Από την εν εξελίξει πολεμική σύρραξη Ισραήλ και Ιράν ξεκίνησε η συνέντευξη του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ, Θανάση Κοντογεώργη στην τηλεόραση της «Ναυτεμπορικής»
«Ζούσε σε μια περίοδο κατά την οποία οι κρίσεις έχουν προσλάβει χαρακτήρα μονιμότητας και κανονικότητας. Τις αντιμετωπίζουμε βέβαια, πάμε παρακάτω, αλλά κάθε κρίση αφήνει και το αποτύπωμά της -και αυτή η κρίση σίγουρα θα αφήσει ένα αποτύπωμα», ήταν το εισαγωγικό σχόλιό του.
Πάντως, συνέχισε, «ευελπιστούμε ότι θα προσέλθουν όλοι στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων - εμάς μας ενδιαφέρει η ειρηνική επίλυση των διαφορών. Σίγουρα όμως θα έχει και οικονομικές επιπτώσεις, ακόμη δεν ξέρουμε τι διαστάσεις θα προσλάβει η διαμάχη. Οι επιπτώσεις θα είναι σε παγκόσμιο επίπεδο, χρειάζεται ετοιμότητα από όλους σε διεθνές επίπεδο, αλλά και στη χώρα μας», είπε.
Και, εν συνεχεία, υπογράμμισε, «η ελληνική κυβέρνηση έχει μια πολιτική αρχών και αξιών, η οποία εδράζεται στους κανόνες του διεθνούς δικαίου». Και, «ναι, μπορεί να έχουμε μια συμμαχία, ναι, μπορεί να επενδύουμε στη σχέση αυτή, αλλά στους φίλους και τους συμμάχους πρέπει να μιλάμε τη γλώσσα της αλήθειας» -μια γραμμή που έχει η χώρα μας και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και στα άλλα fora.
Ο τουρκικός χάρτης θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού
Επόμενο θέμα της συνέντευξης, ο τουρκικός χάρτης θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού: «Είναι μια αναμενόμενη και προαναγγελθείσα σε ένα βαθμό, κίνηση από την πλευρά της Τουρκίας», ήταν η απάντηση του υφυπουργού παρά τω πρωθυπουργώ, που υπενθύμισε συγχρόνως ότι «στις 19 Απριλίου η χώρα μας κατέθεσε (σ.σ. χάρτη) στο αρμόδιο ευρωπαϊκό όργανο - γιατί κι αυτό έχει μια σημασία σε σχέση με το τι έχει κάνει η τουρκική πλευρά». Με άλλα λόγια, διευκρίνισε, «δεν έχει κατατεθεί σε κάποιο όργανο που να έχει δικαιοδοσία επί των θεμάτων αυτών. Προφανώς είναι μια προσπάθεια σφετερισμού της ελληνικής δικαιοδοσίας», στηλίτευσε και διαβεβαίωσε ότι «η κυβέρνηση θα κάνει ό,τι απαιτείται στα διεθνή fora όπως έχει κάνει σε αντίστοιχες περιπτώσεις».
Εξ άλλου, η κυβέρνηση στηρίζεται στο διεθνές δίκαιο και το δίκαιο της θάλασσας, ανέφερε επίσης και προσέθεσε: «Υπάρχει πλέον το κέλυφος που έχει να κάνει με το θαλάσσιο χωροταξικό σχεδιασμό. Είναι αυτή η κυβέρνηση που επεξέτεινε την αιγιαλίτιδα ζώνη στα 12 μίλια, έχει κάνει συμφωνίες για την ΑΟΖ και με την Ιταλία και με την Αίγυπτο». Και, στο δια ταύτα, «η χώρα μας διασφαλίζει και δεν απεμπολεί κανένα δικαίωμά της. Τα θαλάσσια πάρκα έχουν κυρίως μια περιβαλλοντική διάσταση».
Ειδικώς δε, για τον ευρωπαϊκό δρόμο της Τουρκίας, σημείωσε ότι η Ελλάδα δεν έχει βάλει εμπόδια, παρά μόνο όταν προκύπτουν ζητήματα καλής γειτονίας. Άλλωστε, συμπλήρωσε, «τα ήρεμα νερά πρέπει να είναι και ασφαλή, δεν είναι κακό να συζητάμε. Είναι όμως σαφείς σε όλες τις πλευρές οι διαχωριστικές γραμμές».
Ερωτηθείς εάν επίκειται συνάντηση του πρωθυπουργού της Ελλάδας και του Προέδρου της Τουρκίας, ο Θ. Κοντογεώργης παρατήρησε πως έπεται η Σύνοδος του ΝΑΤΟ, αλλά «δεν ξέρω αν εκεί θα υπάρχει ευκαιρία. Ο πολιτικός διάλογος συνεχίζει και με την ομάδα για τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και του πολιτικού διαλόγου με την κυρία Παπαδοπούλου και τον κύριο Χατζηβασιλείου. Είναι ένας διάλογος που πρέπει να συνεχισθεί τηρώντας πάντα τις διαχωριστικές γραμμές», διεμήνυσε κλείνοντας.
