Ο άνθρακας, ο χάλυβας και οι ανατροπές
70 χρόνια μετεξέλιξης της Ευρώπης

Ο άνθρακας, ο χάλυβας και οι ανατροπές

«Αφού η βία, ο πόλεμος και η εγκληματική παράνοια, η οποία κλιμακώθηκε αισχρά και τραγικά με το Ολοκαύτωμα, ρήμαξαν την ήπειρο μας, το μήνυμα ήταν 'ποτέ πια!'. Ή για να χρησιμοποιήσω τα λόγια του Ρόμπερτ Σούμαν στην ιδρυτική διακήρυξη της 9ης Μάιου του 1950 για την Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα ‘η Παγκόσμια ειρήνη δεν μπορεί να διαφυλαχθεί χωρίς δημιουργικές προσπάθειες ισοδύναμες με τους κινδύνους που την απειλούν’. Σήμερα, πάνω από 72 χρόνια αργότερα και σε μια συγκυρία που είναι διαφορετική αλλά όχι απολύτως αποκομμένη από τις ρίζες της, αυτά τα λόγια έχουν έντονη απήχηση».

Με αυτά τα λόγια ο Ξαβιέ Μπετέλ, πρωθυπουργός του Λουξεμβούργου, χαιρέτισε μαζί με την πρόεδρο της Κομισιόν, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν τα 70 χρόνια από την πρώτη συνάντηση της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ), του «σπόρου» από τον οποίο γεννήθηκε η σημερινή Ευρωπαϊκή Ένωση. Η ιδρυτική απόφαση τέθηκε σε ισχύ στις 23 Ιουλίου 1952.

Ακριβώς εβδομήντα χρόνια μετά, η ιστορία του «προγόνου» της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταγράφει μια απογοήτευση και μια ειρωνεία. Η Ένωση και η ανάπτυξη δεν εμπόδισαν ένα νέο πόλεμο στην Ευρώπη, αυτόν στην Ουκρανία, ενώ ο άνθρακας που ήταν το σημείο αναφοράς και ο μοχλός για την πρόοδο του πρώτου ενωσιακού εγχειρήματος τώρα αντιμετωπίζεται ως βαρίδι. Αποτελεί όμως και σωσίβιο απέναντι στην εργαλειοποίηση των άλλων καυσίμων από τη Ρωσία.

Ειρήνη και κάρβουνο

«Οι καταστροφικές επιπτώσεις του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και η συνεχής απειλή μιας αντιπαράθεσης Ανατολής-Δύσης κατέστησαν τη γαλλογερμανική συμφιλίωση βασική προτεραιότητα. Η απόφαση για κοινή διαχείριση των βιομηχανιών άνθρακα και χάλυβα από έξι ευρωπαϊκές χώρες, ενίσχυσαν τις βάσεις αυτής της ολοκλήρωσης και ενδυνάμωσαν την ιδέα ενός κοινού μέλλοντος για τις έξι ευρωπαϊκές χώρες.», αναφέρεται στη σελίδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για το σκεπτικό που οδήγησε στη δημιουργία της Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα. 

Οι χώρες αυτές ήταν η Γαλλία, η Ιταλία, η Γερμανία, το Βέλγιο, οι Κάτω Χώρες και το Λουξεμβούργο.

Η επιλογή του άνθρακα και του χάλυβα δεν ήταν τυχαία καθώς στις αρχές της δεκαετίες του 1950, οι βιομηχανίες που επικεντρώνονταν σε αυτά τα προϊόντα ήταν ζωτικής σημασίας και τα θεμέλια της ισχύος ενός κράτους. Πέρα από τα σαφή οικονομικά οφέλη που επρόκειτο να αποφέρει, η από κοινού διαχείριση των γαλλικών και των γερμανικών σχετικών πόρων επρόκειτο να επισφραγίσει το τέλος του ανταγωνισμού των δύο χωρών.

Η κεντρική ιδέα λοιπόν ήταν απλή και αποδείχθηκε ότι λειτούργησε καλά για πολλά χρόνια παρά το γεγονός ότι βασίστηκε σε δεδομένα που άλλαξαν ραγδαία στη συνέχεια. Ήθελαν λοιπόν να καταστήσουν ένα νέο παγκόσμιο πόλεμο αδύνατο αφαιρώντας τον έλεγχο του άνθρακα και του χάλυβα, προϊόντων που ήταν βασικά για την κατασκευή όπλων,  από τον απόλυτο έλεγχο των εθνικών κυβερνήσεων.

Επίσης, διασυνδέοντας πολύ στενά τις οικονομίες της Ευρώπης, ο πόλεμος θα καθίστατο μια μάλλον ανόητη επιλογή.

