Η ευτυχία: Κοστίζει περισσότερο από όσο αξίζει;

Η ευτυχία: Κοστίζει περισσότερο από όσο αξίζει;

Καμιά φορά οι Έλληνες γνωμοδιαμορφωτές, όπως ακριβώς και οι πολιτικοί που περιδεώς τους ακολουθούν, θυμίζουν τα μέλη της δυναστείας των Βουρβόνων: Δείχνουν τίποτε να μην μαθαίνουν (από το τίμημα της ευτυχίας...) Και τίποτε να μην ξεχνούν (από τις στιγμές της επίπλαστης ευημερίας…).

Χαρακτηριστικό παράδειγμα: Εις εκ των κορυφαίων δημοσκόπων της χώρας μας, αρθρογραφώντας με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Επιλογή εχθρού», παροτρύνει την κυβέρνηση να προχωρήσει σε σημαντικές παροχές προς την κοινωνία, με βάση μια λογική που συμπυκνώνεται στην κατακλείδα του άρθρου: «Καλύτερα να έχει εχθρό την ΕΕ παρά τον λαό»…

Και το πρόβλημα δεν είναι τι ζητούν οι –προσκείμενοι στην κυβέρνηση- δημοσκόποι, έστω και οι πλέον έγκριτοι. Το πρόβλημα είναι πως το ίδιο, αυτοί εν κρυπτώ και παραβύστω, εισηγούνται στον πρωθυπουργό και κάποιοι σημαίνοντες υπουργοί του… (Όχι εκ των εχόντων την κεντρική ευθύνη για τα οικονομικά της χώρας, είναι αλήθεια…).

Επ’ αυτής της «φιλολαϊκής» λογικής, παρατηρητέα λοιπόν τα ακόλουθα:

Το ότι η κοινωνία –ακόμη και το κακομαθημένο και επιρρεπές στην (υπερ)κατανάλωση τμήμα της- βογγάει αυτό το διάστημα από την ακρίβεια θα έπρεπε κάποιος να είναι εθελότυφλος ή επιλεκτικά τυφλός, κάπως όπως ενίοτε η ελληνική Δικαιοσύνη, για να μην το βλέπει… Το ότι καμία δημοκρατική κυβέρνηση δεν μπορεί να κυβερνά επί μακρόν αγνοώντας το λαϊκό βογγητό είναι επίσης πασίγνωστο.

Το ότι οι κυβερνήσεις της ΕΕ πρέπει, όλες μαζί και από κοινού με τους υπερκρατικούς θεσμούς, πρωτίστως την Ευρωπαϊκή Τράπεζα, να αναζητήσουν έναν ρεαλιστικό συμβιβασμό μεταξύ δημοσιονομικής υγείας και κοινωνικής ευπραγίας ασφαλώς και είναι ομοίως προφανές και πασίδηλο…

Ωστόσο…

Ως άνθρωπος που αφιέρωσε τη ζωή του στη διαχρονική μελέτη της πολιτικής ζωής του τόπου, προσπαθώντας να ανιχνεύσει τα αίτια των εθνικών τραγωδιών, θα ήθελα να δώσω κάποια παραδείγματα –ορισμένα εξ αυτών επετειακώς επίκαιρα- για το τι συμβαίνει κάθε φορά που η, οικονομική ή ψυχολογική, «ευτυχία» της κοινωνίας προτάσσεται της αξιολόγησης της δημοσιονομικής ή της διεθνοπολιτικής πραγματικότητας (συνήθως οι δύο αυτές πτυχές της πραγματικότητας συμπλέκονται, συγχέονται και συγχωνεύονται…):

Τον Αύγουστο του 1920 ο Βενιζέλος, ενεργοποιώντας τις πιέσεις προς τη νέα ιταλική κυβέρνηση του Μιλεράν και κυρίως του Λόυντ Τζορτζ, πέτυχε να την εξαναγκάσει να υπογράψει νέο ελληνοϊταλικό σύμφωνο, το σύμφωνο Βενιζέλου-Μπονίν Λογγάρ, που αντικατέστησε την καταγγελθείσα από την ίδια, ως εθνικώς ασύμφορη, συμφωνία Βενιζέλου-Τιττόνι της προκατόχου της.

Επρόκειτο για τεράστια επιτυχία του Κρητικού πολιτικού, γιατί και η νέα συμφωνία προέβλεπε, σχεδόν με τους ίδιους όρους όπως η καταγγελθείσα, την παραχώρηση στην Ελλάδα των Δωδεκανήσων πλην της Ρόδου. Την επομένη, με πρωτοσέλιδη φωτογραφία της νήσου αυτής, η Καθημερινή ουσιαστικά κατήγγελλε τον πρωθυπουργό για αυτή την εξαίρεση…

Το 1921 δύο φορές οι Δυνάμεις προσφέρθηκαν να παρέμβουν συμβιβαστικά στην ελληνοτουρκική σύρραξη. Και τις δύο φορές, υπηρετώντας το λαϊκό αίσθημα, τη λαϊκή «ευτυχία» επί της ουσίας στη βραχυπρόθεσμη προσέγγιση της, ΟΜΟΦΩΝΩΣ το εθνικό κοινοβούλιο απέρριψε κάθε συμβιβασμό, άρα και τη διαμεσολάβηση. Στο πρώτο ψήφισμά του, μάλιστα, χαρακτήρισε τη Συνθήκη των Σεβρών «ελάχιστο όριο των εθνικών δικαίων».

Να θυμίσω επίσης πόσο ευτυχισμένη έκαναν με πιο υλικές και πεζές παροχές την κοινωνία ο Ανδρέας Παπανδρέου και ο Κώστας Καραμανλής, αδειάζοντας το δημόσιο ταμείο και υπερχρεώνοντας τη χώρα, και πόσο διαφορετικά πολιτεύτηκε τις περισσότερες φορές ο Κωνσταντίνος Καραμανλής;

Να τολμήσω ως συμπέρασμα των προαναφερόμενων την κρίση πως όταν ένας πολιτικός ηγέτης θέλει να έχει φιλικό προς τον ίδιο τον λαό στην κάλπη, συνήθως έχει εχθρική προς την υστεροφημία του την Ιστορία; (Δεν αγνοώ ωστόσο, και αυτό δείχνει την τραγική αντιφατικότητα της πολιτικής, πως για να ασχοληθεί με έναν δημοκρατικό ηγέτη η Ιστορία για κάποιο διάστημα τουλάχιστον πρέπει να έχει πάρει τον λαό με το μέρος του…).

ΑΣΧΕΤΟ ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΟ: Ο Στάλιν αλλά και οι ηγέτες της δημοκρατικής Δύσης, βομβαρδίζοντας τη Δρέσδη και άλλα σημεία χωρίς στρατιωτικό ενδιαφέρον του εδάφους του 3ου Ράιχ τιμώρησαν τον ναζισμό του παρελθόντος. Βομβαρδίζοντας μαιευτήρια και βρεφοκομεία ο νέος Βλαδίμηρος συντρίβει τον «ναζισμό του μέλλοντος». Υπάρχει πρόοδος και διορατικότης…

*Ο καθηγητής Θανάσης Διαμαντόπουλος είναι συγγραφέας του έργου «Η κορύφωση του Εθνικού Διχασμού: Η Δίκη των Έξι», που θα εκδοθεί το προσεχές διάστημα από τις εκδόσεις Πατάκη.