Πώς θα (ξανα) έγραφα τον κ. Συρίγο

Πώς θα (ξανα) έγραφα τον κ. Συρίγο

Τι ήθελε να πει ο κ. Συρίγος; ‘Ότι πρέπει να αλλάξει ο νόμος και μαζί του το καθεστώς ανομίας που επικρατεί στα πανεπιστήμια. Με το τελευταίο δεν διαφωνεί κανείς. Τα πανεπιστήμιά μας έχουν καταντήσει άντρο περιθωριακών και διακίνησης ουσιών, αντί ιδεών. Και ποιο επιχείρημα διάλεξε από τα τόσα που είχε στη διάθεσή του; Ότι τη χούντα δεν έριξε το Πολυτεχνείο! Ε, πήγαινε γυρεύοντας. Δεν εξηγείται αλλιώς. Του αρέσει, άλλωστε, ο θόρυβος γύρω από το όνομά του.

Ας πάμε, όμως, στο προκείμενο, να μάθουμε γράμματα στον κ. καθηγητή. Αναφέρθηκε στον μύθο του Πολυτεχνείου. Φάουλ, διπλό. Πρώτον, γιατί το Πολυτεχνείο πράγματι συνέβη, και δεύτερον διότι ο μύθος (ή αλλιώς η legacy, για να του το πω και εις την αγγλικήν) που άφησε πίσω του ήταν τόσο δυνατός που οδήγησε στο άβατο όπως το γνωρίζουμε σήμερα. Ένα άβατο, που επί δεκαετίες όλοι έβλεπαν σε ποια λανθασμένη κατεύθυνση κατρακυλούσε και κανείς δεν κουνούσε το δαχτυλάκι του από τα κόμματα που κυβέρνησαν τον τόπο να το σταματήσει.

Γιατί; Για τους γνωστούς λόγους, κάποιες ψήφους δυσαρεστημένων της Αριστεράς, τη δουλειά που χρειαζόταν να γίνει και που κανείς δεν ήταν πρόθυμος να κάνει. Τα κακώς κείμενα, που λέει κι ο λαός. Να συμφωνήσουμε, λοιπόν, ότι κάτι έπρεπε επιτέλους να γίνει.

Κι έφτασε η ώρα να γίνει, όπως πάντα στον τόπο μας με τον λάθος τρόπο. Όχι με τον διάλογο, αλλά με το μαστίγιο. Θύμα, η μνήμη. Εκεί ακριβώς που πονάει η ψυχή της γενιάς μας. Όχι για τον ίδιο λόγο. Άλλοι γιατί τα ζήσαμε, είδαμε το πρόσωπο της βίας, υποφέραμε την οσμή του θανάτου. Άλλοι γιατί κλεισμένοι στα σπίτια τους, όσοι δεν έπεισαν πως « ήταν κι αυτοί εκεί» διεκδικώντας ρόλο αντιστασιακού στα πράγματα, θα σέρνουν για πάντα το κρίμα στην καμπούρα τους.

Αφού, λοιπόν, ο συλλογισμός του αγαπώντος την εαυτού φωνή εξετράπη και πνίγηκε στα βαθιά της Ιστορίας ξεκίνησε σε σωστή βάση, ότι δηλαδή πρέπει κάτι να γίνει στα πανεπιστήμιά μας για να γίνουν ξανά χώρος γνώσης και ιδεών, τι συνέβη στην πορεία; Πολύ απλό, βγήκε εκτός θέματος. Έτσι δεν μας έλεγαν στα γυμνασιακά μας χρόνια οι φιλόλογοι;

Άλλο είναι, όμως, το σημαντικό. Και είναι το εξής: οφείλεται σε λάθος του μαθητή-υπουργού, ή σε κομματικό σχεδιασμό που κάνει τα μάτια στην ακροδεξιά; Εκείνη που δεν αναγνώρισε νεκρούς, ηρωοποίησε τον πιστολά Ντερτιλή κι είδε αλήτες με μούσια κι όχι τα παιδιά του συγγενή και του γείτονα να υψώνουν ανάστημα στα τανκς. Γιατί τα δικά της τα είχε κρυμμένα, δυο τρεις από αυτούς τους είδαμε και υπουργούς.

Μας πόνεσε βαθιά η τοποθέτηση του κ. Συρίγου γιατί χτύπησε κατευθείαν στην καρδιά μας. Στη μνήμη μας. Στη μνήμη που κρατάμε πολύτιμη μέσα μας  για τους νεκρούς μας, τους νεολαίους φοιτητές, τους αξιωματικούς του στρατού και του ναυτικού, τους καθημερινούς ανθρώπους που από τη μια στιγμή στην άλλη έγιναν ήρωες απλώνοντας τα χέρια τους μέσα από τα κάγκελα με φάρμακα και είδη πρώτης ανάγκης. Το επιχείρημα ότι κάποιοι έχτισαν καριέρες, έωλο. Πρώτον, ήταν χιλιάδες οι ανώνυμοι που δεν αντάλλαξαν περγαμηνές με αξιώματα. Αντίθετα, είδαμε τους  τσεκουροφόρους και τους αντισημίτες να γίνονται υπουργοί.

Κι αν στο τέλος της γραφής το Πολυτεχνείο ήταν μύθος, ας ήταν! Και για το κρυφό σχολειό τα ίδια είπαν κάποιοι, αλλά αυτό ήταν που κράτησε το Γένος όρθιο, όπως η Ιθάκη κράτησε τον Οδυσσέα…

* Η Φωτεινή Τομαή είναι συγγραφέας, πρέσβης ε.τ.