Οι έξι προτεραιότητες της εκπαιδευτικής πολιτικής στην Ελλάδα

Οι έξι προτεραιότητες της εκπαιδευτικής πολιτικής στην Ελλάδα

Τους έξι βασικούς στόχους για την παιδεία, παρουσίασε κατά την ομιλία της στην ημερίδα με θέμα: «Το εκπαιδευτικό σύστημα και η οικονομία: Η δόμηση του ανθρώπινου κεφαλαίου στην Ελλάδα», η Νίκη Κεραμέως, τονίζοντας ότι η κυβέρνηση επιδιώκει μια συνολική επαναπροσέγγιση στην παρεχόμενη εκπαίδευση.

Στην ημερίδα που που διοργάνωσαν το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνώ (ΙΟΒΕ) και η Παγκόσμια Τράπεζα, η Υπουργός Παιδείας είπε συγκεκριμένα: «Έχουμε θέσει έξι βασικούς, έξι στρατηγικούς στόχους που διατρέχουν οριζόντια το κυβερνητικό μας πρόγραμμα για την παιδεία και αποτυπώνουν τις προτεραιότητες της κυβέρνησης για όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης. Προτεραιότητες βάσει των οποίων επιδιώκουμε μια συνολική επαναπροσέγγιση στην παρεχόμενη εκπαίδευση. Μια συνολική επαναπροσέγγιση για τους νέους μας την εποχή της 4ης και σιγά σιγά της 5ης Βιομηχανικής επανάστασης». 

Αναλυτικά οι στρατηγικοί στόχοι της κυβέρνησης: 

-Μεγαλύτερη ελευθερία και μεγαλύτερη αυτονομία για σχολεία και πανεπιστήμια. Αξιοποιούμε τις μεγάλες δυνατότητες των εκπαιδευτικών λειτουργών σε όλες τις βαθμίδες, απελευθερώνουμε τον δυναμισμό τους.
-Εξωστρέφεια και ουσιαστικότερη διασύνδεση με την αγορά εργασίας.
-Ίσες ευκαιρίες για όλους. Κύριο μέλημά μας είναι να εξασφαλίσουμε ισότιμη πρόσβαση σε ποιοτικότερη εκπαίδευση για όλους.
-Έμφαση στις ήπιες και ψηφιακές δεξιότητες.
-Ενίσχυση των δεικτών κοινωνικού κεφαλαίου, που θα δώσουν ώθηση και στην κοινωνική και την οικονομική ανάπτυξη.
-Υιοθέτηση πολιτικών βάσει τεκμηρίωσης.

Σύμφωνα με όλους τους ομιλητές το εκπαιδευτικό σύστημα αποτελεί κομβικό στοιχείο στην προσπάθεια ανασυγκρότησης της ελληνικής οικονομίας και άμβλυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων.

Ο Πρόεδρος του ΙΟΒΕ, κ. Παναγιώτης Θωμόπουλος, στο χαιρετισμό του αναφέρθηκε στις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα και το εκπαιδευτικό σύστημα. «Η ανάλυση της αμφίδρομης σχέσης της εκπαίδευσης και της οικονομίας στην Ελλάδα έχει ιδιαίτερη σημασία ως βάση και για την αναζήτηση επιλογών πολιτικής για την ανάπτυξη της χώρας», τόνισε ο κ. Θωμόπουλος.

Ο Περιφερειακός Διευθυντής για τις χώρες της ΕΕ, της Παγκόσμιας Τράπεζας, κ. Arup Banerji αναφέρθηκε στη σημασία της εκπαίδευσης στον σύγχρονο κόσμο υπογραμμίζοντας ότι το υψηλό επίπεδο εκπαίδευσης και ανάπτυξης δεξιοτήτων αποτελούν τη βάση για τη δημιουργία καλών θέσεων εργασίας, με υψηλής ειδίκευσης εργαζομένους, την ανάπτυξη της καινοτομίας και την προσαρμογή σε ένα ταχέως μεταβαλλόμενο περιβάλλον.

Από την πλευρά του ο κ. Harry Patrinos, Education Practice Manager της Παγκόσμιας Τράπεζας, επικεντρώθηκε στον κομβικό ρόλο της εκπαίδευσης ώστε τα άτομα να επιτύχουν τις υψηλές επιδόσεις που επιθυμούν. Ένας υψηλού επιπέδου εκπαιδευτικός τομέας, τόνισε, θα υποστηρίξει την ανάκαμψη της Ελλάδας και την έξοδο από την οικονομική ύφεση της τελευταίας δεκαετίας. «Πρέπει να συνεργαστούμε για να επενδύσουμε στην εκπαίδευση, ώστε να μπορέσουν οι νέοι να αξιοποιήσουν το δυναμικό τους».

Στην ομιλία του ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, καθηγητής Νίκος Βέττας, υπογράμμισε τον κρίσιμο ρόλο του εκπαιδευτικού συστήματος για τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικονομίας και την προσαρμογή της στις νέες συνθήκες και απαιτήσεις. Ο κ. Βέττας αναφέρθηκε στη σημαντική πρόοδο που έχει συντελεστεί σε πολλά πεδία, όπως τη δημοσιονομική εξυγίανση, ωστόσο υπενθύμισε ότι η πρόοδος παραμένει εύθραυστη καθώς πολλά διαρθρωτικά προβλήματα παραμένουν. Ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ αναφερόμενος στο εκπαιδευτικό σύστημα τόνισε την διαχρονικά σημαντική αύξηση του επιπέδου εκπαίδευσης αλλά και τη διαχρονικά μειούμενη κατάταξη ως προς τις επιδόσεις, την χαμηλή σύνδεση της εκπαίδευσης με την παραγωγή και την εξαιρετικά περιορισμένη αυτονομία των εκπαιδευτικών μονάδων. Τέλος, ο κ. Βέττας αναφέρθηκε στις μεγάλες δημογραφικές προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα και οι οποίες επιβάλλουν τον ριζικό επανασχεδιασμό της εκπαιδευτικής πολιτικής, δίνοντας έμφαση στην αποτελεσματική διασύνδεση του εκπαιδευτικού συστήματος με την οικονομία και την αγορά εργασίας και την μείωση του κεντρικού ελέγχου στη διακυβέρνηση των εκπαιδευτικών μονάδων.