Το έργο της «λαϊκής» οργής σε επανάληψη

Το έργο της «λαϊκής» οργής σε επανάληψη

Tου Νίκου Ζαχαριάδη

Η εικόνα του ματωμένου Τόμας Λάκομπι, του δημοσιογράφου της Ντόιτσε Βέλε που δέχθηκε επίθεση από ακροδεξιούς μας θύμισε ξανά άλλες εποχές. Διότι δεν έχουν περάσει και πολλά χρόνια, από τότε που οι προπηλακισμοί και οι επιθέσεις εκπροσώπων αυτού του κοινωνικού τραμπούκικου υπονόμου εναντίον ανυπεράσπιστων ανθρώπων, ήταν μια νέα κανονικότητα. Κάποιοι μάλιστα το ονόμαζαν «δίκαιη οργή». Ήταν η εποχή που τα «πραγματική βία είναι τα μνημόνια» και τα «κρεμάλα στους προδότες» ξέφυγαν από το λούμπεν περιθώριο και έγιναν κυρίαρχος λόγος. Που έφτιαξε πολλές καριέρες. Και οδήγησε ανθρώπους που προέτρεπαν λιντσαρίσματα, μέχρι και σε υπουργικούς θώκους.

Οι φωτογραφίες ματωμένων ανθρώπων ύστερα από επίθεση, πολιτικών με σκισμένα σακάκια (Κουμουτσάκος), υπουργών να τρώνε γροθιές (Χατζηδάκης), δημοσιογράφων στο νοσοκομείο (Τέλογλου, Μπογδάνος) – ακόμα του Γιάννη Μπουτάρη στο έδαφος, όταν έβγαιναν στα social media, έπαιρναν από κάτω σχόλια του τύπου «καλά του έκαναν». Και αυτό ενίσχυε αυτό τον «κατσαπλιάδικο ιδεασμό». Κατά κάποιο τρόπο οι τραμπούκοι νομιμοποιούνταν. Έπαιρναν δύναμη. Και γινόταν παράγοντας του δημόσιου βίου. Ισότιμοι συνομιλητές. Προσκεκλημένοι σε εκπομπές…

Και όπως συμβαίνει πάντα, όλο αυτό ξεπεράστηκε. Η κοινωνία κουράστηκε. Κανείς δεν φαίνεται να ονειρεύεται να δείρει τον άλλον πλέον, για να αποδώσει δικαιοσύνη. Οι περισσότεροι αγανακτισμένοι που νομιμοποιούσαν την χειροδικία κατάλαβαν ότι το νόμισμα έχει δύο όψεις που πολλές φορές στρέφεται εναντίον τους. Και περάσαμε στην φάση το hangover μετά το μεθύσι. Όπου αποζητάς την ησυχία για να συνέλθεις. Οι «αυτόκλητοι Κολοκοτρώνηδες» και οι «Αρχηγοί των Ατάκτων» που αποκαλούν «χούντα» ό,τι δεν γουστάρουν, άρχισαν να χάνουν την επιρροή τους και να ξαναγλιστρούν στην γραφικότητα…

Όμως όλο αυτό το κοινωνικό περιθώριο, κάνει τα αδύνατα-δυνατά για να επαναφέρει τον εκτροχιασμό. Με αγωνία, σα να κινδυνεύει η ίδια του η ύπαρξη. Προφανώς γιατί όντως κινδυνεύει. Διότι μόνο έτσι μπορεί να υπάρξει ξανά. Από την μια η Τάνια Τσανακλίδου ονειρεύεται «ματωμένες εξεγέρσεις». Και από την άλλη, οι ακροδεξιοί στο Σύνταγμα, προσπαθούν να επαναφέρουν το αίμα στην ημερήσια διάταξη. Σαν αυτούς που βλέπουν το πάρτυ να έχει τελειώσει και συνεχίζουν απεγνωσμένοι να χορεύουν, ενώ όλοι οι άλλοι έχουν ήδη πέσει για ύπνο.

Και είναι προφανές ότι πίσω τους έχουν ένα ολόκληρο περιθωριακό σύστημα που τους στηρίζει. Ένα σύστημα που πάντα θα ποντάρει στο θυμικό ή στην οργή του χρήσιμου ηλίθιου που τροφοδοτεί ο λαϊκισμός. Μόνο που πλέον δεν διαθέτει τα πλεονεκτήματα που διέθετε πριν μερικά χρόνια: την κοινωνική ανοχή. Ούτε το τεκμήριο της «αθωότητας».