Είχα μια συνομιλία τις προάλλες με έναν θείο που άφησε το χωριό και ήρθε στην πρωτεύουσα για να δημιουργήσει καλύτερες συνθήκες διαβίωσης τόσο για εκείνον όσο και την οικογένειά του. Ο θείος φτωχός από ορεινό χωριό της Λέσβου κατέφθασε στην Αθήνα τη δεκαετία του ’60 με το πλοίο της γραμμής και με μια βαλίτσα που είχε όλη του την προίκα, δηλαδή τα απολύτως απαραίτητα.
Εκείνος ο θείος, λοιπόν, όντας από οικογένεια αγροτών κομμουνιστών, τα πρώτα του μεροκάματα τα έκανε ως ανειδίκευτος εργάτης. Με τα βιώματα που είχε από το σπίτι του αλλά και από τον σκληρό και ιδιαίτερα απαιτητικό χώρο εργασίας ήταν θέμα χρόνου να ενταχθεί στην Αριστερά. Σε μια κουβέντα που είχαμε πρόσφατα για την πολιτική και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ο σημερινός νέος είπε: «Η εποχή που διανύουμε είναι δύσκολη. Έχουμε εκατοντάδες πτυχιούχους ανέργους ή να απασχολούνται σε θέσεις που δεν έχουν καμία σχέση με το γνωστικό αντικείμενό τους. Αυτό που δεν μπορώ να δεχθώ, όμως, είναι κάποιος νέος μετά τα 25 να ψηφίζει Αριστερά. Και το λέω εγώ, ένας ορκισμένος κομμουνιστής».
Τα πρόσφατα δημοσκοπικά ευρήματα αναδεικνύουν πρώτη τη Νέα Δημοκρατία με εμφανώς αισθητή βελτίωση των ποσοστών της, λίγο πριν εκείνο γράψει μπροστά τον αριθμό και φθάσει στο 30%. Τα αποτελέσματα, αν και ήχησαν γλυκά στα αυτιά των ενοίκων της Πειραιώς και του Μεγάρου Μαξίμου, αφήνουν προβληματισμούς αφού στην κατηγορία των νέων και συγκεκριμένα στην ηλικία 17 – 34 η Πλεύση Ελευθερίας βρίσκεται στην πρώτη θέση με το κυβερνών κόμμα να έπεται.
Στην πλειοψηφία τους οι νέοι εφόσον προσέλθουν στις κάλπες επιλέγουν δια της ψήφου τους να στείλουν κάποιο μήνυμα διαμαρτυρίας ή να υποστηρίξουν ένα κόμμα που υπόσχεται ότι θα «γκρεμίσει» το παλιό. Αυτό συμβαίνει είτε για το νεαρό της ηλικίας και ο πόθος για αλλαγή και επανάσταση, είτε γιατί θεωρούν και βλέπουν στην πράξη ότι κανένα «συστημικό» κόμμα δεν τους τοποθετεί πραγματικά στο επίκεντρο.
Είναι πολίτες, οι οποίοι ως παιδιά και μαθητές βίωσαν μαζί με τις οικογένειες τους το ένα μνημόνιο μετά το άλλο και εισάγονται σε έναν χώρο εργασίας που προσφέρει πολλή δουλειά με μισθό που δεν ανταποκρίνεται στις συνθήκες εργασίας και την εξειδίκευσή τους, την ώρα που το κόστος διαβίωσης αυξάνεται συνεχώς.
Οι σημερινοί νέοι, λοιπόν, ολοκληρώνουν το σχολείο ή τις σπουδές τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση και εισέρχονται σε μια μακρά συνθήκη αβεβαιότητας και ανασφάλειας. Αναγκάζονται μάλιστα να επιστρέψουν, αν έχουν φύγει, στο πατρικό τους σπίτι και στα παιδικά τους δωμάτια γιατί η ενοικίαση στέγης δεν ενδείκνυται για το πορτοφόλι τους. Ολόκληρες γενιές βυθίζονται στην εσωστρέφεια και στη μιζέρια, καθώς έχουν ευήκοα ώτα στις «σειρήνες» και παρουσιάζονται εντελώς απροστάτευτοι από τις «σειρήνες» των δημαγωγών. Κι όταν ανά τακτά χρονικά διαστήματα σκάνε και βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας σκάνδαλα, οικονομικές ατασθαλίες και απάτες, τόσο οι νέοι εξοργίζονται και η αγανάκτησή τους μετουσιώνεται στην κάλπη.
Οι νέοι δεν θέλουν πολλά. Θέλουν να εργάζονται, να λαμβάνουν ένα ικανοποιητικό εισόδημα, το οποίο θα του επιτρέπει να ανταπεξέρχονται στις υποχρεώσεις του και να διάγουν μια ήρεμη ζωή. Λογικό!
Επομένως, απαιτείται ουσιαστική και οικονομικά μετρήσιμη πολιτική. Πολιτική στις πράξεις, με σχέδιο, όραμα και απτά αποτελέσματα. Η ηγεσία της Νέας Δημοκρατίας και οι αρμόδιοι υπουργοί οφείλουν να βάλουν στην πρώτη γραμμή προτεραιοτήτων τη νέα γενιά, κι ας μην αποτελεί ισχυρή της «εκλογική δεξαμενή». Η νέα γενιά που είναι η συνέχεια και πρέπει να μείνει στη χώρα έτσι ώστε να πάει μπροστά σε όλα τα επίπεδα.
Εξάλλου, ο Γεώργιος Ράλλης συνήθιζε να λέει «Δύο πράγματα με συγκινούν, ο εθνικός ύμνος και οι νέοι».
*Ο Στρατής Κοκκινέλλης είναι φιλόλογος - δημοσιογράφος