Πρώτο κρούσμα ευλογιάς των πιθήκων στην Ελλάδα

Πρώτο κρούσμα ευλογιάς των πιθήκων στην Ελλάδα

Το πρώτο κρούσμα ευλογιάς των πιθήκων καταγράφηκε στην Ελλάδα σύμφωνα με επίσημη ενημέρωση του ΕΟΔΥ. 

Συγκεκριμένα, όπως ανακοίνωσε ο ΕΟΔΥ:

Έως και τις 7 Ιουνίου έχουν καταγραφεί συνολικά 577 κρούσματα ευλογιάς των πιθήκων σε 18 χώρες της Ευρώπης, καθώς και 437 κρούσματα σε 10 χώρες εκτός Ευρώπης. 

Σήμερα 08/06/2022 δηλώθηκε στον ΕΟΔΥ κρούσμα με κλινική συμπτωματολογία συμβατή με το νόσημα από το Νοσοκομείο «Ανδρέας Συγγρός».Πρόκειται για άνδρα με πρόσφατο ταξίδι στην Πορτογαλία.

Ο αρχικός έλεγχος που πραγματοποιήθηκε στο Κεντρικό Εργαστήριο Δημόσιας Υγείας του Οργανισμού για είδη non-variola orthopox ιών, στα οποία συγκαταλέγεται και ο ιός της ευλογίας των πιθήκων, ήταν θετικός. 

Τα δείγματα έχουν αποσταλεί στο Εργαστήριο Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής του ΑΠΘ για τη γονιδιωματική επιβεβαίωση του ιού της ευλογιάς των πιθήκων.

Ο ασθενής νοσηλεύεται σε σταθερή κατάσταση. 

Σύμφωνα με τα έως τώρα διαθέσιμα επιδημιολογικά δεδομένα ο κίνδυνος για το γενικό πληθυσμό εξακολουθεί να είναι χαμηλός, καθώς η νόσηση είναι συνήθως ήπια και αυτοπεριοριζόμενη και το νόσημα χαρακτηρίζεται από μικρή σχετικά μεταδοτικότητα.

Νωρίτερα την Τετάρτη, ο ΠΟΥ ανακοίνωσε ότι έχουν αναφερθεί περισσότερα από 1.000 κρούσματα ευλογιάς των πιθήκων στο τρέχον ξέσπασμα εκτός των χωρών της Αφρικής. 

Ο Γενικός Διευθυντής του ΠΟΥ, Δρ Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγέσους, δήλωσε ότι ο κίνδυνος να εγκατασταθεί η ευλογιά των πιθήκων σε αυτές τις μη ενδημικές χώρες είναι υπαρκτός, αλλά μπορεί να προληφθεί.

Είκοσι εννέα χώρες έχουν αναφέρει κρούσματα στην τρέχουσα επιδημία, η οποία ξεκίνησε τον Μάιο.

Στη συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε ο αξιωματούχος είπε επίσης ότι υπήρξαν περισσότερα από 1.400 ύποπτα κρούσματα ευλογιάς των πιθήκων φέτος στην Αφρική και 66 θάνατοι, ενώ επεσήμανε ότι το νέο ξέσπασμα έδειχνε σημάδια μετάδοσης από την κοινότητα σε ορισμένες χώρες. Ο ΠΟΥ συνιστά στα άτομα με ευλογιά των πιθήκων να απομονώνονται στο σπίτι.

Η Ροζαμουντ Λιούις, τεχνική επικεφαλής του ΠΟΥ για την ευλογιά των πιθήκων, είπε ότι η «διαπροσωπική στενή επαφή» ήταν ο κύριος τρόπος εξάπλωσης της ευλογιάς των πιθήκων, αν και πρόσθεσε ότι ο κίνδυνος μετάδοσης μέσω σταγονιδίων δεν είναι ακόμη πλήρως γνωστός. Οι εργαζόμενοι στον τομέα της υγείας που φροντίζουν ασθενείς με ευλογιά των πιθήκων θα πρέπει να φορούν μάσκα, είπε.

Τα κρούσματα εξακολουθούν να είναι κυρίως μεταξύ ανδρών που κάνουν σεξ με άνδρες, πρόσθεσε ο ΠΟΥ, αν και έχουν αναφερθεί περιπτώσεις σε γυναίκες. Η υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών συνεργάζεται με οργανισμούς, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Εθνών για το AIDS και κοινοτικών ομάδων για να ευαισθητοποιήσει και να σταματήσει τη μετάδοση. Ο εμβολιασμός μετά την έκθεση,  τόσο σε εργαζομένους  στον τομέα της υγείας ή των στενών επαφών, όσο και σε σεξουαλικούς συντρόφους,  ιδανικά εντός τεσσάρων ημερών από την έκθεση,  μπορεί να εξεταστεί σε ορισμένες χώρες, πρόσθεσε ο ΠΟΥ.

Τα εμβόλια που χρησιμοποιούνται είναι σχεδιασμένα κατά της ευλογιάς, ενός σχετικού, πιο επικίνδυνου ιού που εκριζώθηκε το 1980, αλλά επίσης λειτουργούν για την προστασία από την ευλογιά των πιθήκων, όπως έχουν δείξει μελέτες.

Η ανώτερη αξιωματούχος του ΠΟΥ, Σιλβί Μπριάντ, δήλωσε ότι ο οργανισμός αξιολογεί την ισχύ των εμβολίων που έχουν συσσωρευτεί κατά της ευλογιάς και επικοινωνεί με τους κατασκευαστές και τις χώρες που έχουν δεσμευτεί για εμβόλια. 

Ευλογιά των πιθήκων (monkeypox)

Η ευλογιά των πιθήκων είναι σπάνια ιογενής λοίμωξη, η οποία μεταδίδεται κυρίως από άγρια ζώα που απαντώνται σε περιοχές της Δυτικής και Κεντρικής Αφρικής.

Η μετάδοση από άνθρωπο σε άνθρωπο γίνεται μέσω της επαφής με δερματικές βλάβες/σωματικά υγρά του πάσχοντος ή/και μολυσμένα αντικείμενα, καθώς και μέσω αναπνευστικών σταγονιδίων κατόπιν παρατεταμένης στενής επαφής σε μικρή απόσταση.

Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν πυρετό, πονοκέφαλο, μυαλγίες, οσφυαλγία, λεμφαδενοπάθεια, ρίγος και εξάντληση, ενώ συνήθως εμφανίζεται χαρακτηριστικό εξάνθημα 1 με 5 ημέρες μετά την έναρξη των συμπτωμάτων.

Παρότι δεν υπάρχει ειδική θεραπεία, οι περισσότεροι ασθενείς αναρρώνουν πλήρως σε λίγες εβδομάδες.