Τι σημαίνουν οι αποφάσεις της ΕΚΤ για το δημόσιο, τα ομόλογα, τις τράπεζες και τη ρευστότητα στην αγορά

Τι σημαίνουν οι αποφάσεις της ΕΚΤ για το δημόσιο, τα ομόλογα, τις τράπεζες και τη ρευστότητα στην αγορά

Δεν πρόκειται να μείνει από ρευστό η ελληνική οικονομία ούτε οι τράπεζες. Αυτό είναι ένα εξαιρετικό νέο και είναι πια ξεκάθαρο. Γίνεται ακόμα καλύτερο γιατί δεν θα ξεμείνουν από ρευστό, ούτε η Ιταλία, ούτε η Ισπανία και κανείς άλλος στην Ευρωζώνη, καθώς ζούμε σε παγκοσμιοποιημένη οικονομία και οι Ιταλοί τουρίστες πρέπει να έχουν ευρώ να ξοδέψουν.

Η λογική της ΕΚΤ είναι να σπάσει τους διαχωρισμούς και να δημιουργεί συγκλίσεις. Και την πολιτική κόντρα στον κατακερματισμό, την επικαλέστηκε πολλές φορές η Κριστίν Λαγκάρντ, στη συνέντευξη που ακολούθησε την ανακοίνωση των μέτρων, για να εξηγήσει τι θέλει να κάνει.

Με ειδική αναφορά στην Ελλάδα και με εύσημα για την ελληνική οικονομία «που έχει σημειώσει πολύ καλή πρόοδο στα προγράμματα των μεταρρυθμίσεων», η Κριστίν Λαγκάρντ, απέδωσε μία εξαιρετικά ισορροπημένη απόφαση της ΕΚΤ, η οποία μοιάζει με χριστουγεννιάτικο μποναμά στην ελληνική οικονομία: Θα κάνει επαναγορές ομολόγων πέρα και πάνω από τα όρια των ομολόγων που ωριμάζουν, μέχρι και το τέλος του 2024.

Είπε συγκεκριμένα: «Σε ενδεχόμενο νέου κατακερματισμού της αγοράς ο οποίος σχετίζεται με την πανδημία, οι επαναγορές του προγράμματος PEPP μπορούν να τροποποιηθούν με ευελιξία, τόσο χρονικά, όσο και σχετικά με τη βαθμίδα των περιουσιακών στοιχείων και τον εκδότη, ανά πάσα στιγμή.

Αυτό, θα μπορούσε να περιλαμβάνει τις αγορές ομολόγων που έχουν εκδοθεί από το ελληνικό δημόσιο, πέρα και απάνω από τις επαναγορές ομολόγων που ωριμάζουν».

Τι σημαίνει η απόφαση της ΕΚΤ για το δημόσιο και τα ομόλογα

Υπενθυμίζεται εδώ ότι με τη λήξη του πανδημικού προγράμματος PEPP το Μάρτιο, η ΕΚΤ είχε αποφασίσει να επανεπενδύει τα χρήματα που θα είχε διαθέσιμα, από τα ομόλογα που θα έληγαν. Η πληροφορία από τη Φρανκφούρτη μάλιστα, ήθελε αυτό να επιμηκύνεται έως το τέλος του 2023, αλλά υπήρχαν αντιδράσεις για να λήξουν οι επαναγορές έως το τέλος της επόμενης χρονιάς.

Αυτό είχε φοβίσει αρκετούς στην ελληνική αγορά διότι με τον τρόπο αυτό οι επαναγορές μετά το Μάρτιο θα ισοδυναμούσαν με το ένα τρίτο των κεφαλαίων που θα αντλήσει το 2022 το ελληνικό δημόσιο. Βεβαίως υπήρχε υπόλοιπο κεφαλαίων στο ελληνικό πρόγραμμα μέχρι το Μάρτιο κι αν οι μισές τουλάχιστον εκδόσεις είχαν γίνει έως τη λήξη του τρίτου μήνα, το ποσό που θα έβαζε η ΕΚΤ θα μπορούσε άνετα να καλύψει τα 2/3 του ελληνικού προγράμματος έκδοσης ομολόγων για την επόμενη χρονιά.

Πλέον δεν χρειάζεται να λογαριάζει κανείς έτσι. Η κα Λαγκάρντ είπε χαρακτηριστικά “over and above rollovers”, δηλαδή πέρα και πάνω από τις επαναγορές. Αυτό θα ισχύσει μέχρι το 2024 κι αλίμονό μας αν δεν είμαστε ικανοί να κατακτήσουμε έως τότε την επενδυτική βαθμίδα.

