Με «σφραγίδα» της Γερουσίας νόμος των ΗΠΑ η στρατηγική συνεργασία με Ελλάδα – Τι ευκαιρίες ανοίγει

Με «σφραγίδα» της Γερουσίας νόμος των ΗΠΑ η στρατηγική συνεργασία με Ελλάδα – Τι ευκαιρίες ανοίγει

Ένα σημαντικό βήμα που επιβεβαιώνει το υψηλό επίπεδο της στρατηγικής σχέσης των ΗΠΑ με την Ελλάδα και ανοίγει δρόμους για την ενίσχυση της συνεργασίας αυτής στον τομέα της Άμυνας και της Ασφάλειας, αποτελεί η υπερψήφιση από την ολομέλεια της αμερικανικής Γερουσίας του αμυντικού προϋπολογισμού των ΗΠΑ (NDAA) που περιλαμβάνει και τη γνωστή ως τροπολογία Μενέντεζ για την αμυντική συνεργασία Ελλάδας - ΗΠΑ.

Απομένει πλέον η τυπική διαδικασία της υπογραφής του Αμερικανού προέδρου Τ. Μπάιντεν προκειμένου αυτό το σημαντικό κείμενο «U.S.-Greece Defense and Interparliamentary Partnership Act 2021» («Αμερικανοελληνική αμυντική και διακοινοβουλευτική συνεργασία») για τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις, αλλά και για τον στρατηγικό ρόλο της Ελλάδας στην Ανατολική Μεσόγειο, να γίνει νόμος του Αμερικανικού κράτους.

Η χθεσινή εξέλιξη είναι αποτέλεσμα της παρέμβασης του φιλέλληνα γερουσιαστή Ρ. Μενέντεζ προέδρου της Επιτροπής Εξωτερικών Σχέσεων της Γερουσίας και της κινητοποίησης της ομογενειακής οργάνωσης HALC καθώς και παραγόντων του ελληνοκυπριακού λόμπι στις ΗΠΑ που ενέπνευσαν και στήριξαν την πρωτοβουλία του Αμερικανού Γερουσιαστή. Στην προσπάθεια αυτή σημαντικότατη ήταν η συνεισφορά του γερουσιαστή της μειοψηφίας Μ. Ρούμπιο

Ο νέος νόμος του αμερικανικού κράτους αναδεικνύει τον ρόλο της χώρας μας αναφέροντας ότι «η Ελλάδα αποτελεί πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου και οι Ηνωμένες Πολιτείες θα πρέπει να παραμείνουν προσηλωμένες στη στήριξη της ασφάλειας και της ευημερίας της».

Μετά και την υπογραφή της επέκτασης της αμυντικής συμφωνίας MDCA, είναι προφανές ότι η σχέση της χώρας μας με τις ΗΠΑ αναβαθμίζεται σε μια στιγμή που η Ουάσιγκτον είναι σε τροχιά διαρκούς αντιπαράθεσης και σύγκρουσης με την Μόσχα και το Πεκίνο. Και αυτό δεν είναι κάτι που δεν θα επηρεάσει τις σχέσεις με τις δυο αυτές χώρες, αναγκάζοντας την Αθήνα που έχει κάνει τις επιλογές της να αναζητήσει λεπτές ισορροπίες.

Δίνοντας το στίγμα της αμερικανικής πολιτικής στην Ανατολική Μεσόγειο αποδίδεται ιδιαίτερη σημασία στο σχήμα 3+1 μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου Ισραήλ και ΗΠΑ που χαρακτηρίζεται ως επιτυχημένο φόρουμ συνεργασίας σε ενεργειακά ζητήματα το οποίο θα πρέπει να επεκταθεί και να συμπεριλάβει και άλλους τομείς κοινού ενδιαφέροντος.

Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών θα πρέπει να υποστηρίξει κοινές ασκήσεις συνεργασίας για τη θαλάσσια ασφάλεια με την Κύπρο, την Ελλάδα και το Ισραήλ.

Ο νέος αμερικανικός νόμος καλεί την αμερικανική κυβέρνηση να αυξήσει και να εμβαθύνει τις προσπάθειες για στήριξη του εκσυγχρονισμού των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων και κάνει ειδική αναφορά στην σημασία της ναυτικής συνεργασίας με την Ελλάδα στην Σούδα και στην Αλεξανδρούπολη που χαρακτηρίζονται ως αμοιβαία επωφελείς για την εθνική ασφάλεια των ΗΠΑ και της Ελλάδας.

Σύμφωνα με τον νέο νόμο καλούνται οι ΗΠΑ να υποστηρίξουν κατά περίπτωση την πώληση μαχητικών F35 στην Ελλάδα, ανοίγοντας έτσι το παράθυρο για την απόκτησή από την Ελλάδα, εφόσον το επιλέξει, των υπερσύγχρονων μαχητικών προηγμένης τεχνολογίας που αποτελούν game changer στον τομέα της αεροπορικής ισχύος.

