοβουλία κατά της Ελλάδος.

Κάτι τέτοιο θα ήταν επιζήμιο για τους γείτονές μας και θα εξέθετε την Τουρκία στη διεθνή κατακραυγή και απομόνωση, ακυρώνοντας το σύνολο των διπλωματικών της πρωτοβουλιών τον τελευταίο καιρό, με στόχο να διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην αντιμετώπιση της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία. Από την άλλη πλευρά, έχει τόσα μέτωπα ανοιχτά, που ένα ακόμα και ιδιαίτερα με μια ισχυρή και καλά προετοιμασμένη Ελλάδα, θα της προκαλούσε ισχυρό πλήγμα.

Συνάμα δε, θα της έκλεινε ερμητικά την πόρτα προς την Ευρώπη και το ευρωατλαντικό σύστημα, ενώ θα της ακύρωνε το ρόλο που διεκδικεί, ως προπύργιο της ευρωπαϊκής στρατηγικής ασφάλειας, στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Νοτιοανατολική Ευρώπη.

Η Τουρκία μπορεί να έχει στη στρατηγική του βαθέως κράτους της, την αναβίωση του Οθωμανικού ηγεμονικού της ρόλου αλλά εκτιμώ, ότι δεν είναι αφελής για να πιστέψει, ότι μπορεί να το επιτύχει.

Όσο για το αν ανησυχώ, φυσικά και ανησυχώ και επιτρέψτε μου να σας πω, ότι είναι η πρώτη φορά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια που πραγματικά ανησυχώ. Ωστόσο, δεν είναι λίγες οι συνετές φωνές που επισημαίνουν τους κινδύνους.

Ποια θεωρείτε ως πιθανότερα σενάρια για την εκδήλωση της τουρκικής επιθετικότητας; Εντολή από τη Τρίπολη στην τουρκική TPAO για γεωτρήσεις σε περιοχές του τουρκολιβυκού μνημονίου που επικαλύπτουν τη Συμφωνία Ελλάδας -Αιγύπτου ή περιοχές νοτίως της Κρήτης; Απόπειρα πρόκλησης  επεισοδίου στην ζώνη πέραν των 6 μιλίων; Επεισόδιο με αφορμή τη τουρκική αντίληψη ότι τα νησιά έχουν παρανόμως στρατιωτικοποιηθεί ή στο πλαίσιο εργαλειοποίησης των μεταναστευτικών ροών σε Αιγαίο ή Έβρο;

Στο ενδεχόμενο εκδήλωσης τουρκικής επιθετικότητας πολλά είναι τα υποθετικά και θεωρητικά σενάρια. Για όλα η Ελλάδα είναι έτοιμη. Να μην αποκλειστεί όμως και το ενδεχόμενο προβοκάτσιας από δυνάμεις, που θα ήθελαν να πληγεί η νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Το απρόβλεπτο επεισόδιο μπορεί να είναι μια αφορμή. Η ιστορία έχει αποδείξει ότι μεγάλοι πόλεμοι και μάχες ξεκίνησαν από ανεξέλεγκτο, μικρής εμβέλειας, περιστατικό, που όμως, λόγω της συσσωρευμένης έντασης και της δημιουργίας κλίματος αντιπαράθεσης, οδήγησε σε σύγκρουση.

Πόσο δυσκολεύει τα πράγματα το γεγονός ότι έχουν κοπεί όλες οι διπλωματικές γέφυρες μεταξύ των δύο χωρών; Δηλαδή ότι λείπει εκείνο το κανάλι επικοινωνίας, που όπως γνωρίζετε καλά ως διπλωμάτης, βοηθά στις πιο κρίσιμες ώρες, για εκτόνωση της κατάστασης;

Η ιστορία των ελληνοτουρκικών σχέσεων έχει αποδείξει ότι σημαντικό ρόλο διαδραμάτιζαν για την εκτόνωση εντάσεων και κρίσεων οι διαπροσωπικές σχέσεις των ηγετών των δύο χωρών. Και θυμίζω τις σχέσεις Βενιζέλου-Ατατούρκ, του Κωνσταντίνου Καραμανλή με τον Ντεμιρέλ του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη με τον Οζάλ.

Στις μέρες μας οι σχέσεις Μητσοτάκη-Ερντογάν ξεκίνησαν πολύ καλά και το κλίμα το 2019 ήταν ευνοϊκό. Τα όσα όμως ακολούθησαν με ενέργειες και δηλώσεις εθνικιστικών κύκλων, κυρίως από την Τουρκία, επιδείνωσαν το κλίμα και μετέφεραν την αντιπαράθεση σε προσωπικό επίπεδο, με τον κ. Ερντογάν να επιτίθεται κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη.

Με τη σειρά του, ο Έλληνας Πρωθυπουργός στάθηκε με αποφασιστικότητα και αυστηρότητα, χωρίς όμως να κλείσει την πόρτα του διαλόγου, ο οποίος μπορεί να ξεκινήσει με βάση τις παραδεκτές, από το διεθνές δίκαιο, διαφορές, που δεν είναι παρά η οριοθέτηση των Θαλασσίων Ζωνών. Και βέβαια, να φύγει μια για πάντα από τη μέση η αμφισβήτηση της ελληνικότητας των νησιών και της εθνικής μας κυριαρχίας.

Κάτι που, μετά από πολλές δεκαετίες, εμφανίστηκε προ εξαμήνου, σαν αποτέλεσμα της αφύπνισης του βαθέως τουρκικού κράτους, που είχε και έχει πάντοτε τους δικούς του πάγιους στρατηγικούς σχεδιασμούς, συνάμα δε και από σειρά παραχωρήσεων εκ μέρους του κ. Ερντογάν, για λόγους καθαρά εσωτερικών πολιτικών δυναμικών στην Τουρκία προς τα εθνικιστικά και λαϊκίστικα κόμματα και πρόσωπα. Αυτό έθεσε τον κ.  Ερντογάν εκτός της πολιτικής του τροχιάς, όπως αυτή γνωρίσαμε τα χρόνια πριν από την κρίση.

Ορθά εμείς επιμένουμε στο διάλογο και κοντά στην ελληνική θέση, όπως αυτή με σαφήνεια διατυπώνεται από το κ. Μητσοτάκη. Συμφωνεί και η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών των δύο χωρών.

Εκτιμώ ότι, όταν ξεπεραστεί αυτή η περίοδος, θα εγκαινιαστεί μια καινούργια σχέση καλής γειτονίας. Κάτι που θα είναι επωφελές για τις δύο χώρες, για την Κύπρο και για την ευρύτερη γειτονιά μας, στην οποία είμαστε όλοι «καταδικασμένοι» να ασκούμε το δικαίωμά μας στη ζωή και στην πρόοδο.

Και όλα αυτά, φθάνει να μην συμβεί το «αδιανόητο».