Εντυπωσιακή ανάπτυξη και φρένο στην παροχολογία

Εντυπωσιακή ανάπτυξη και φρένο στην παροχολογία

Αφού το ΑΕΠ «τρέχει» με 9,4% στο 9μηνο και οι πιθανότητες η χρονιά να κλείσει με ρυθμό ανάπτυξης ακόμη και άνω του 8% είναι πολλές, υπάρχει και το περιθώριο για πρόσθετα μέτρα στήριξης. Σωστά; Κι όμως, η… εξίσωση δεν λύνεται έτσι. Μπορεί κάποιοι να βλέπουν περιθώρια «πρόσθετου δημοσιονομικού χώρου» μετά την ταχύτερη του αναμενόμενου ανάπτυξη και κατά το γ' τρίμηνο, ωστόσο στο οικονομικό επιτελείο συστήνουν «αυτοσυγκράτηση» στην παροχολογία και στα αιτήματα για μέτρα στήριξης.

Ο λόγος είναι πολύ συγκεκριμένος: Το γεγονός ότι η χώρα θα κλείσει τη χρονιά με ρυθμό ανάπτυξης που μπορεί να φτάσει ακόμη και στο 8% - με βάση την νέα άτυπη επικαιροποιημένη πρόβλεψη που θέλει το ΑΕΠ να κινείται ανοδικά και το 4ο τρίμηνο- δεν σημαίνει ότι θα πάψει να υφίσταται το τεράστιο πρωτογενές έλλειμμα το οποίο κινείται στο 7% του ΑΕΠ. Ούτε ότι θα εξαφανιστούν ως δια μαγείας τα ελλείμματα που προβλέπονται και μέσα στο 2022.

Γι' αυτό, για φέτος, δεν πρέπει να αναμένεται τίποτα περισσότερο όσον αφορά σε παρεμβάσεις που έχουν δημοσιονομικό κόστος. Αντίστοιχα, πολύ στενά είναι τα περιθώρια και για το επόμενο έτος, καθώς το 2022 έχει προβλεφθεί από τώρα ότι θα είναι η 3η διαδοχική ελλειμματική χρονιά.

Και επειδή για το επόμενο έτος προβλέπονται… αναταράξεις στις αγορές, οι οποίες θα μεταφραστούν με υψηλότερο κόστος δανεισμού, ο νούμερο ένα στόχος του οικονομικού επιτελείου αυτή τη στιγμή είναι να σταλούν τα σωστά μηνύματα στους πραγματικούς «επιτηρητές» της ελληνικής αγοράς. Αυτοί δεν είναι πλέον μόνο οι «θεσμοί» αλλά και οι επενδυτές που αγοράζουν τα ελληνικά ομόλογα. Οι επενδυτές, οι ελεγκτικοί οίκοι και το σύνολο της διεθνούς κοινότητας, δεν θέλουν να δουν το έλλειμμα της επόμενης χρονιάς να «ξεφεύγει» ειδικά από τη στιγμή που  χώρα δεν έχει αποκτήσει ακόμη την επενδυτική βαθμίδα.

Σε επίπεδο προβλέψεων για τη φετινή ανάπτυξη, μετά την χθεσινή ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ που έφερε αύξηση 13,4% στο ΑΕΠ του 3ου τριμήνου, για να κλείσει το ΑΕΠ του έτους στο 7% (που είναι και ο τωρινός στόχος της κυβέρνησης), θα πρέπει να έρθουν τα πάνω κάτω. Πρακτικά, το ΑΕΠ του τέταρτου τριμήνου θα πρέπει να κλείσει στα ίδια επίπεδα με αυτά του 2020. Δηλαδή, συγκρίνοντας μια περίοδο με ανοικτή την αγορά με μια περίοδο όπου ήταν όλα κλειστά και οι αγορές επιτρέπονταν μόνο με click away, θα πρέπει να βγει το ίδιο αποτέλεσμα. Πόσο πιθανό είναι αυτό; Ακόμη και ένας… συντηρητικός ρυθμός ανάπτυξης της τάξεως του 2-3% στο δ' τρίμηνο, θα φέρει το τελικό ποσοστό ανάπτυξης στο 8% και το ΑΕΠ στα επίπεδα των 180 δισ. ευρώ δηλαδή ακόμη πιο κοντά στα επίπεδα του 2019. Αυτά σε μακροοικονομικό επίπεδο.

Σε δημοσιονομικό επίπεδο, την επόμενη εβδομάδα θα ανακοινωθεί υπεραπόδοση και στα φορολογικά έσοδα του Νοεμβρίου. Αυτός ο δημοσιονομικός χώρος που -σύμφωνα με πληροφορίες- έχει ήδη δημιουργηθεί, θα διατεθεί αφενός για να χρηματοδοτηθούν τα πρόσθετα μέτρα στήριξης που ανακοινώθηκαν προ ημερών (σ.σ για υγειονομικούς, συνταξιούχους και ΑΜΕΑ) και αφενός για να πληρωθούν οι εργολάβοι του Δημοσίου οι οποίοι έχουν μείνει απλήρωτοι εδώ και μήνες λόγω εξάντλησης του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων. Στην λογική αυτή θα έρθει σχετική τροπολογία άμεσα για να επιτραπεί η αύξηση των δαπανών του ΠΔΕ και να πληρωθούν τα οφειλόμενα.

Άρα, «δημοσιονομικός χώρος» για κάτι επιπλέον δεν υπάρχει. Ούτε για και το 2022 έχει φανεί ακόμη κάτι στον ορίζοντα. Ακόμη και τα μέτρα στήριξης για την αντιμετώπιση των συνεπειών της ενεργειακής κρίσης που θα εφαρμοστούν το 2022 θα επιδιωχθεί να χρηματοδοτηθούν με τους πόρους του Λογαριασμού Ενεργειακής Μετάβασης χωρίς να υπάρξει δηλαδή δημοσιονομική επιβάρυνση. Μάλιστα, είναι πολύ πιθανό να δούμε αλλαγές και στον τελικό κατάλογο των δικαιούχων των μέτρων στήριξης καθώς ήδη οι θεσμοί πιέζουν για κριτήρια όσον αφορά στις επιδοτήσεις της ηλεκτρικής ενέργειας.

Ποιος θα είναι ο στόχος για την επόμενη δύσκολη χρονιά; Να τηρηθούν σχεδόν απαρέγκλητα οι δημοσιονομικοί στόχοι που έχουν αποτυπωθεί στον προϋπολογισμό. Αν προκύψουν ενδείξεις υπερ-εκτέλεσης του προϋπολογισμού, είναι πιθανό να έχουμε παρεμβάσεις ενίσχυσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων οι οποίες άλλωστε φέρνουν και υψηλότερη ανάπτυξη. Υπό μια προϋπόθεση: ότι δεν θα ξεφύγει το πρωτογενές έλλειμμα παρά μόνο αν υπάρξει σοβαρός λόγος (σ.σ υγειονομική κρίση, περιβαλλοντική κρίση κλπ).