Το ακριβό ρεύμα και οι πρώτες «πράσινες» συμφωνίες με ΔΕΗ
Shutterstock
Shutterstock

Το ακριβό ρεύμα και οι πρώτες «πράσινες» συμφωνίες με ΔΕΗ

Η δυσφορία της ελληνικής βιομηχανίας για τις υψηλές τιμές ρεύματος είναι γνωστή. Το πρόβλημα «καίει» διαχρονικά την ελληνική βιομηχανία στοιχίζοντας σε ανταγωνιστικότητα, εξαγωγές, θέσεις εργασίας, ΑΕΠ.

Δέκα μάλιστα εργοστάσια της χώρας, μεταξύ των οποίων εκείνα του ομίλου Viohalco, της ΑΓΕΤ και της χαρτοβιομηχανίας ΜΕΛ, των οποίων οι συμβάσεις με τη ΔΕΗ έληξαν, προμηθεύονται από την 1η Ιανουαρίου ρεύμα σε τιμή χονδρεμπορικής, η οποία ευτυχώς λόγω χαμηλής ζήτησης και υψηλής παραγωγής ΑΠΕ, βρίσκεται σε πορεία αποκλιμάκωσης. Αγνωστο αν θα συνεχίσει.

Τι μπορεί να διασφαλίσει σταθερά χαμηλές τιμές σε περιόδους έντονης αβεβαιότητες; Δίνουν λύση τα «πράσινα» διμερή συμβόλαια, με κλειδωμένες χρεώσεις για πολλά χρόνια; Ο όμιλος Viohalco και ο Τιτάνας, πιστεύουν προφανώς, πως ναι.

Διαπραγματεύονται με την ΔΕΗ διμερείς συμβάσεις, με σταθερή τιμή ρεύματος, προερχόμενου κυρίως από χαμηλού κόστους φωτοβολταϊκά και αιολικά, διάρκειας 10 ετών, για να «θωρακιστούν» απέναντι σε ακραίες καταστάσεις μελλοντικών ανατιμήσεων. Το όφελος; Αν οι τιμές χονδρικής αυξηθούν στην πορεία, πάνω από την τιμή στην οποία θα συμφωνήσουν με τη ΔΕΗ, τότε οι βιομηχανίες θα βγουν ενισχυμένες. Αν πάλι σημειώσουν μεγάλη βουτιά, θα βγουν χαμένες. Το κέρδος στην παρούσα συγκυρία μοιάζει μεγαλύτερο του όποιου ρίσκου.

Τα ανεπτυγμένα εδώ και χρόνια στην Ευρώπη, «πράσινα» διμερή συμβόλαια (PPA’s, όπως λέγονται, δηλαδή Power Purchase Agreements), τα οποία εσχάτως εμφανίστηκαν και στην Ελλάδα, λειτουργούν ως ένα είδος αντιστάθμισης κινδύνου (hedging) και για τους δύο συμβαλλόμενους, τόσο για τη βιομηχανία, όσο και για τον ηλεκτροπαραγωγό.

Διασφαλίζουν τη βιομηχανία απέναντι σε νέες ενεργειακές κρίσεις, ενώ «θωρακίζουν» και τη ΔΕΗ έναντι τυχόν απότομων μειώσεων των χονδρεμπορικών τιμών στο μέλλον. Στον αντίποδα βέβαια, εάν οι τιμές καταρρεύσουν, όπως το 2020 με την πανδημία, τότε η βιομηχανία θα βρεθεί να έχει «κλειδώσει» πολύ υψηλότερες. Κατ' αναλογία, η ΔΕΗ, αν αυτές εκτιναχθουν, όπως τη διετία 2021-2022, θα αναγκαστεί να πουλάει πολύ χαμηλότερα.