Για το θέμα της βαθμίδας η κα Λαγκάρντ είπε ότι η Ελλάδα «έχει επίσης βελτιώσει την πιστοληπτική της αξιολόγηση, αλλά ακόμα τα ομόλογα δεν είναι επιλέξιμα».

Σημειώνεται ότι τα ελληνικά ομόλογα όλων των λήξεων, δεν ξεπερνούν τα 80 δις ευρώ, ότι η ΕΚΤ έχει ήδη αγοράσει πάνω από τα μισά και ότι η οικονομία έχει το ταμειακό μαξιλάρι να ακουμπήσει για να μην εκδώσει ούτε ένα τίτλο αν δεν θέλει.

Συνεπώς η απόφαση δίνει το περιθώριο άσκησης πολιτικής. Οι αποδόσεις των ομολόγων είναι πολύ χαμηλές, οι δανειακές ανάγκες είναι ασήμαντες και υπάρχει δίχτυ ασφαλείας τόσο από την ΕΚΤ μέχρι το 2024, όσο και το ταμειακό μαξιλάρι του δημοσίου και η δυνατότητα της οικονομίας να αποκτήσει την αξιολόγηση που πρέπει να έχει.

Τι σημαίνει για τις τράπεζες η απόφαση για τα δάνεια TLTROs

Για τη ρευστότητα των τραπεζών και το φθηνό δανεισμό τους με εγγύηση ομολόγων TLTRO III η κα Λαγκάρντ δήλωσε: «Θα συνεχίσουμε να παρακολουθούμε τις συνθήκες χρηματοδότησης των τραπεζών και να διασφαλίζουμε ότι η ωρίμανση των πράξεων TLTRO III δεν παρεμποδίζει την ομαλή μετάδοση της νομισματικής μας πολιτικής.

Επίσης, θα αξιολογούμε τακτικά τον τρόπο με τον οποίο οι στοχευμένες δανειοδοτικές πράξεις συμβάλλουν, στην κατεύθυνση της νομισματικής μας πολιτικής».

Και πρόσθεσε: «Όπως ανακοινώθηκε, αναμένουμε ότι οι ειδικοί όροι που ισχύουν στο πλαίσιο του TLTRO III θα λήξουν τον Ιούνιο του επόμενου έτους. Θα αξιολογήσουμε επίσης την κατάλληλη κατηγοριοποίηση του συστήματος (δύο επιπέδων) για αποδοχή αποθεματικών, έτσι ώστε η πολιτική αρνητικών επιτοκίων να μην περιορίζει τη διαμεσολαβητική ικανότητα των τραπεζών σε ένα περιβάλλον άφθονης πλεονάζουσας ρευστότητας».

Η πολιτική της ευελιξίας επεκτείνεται και στο πρόγραμμα TLTRO III. Τα δάνεια θα σταματήσουν να δίνονται μετά το τέλος του Ιουνίου. Αυτό μπορεί να σημαίνει έναν τελευταίο γύρο τον Ιούνιο, με καλό δανεισμό για όσους χρειάζονται κι έχουν ομόλογα να προσφέρουν ως εγγύηση.

Είναι σαφές ότι και τα ελληνικά ομόλογα θα μπορούν να αποδοθούν ως εγγύηση, μέχρι τότε. Τα επιτόκια επίσης θα συνεχίσουν να είναι φθηνά, γι αυτό υπάρχει το συγκεκριμένο πρόγραμμα και αυτό δεν θα αλλάξει ούτε την τελευταία ημέρα της χρήσης του.

Εκείνο που μπορεί να αλλάξει (ή να αλλάζει) είναι ο συντελεστής των κεφαλαίων με βάση τις βαθμίδες της ΕΚΤ. Η πιθανότητα βαθμίδες και συντελεστές να αλλάξουν υπάρχει. Επίσης είναι δυνατόν να δούμε την ΕΚΤ να επαναφέρει το πρόγραμμα αυτό ή οποιοδήποτε άλλο αν χρειαστεί, έτσι όπως είναι τώρα ή βελτιωμένο ανάλογα με τις συνθήκες.

Συνεπώς ούτε οι ελληνικές τράπεζες οι οποίες έχουν ήδη δανειστεί 45 δις ευρώ θα μείνουν από φθηνή ρευστότητα, αλλά τα κέρδη τους πρέπει να αρχίσουν πλέον να αυξάνονται από τα δάνεια που θα δίνουν και όχι από το αρνητικό επιτόκιο με το οποίο δανείζονται χρήματα από την ΕΚΤ.