Το πρότζεκτ ειρήνης αντιμέτωπο με πόλεμο

Αυτό το επιτυχές πρότζεκτ ειρήνης μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία εξελίχθηκε σ' ένα πρότζεκτ πολέμου. Ξαφνικά, η Γερμανία επανεξοπλίζεται, η Δανία αποφάσισε να ενταχθεί στην κοινή ευρωπαϊκή άμυνα και η Σουηδία και η Φινλανδία θέλουν να μπουν στο ΝΑΤΟ. Τα ταμπού ξεπεράστηκαν και πια και η ευρωπαϊκή οικονομία γίνεται πολεμική οικονομία. Οι προϋπολογισμοί για τα εξοπλιστικά αυξάνονται. Και οι αλλαγές δε φαίνεται ότι θα σταματήσουν εδώ.

« Ο πόλεμος στην Ουκρανία θα αναμορφώσει την Ευρώπη. Αυτό δε σημαίνει ότι οι Ευρωπαίοι πρέπει να εγκαταλείψουν τον ιδεαλισμό και τη δημιουργικότητα που ήταν οδηγοί στο πιο επιτυχημένο σχέδιο ειρήνης στην ιστορία. Αλλά πρέπει να αποδεχθούν ότι το δικό τους μοντέλο δε θα είναι ποτέ παγκόσμιο και ότι όλο και πιο συχνά η ειρήνη του οίκου τους μπορεί να εξαρτάται  από το ότι θα πάρουν απόφαση να ανέχονται πολέμους που συμβαίνουν αλλού. Από εδώ και πέρα, η Ευρωπαϊκή ενοποίηση θα καθοδηγείται από την ανάγκη νίκης σ’ έναν επικίνδυνο κόσμο αντί από την επιθυμία να αποφεύγουν πολέμους», εκτιμά σε άρθρο του ο Μάρκ Λέοναρντ, διευθυντής του think-tank European Council on Foreign Relations.

Η κοινότητα άνθρακα που θέλει να εγκαταλείψει τον άνθρακα (αλλά δεν μπορεί)

Η Ευρώπη αν και «αργό καράβι» είναι από τις πρώτες που μπήκαν στη διαδικασία να μετασχηματίσουν της πηγές ενέργειας πάνω στις οποίες εδράζει την οικονομία της. Αν και γεννήθηκε από το κάρβουνο προσπαθεί τα τελευταία χρόνια να απαλλαγεί από αυτό και το αποτύπωμα του στον πλανήτη.

Έχει κάνει περισσότερα για να μειώσει τις εκπομπές αερίων θερμοκηπίου τις τελευταίες τρεις δεκαετίες απ’ οποιαδήποτε άλλη περιοχή στον κόσμο. Επέκτεινε τη χρήση ηλιακής και αιολικής ενέργειας, επέβαλε φόρους άνθρακα και άλλες πολιτικές για αυξήσει το κόστος χρήσης της «βρώμικης» ενέργειας. Συνολικά η ΕΕ έχει μειώσει τις εκπομπές της κατά 30% από το 1990.

Ο πόλεμος στην Ουκρανία όμως και η πρόταξη της ενεργειακής απεξάρτησης από τα ρωσικά καύσιμα, κάνουν όλο και περισσότερα κράτη-μέλη στρέφονται προς τον άνθρακα για να εξασφαλίσουν ότι οι πολίτες για να μην εκτιναχτούν ακόμα περισσότερο οι τιμές του ρεύματος και να μπορέσουν να βγάλουν πέρα έναν δύσκολο ενεργειακά και πληθωριστικά χειμώνα. Οι λιγνιτικές μονάδες παίρνουν και πάλι μπροστά σε όλη την Ευρώπη και θα ξεκινήσουν την παραγωγή ενέργειας με διπλάσια επιβάρυνση της ατμόσφαιρας σε σύγκριση με το αέριο. Κακό σημάδι για το περιβάλλον και τη συμφωνία των Παρισίων που αποσκοπούσε σε μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου κατά τουλάχιστον 55% μέχρι το 2030 σε σύγκριση με το 1990.

«Οι κυβερνήσεις θέλουν να περισώσουν την αίσθηση άνεσης των πολιτών τους βραχυπρόθεσμα στηρίζοντας την οικονομίας αλλά ο κλιματικός αντίκτυπος θα είναι εδώ με την παραγωγή του διοξειδίου του άνθρακα διπλασιασμένη και άλλες πηγές μόλυνσης, όπως το οξείδιο του αζώτου που θα μπορούσε να προκύψει από μια κακή καύση άνθρακα», προειδοποιεί στο βελγικό rtbf ο Φραντσέσκο Κοντίνο καθηγητής του Πολυτεχνείου της Λουβαίν.

Και κάπως έτσι θα έρθει η στιγμή που θα πρέπει να επαναπροσδιοριστούν οι προτεραιότητες...