Βάσει των προβλέψεων του κειμένου που ψηφίσθηκε από την Γερουσία η Αναπτυξιακή Τράπεζα των ΗΠΑ (USDFC) θα πρέπει να εξετάσει το ενδεχόμενο υποστήριξης ιδιωτικών επενδύσεων σε στρατηγικά έργα υποδομής στην Ελλάδα, ώστε να συμπεριληφθούν ναυπηγεία και λιμάνια που συμβάλλουν στην ασφάλεια της περιοχής και στην ευημερία της Ελλάδας, αναφορά που παραπέμπει σε διεκδίκηση εκ μέρους των Αμερικανών και άλλων εγκαταστάσεων πέραν της Αλεξανδρούπολης

Καλείται επίσης η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών να ιδρύσει το Ενεργειακό Κέντρο ΗΠΑ - Ανατολικής Μεσογείου, όπως εξουσιοδοτείται από το άρθρο 204 του Νόμου για την εταιρική σχέση ασφάλειας και ενέργειας στην Ανατολική Μεσόγειο (EastMed Act) του 2019.

Σημαντικό τμήμα όμως του νόμου είναι και η αναφορά στην ανάγκη οι ΗΠΑ να συμβάλουν στην ενίσχυση των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων μέσω και του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Κινήτρων Ανακεφαλαιοποίησης (ERIP) προκειμένου να βοηθήσει την χώρα να καλύψει αμυντικές ανάγκες της και να απομακρύνει στρατιωτικό εξοπλισμό και πλατφόρμες ρωσικής παραγωγής.

Για κάθε οικονομικό έτος από το 2022 έως το 2026, επιτρέπεται να διατεθούν 1.800.000 δολάρια για το Πρόγραμμα Διεθνούς Στρατιωτικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΙΜΕΤ) στην Ελλάδα, τα οποία μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τους ακόλουθους σκοπούς:

Εκπαίδευση μελλοντικών ηγετών, προώθηση καλύτερης κατανόησης των Ηνωμένων Πολιτειών, δημιουργία μιας σχέσης μεταξύ των Ενόπλων Δυνάμεων των Ηνωμένων Πολιτειών και του στρατού της Ελλάδας για την οικοδόμηση μελλοντικών συνεργασιών, ενίσχυση της διαλειτουργικότητας και των δυνατοτήτων για κοινές επιχειρήσεις, εστίαση στην επαγγελματική στρατιωτική εκπαίδευση, στον πολιτικό έλεγχο του στρατού και στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Επίσης συστήνεται «Διακοινοβουλευτική Ομάδα 3+1 Κύπρου, Ελλάδας, Ισραήλ και Ηνωμένων Πολιτειών», που θα χρησιμεύσει ως νομοθετικός πυλώνας της διαδικασίας 3+1 που ξεκίνησε στην Ιερουσαλήμ τον Μάρτιο του 2019. Η Ομάδα αυτή τουλάχιστον μια φορά τον χρόνο θα συναντάται για να συζητήσει θέματα που βρίσκονται στην ατζέντα των Κυβερνήσεων της Ελλάδας, του Ισραήλ, της Κύπρου, και των Ηνωμένων Πολιτειών, τα οποία συμπεριλαμβάνουν τη θαλάσσια ασφάλεια, την αμυντική συνεργασία, τις ενεργειακές πρωτοβουλίες και τις προσπάθειες αντιμετώπισης κακοήθους επιρροής από τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας και τη Ρωσική Ομοσπονδία.

Τη ψήφιση του νομοσχεδίου για την «Αμυντική και Διακοινοβουλευτική Εταιρική Σχέση ΗΠΑ - Ελλάδος», το οποίο αναγνωρίζει τη στρατηγική σημασία της χώρας μας ως πυλώνα σταθερότητας στην περιοχή, τη δέσμευση των ΗΠΑ για την ασφάλεια και ευημερία της Ελλάδας και την ύψιστη σημασία της στρατηγικής συνεργασίας της Ελλάδας και των Ηνωμένων Πολιτειών, χαιρετίζει μέσω Twitter το Υπουργείο Εξωτερικών.

Το ΥΠΕΞ, εκφράζει βαθύτατη εκτίμηση για την ψήφιση του νομοσχεδίου, το οποίο «αποδεικνύει τη μοναδική σχέση μεταξύ των δύο χωρών μας», καθώς και τη βαθιά ευγνωμοσύνη για τη δικομματική υποστήριξη που έλαβε και ιδιαίτερα προς τους εισηγητές του νομοσχεδίου στη Γερουσία των ΗΠΑ, γερουσιαστές Ρόμπερτ Μενέντεζ και Μάρκο Ρούμπιο, καθώς και στη Βουλή των Αντιπροσώπων των ΗΠΑ, βουλευτές T.Deutch & G.Bilirakis