Για ΟΠΕΚΕΠΕ
Σε άλλο θέμα της επικαιρότητας, τον ΟΠΕΚΕΠΕ, αφού αναγνώρισε ότι «δεν είναι ένα παράδειγμα επιτυχούς διαχείρισης», σημείωσε ότι «το πρόστιμο αφορά την περίοδο 2016-2023. Χωρίς να επιμερίσουμε τις ευθύνες, υπήρχε ένα πρόβλημα. Η κυβέρνηση δίνει μια λύση μέσω της κατάργησης, από του χρόνου, της διαδικασίας μέσω του ΟΠΕΚΕΠΕ» και της ταυτόχρονης ανάθεσης της αρμοδιότητας «στην ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων για λόγους διαφάνειας».
Προανακριτική στη Βουλή για τα Τέμπη
Αναφορικά με τη συζήτηση στη Βουλή την Τετάρτη για την προανακριτική των Τεμπών, υπογράμμισε τη θεσμική, όπως είπε, θέση της κυβέρνησης για «ισότιμη μεταχείριση μεταξύ των πολιτών και των πολιτικών προσώπων όταν προκύπτουν τέτοια ζητήματα, για την αναζήτηση τυχόν ποινικών ευθυνών. Αυτό ακολουθήθηκε στην περίπτωση του κυρίου Τριαντόπουλου, αυτό ακολουθούμε και στην περίπτωση του κυρίου Καραμανλή. Είναι κάτι που η κοινοβουλευτική πλειοψηφία επιθυμεί και δέχεται». Ως εκ τούτου, συμπλήρωσε, «δεν μπορούμε να αποστούμε, ως κοινοβουλευτική πλειοψηφία, από τη θέση αυτή γιατί θα την υπερασπισθούμε και στην επικείμενη συνταγματική αναθεώρηση», εξήγησε.
Κληθείς να σχολιάσει την κοινή πρόταση τεσσάρων κομμάτων (Ελληνική Λύση, ”Νίκη”, Πλεύση Ελευθερίας και Κίνημα Δημοκρατίας), επισήμανε ότι «τα όρια της πολιτικής κριτικής έχουν ξεπερασθεί εδώ και πάρα πολύ καιρό». Έκανε δε, λόγο για συγκεκριμένη τακτική εκ μέρους τους, «να μπορέσουμε να χωρέσουμε στον κομματικό ανταγωνισμό μια τραγωδία». Ο Θ. Κοντογεώργης εξέφρασε μάλιστα τη λύπη του που «τα συγκεκριμένα κόμματα έφτασαν στο συγκεκριμένο σημείο, αλλά όλα αυτά αύριο θα συζητηθούν και θα απαντηθούν, και ο κάθε πολίτης θα εξάγει τα συμπεράσματά του».
Για συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής της ΝΔ
Όσον αφορά την ομιλία του πρωθυπουργού και προέδρου της ΝΔ στη συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής του κόμματος την Δευτέρα, τόνισε πως η φράση «"το είπαμε και το κάναμε" είναι ο οδηγός μας για το επόμενο διάστημα. Ήταν κάτι που οι πολίτες αναγνώρισαν το 2023 με τα προβλήματα που υπήρχαν -κι αυτό θα είναι το κριτήριο της αξιολόγησης το 2027, οπότε και θα γίνουν οι εκλογές, κι όχι νωρίτερα».
Συν τοις άλλοις, «ενώπιον ενός κομματικού κοινού χρειάζεται μια επικοινώνηση των θέσεων και του έργου της κυβέρνησης. Το κόμμα πρέπει να είναι ενεργό, έχουμε έναν νέο γραμματέα της Πολιτικής Επιτροπής. Επομένως κόμμα και κυβέρνηση θα συλλειτουργήσουν και το επόμενο διάστημα, προκειμένου και να γειώνουν περισσότερο την κυβερνητική πράξη. Δεν τα ξέρουμε όλα, πρέπει να δούμε τα αποτελέσματα των πολιτικών μας, πώς τα εισπράττει η κοινωνία, να δούμε προσαρμογές που χρειάζονται», δήλωσε χαρακτηριστικά. Και, «το να είναι ζωντανό το κόμμα και να έχει σχέση με την κοινωνία, αυτό τροφοδοτεί όλους μας σε επίπεδο κυβέρνησης για να κάνουμε καλύτερα τη δουλειά μας».
Ενώ, τέλος, για τη φράση του Κυριάκου Μητσοτάκη, «…δεν έχουμε ανάγκη κάθε τόσο από αυτόκλητους συμβουλάτορες, ιδίως στα εθνικά μας ζητήματα...», ο υφυπουργός παρά τω πρωθυπουργώ έδωσε την ερμηνεία ότι «αφορά όσους είναι επισπεύδοντες σε μια σχετικά άδικη, κατά την άποψή μας, κριτική στην εξωτερική πολιτική. Αυτή η κυβέρνηση έχει δείξει σε όλα τα επίπεδα -αμυντικό και διπλωματικό- ότι θωρακίζει τη χώρα, ότι έχει ανακτήσει την αξιοπιστία της. Όσοι σπεύδουν να είναι αρκετά επικριτικοί στην εξωτερική πολιτική μας, κάνουν λάθος. Η αναφορά του πρωθυπουργού αφορά όλες εκείνες τις περιπτώσεις, οι οποίες μπαίνουν σε αυτή τη διαδικασία», κατέληξε.