Είτε έτσι, όμως, είτε αλλιώς, τα «πράσινα» PPA’s αποτελούν μονόδρομο. Λειτουργούν ως προαπαιτούμενο από τις τράπεζες, προκειμένου αυτές να παράσχουν χρηματοδότηση, γι’ αυτό και προτιμώνται από ολοένα και περισσότερες βιομηχανίες και commodities, διεθνώς, με την Ισπανία να θεωρείται leader στο χώρο, στα βήματα της οποίας μπορεί να βαδίσει και η Ελλάδα. Κατά τη Grant Thornton, η οποία μελέτησε τις αγορές Ιταλίας, Ισπανίας, Ρουμανίας, Γερμανίας και Πολωνίας, η Ελλάδα μπορεί να συνάψει «πράσινες» διμερείς συμφωνίες, ίσες με 2,7 GW έως το 2027.

Εκτός της ΔΕΗ, που έχει ήδη κάνει την αρχή, κλείνοντας διμερή συμφωνία, 10ετούς διάρκειας, με έναν από τους μεγαλύτερους ελληνικούς τηλεπικοινωνιακούς παρόχους, δυναμική παρουσία στο χώρο έχουν επίσης ο ΗΡΩΝ ο οποίος έχει συνάψει PPAs με πληθώρα μεγάλων καταναλωτών, ανάμεσα τους βιομηχανίες και εμπορικές αλυσίδες και η Mytilineos.

Μοντέλο «2+8»

Υπάρχουν όμως πράγματι τόσα πολλά μεγάλα έργα ΑΠΕ στην ελληνική αγορά, ικανά να καλύψουν τέτοιας κλίμακας ανάγκες, όπως αυτές των ενεργοβόρων βιομηχανικών ομίλων; Οχι ακόμη, είναι η απάντηση.

Αρκεί κανείς να σκεφτεί ότι για να ικανοποιηθεί η ζήτηση των Viohalco και Τιτάνα σε ρεύμα, η ΔΕΗ θα πρέπει να διαθέσει μέσω PPA’s, παραγωγή άνω των 1.500 MW. Αλλά η επιχείρηση δεν έχει αυτή τη στιγμή διαθέσιμα τόσα πολλά φωτοβολταϊκά και αιολικά πάρκα.

Επομένως σε ένα πρώτο στάδιο δύο ετών, το παρεχόμενο προς τις βιομηχανίες, ρεύμα, θα προέρχεται από λιγνίτες και μονάδες φυσικού αερίου. Και μετά από μια διετία, δηλαδή από το 2025 και μετά, όταν θα έχουν εγκατασταθεί τα μεγάλα φωτοβολταικά (Κοζάνη, Πτολεμαΐδα, κ.ό.κ.), τότε οι διμερείς συμβάσεις θα εξελιχθούν σε αμιγώς «πράσινα» PPAs. Το σκεπτικό δηλαδή του σχήματος που διαπραγματεύεται η ΔΕΗ με τις βιομηχανίες στηρίζεται σε μια λογική «2+8», με υψηλότερη σταθερή ταρίφα στην πρώτη διετία, επειδή τα θερμοηλεκτρικά εργοστάσια έχουν υψηλότερο κόστος, και χαμηλότερη από τον τρίτο χρόνο και μετά.

Στο θεσμικό κομμάτι, για να γίνουν όλ’ αυτά, εκκρεμεί το τελικό πράσινο φως από τις Βρυξέλλες στο ελληνικό αίτημα να εξαιρεθούν οι μονάδες παραγωγής ηλεκτρισμού από το πλαφόν στην χονδρεμπορική αγορά, εφόσον αυτές συνάπτουν PPAs με ενεργοβόρες βιομηχανίες και επιχειρήσεις.

Το πιθανότερο είναι ότι εφόσον κλείσουν οι πρώτες συμφωνίες της ΔΕΗ με την βιομηχανία, θα ακολουθήσουν κι άλλες. Είναι τέτοια η αβεβαιότητα για το αύριο, που η ενεργοβόρος βιομηχανία δεν αντέχει να μένει εκτεθειμένη στις διακυμάνσεις της χονδρεμπορικής αγοράς. Η βιομηχανία που άντεξε τα χρόνια της κρίσης διευρύνοντας τα μεριδια της στη διεθνή αγορά και σήμερα είναι κατά βάσιν εξαγωγική, δεν μπορεί να στηρίζεται σε δημοσιονομικές παρεμβάσεις και επιδοτήσεις, που για κάποιους αποτελούν το μοναδικό μέτρο άμεσης εφαρμογής.