Γραφείο Προϋπολογισμού: Διαχειρίσιμες οι συνέπειες της πανδημίας

Γραφείο Προϋπολογισμού: Διαχειρίσιμες οι συνέπειες της πανδημίας

Στο επόμενο διάστημα αναμένεται να αρχίσει η σταδιακή επαναφορά της οικονομίας στα φυσιολογικά της επίπεδα αναφέρει το Γραφείο Προϋπολογισμοί στη Βουλή παρουσιάζοντας την έκθεση του για το δεύτερο τρίμηνο του έτους.

Ωστόσο, η αναζωπύρωση των κρουσμάτων από τον Αύγουστο και η χαμηλότερη του αναμενομένου πορεία του τουρισμού αυξάνουν την αβεβαιότητα για την έκταση και την διάρκεια της κρίσης και δεν επιτρέπουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας.  

Ταυτόχρονα,  το Γραφείο επισημαίνει ότι η άρση των περιορισμών για τις απολύσεις ενδέχεται να προκαλέσει σημαντική αύξηση της ανεργίας στο επόμενο διάστημα.

Tο Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή εκτιμά ότι τόσο οι μακροοικονομικές όσο και οι δημοσιονομικές συνέπειες της πανδημίας, παρότι δραματικές, παραμένουν διαχειρίσιμες σε βραχυπρόθεσμο ορίζοντα. Αυτό ωστόσο δεν συνιστά λόγο εφησυχασμού αλλά, αντίθετα, καθιστά επιτακτική την ανάγκη προετοιμασίας της ελληνικής οικονομίας προκειμένου να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες επιπτώσεις όταν αρθούν οι ειδικές συνθήκες και ευνοϊκές παρεμβάσεις της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής που ισχύουν σήμερα. 

Όπως τονίζουν οι συντάκτες της έκθεση δεν περιλαμβάνονται στοιχεία εκκρεμών αιτήσεων συνταξιοδότησης και την εκτιμώμενη δαπάνη τους. Δυστυχώς, όπως σημειώνουν, «παρά τα επανειλημμένα αιτήματά μας προς τις αρμόδιες υπηρεσίες και στην συνέχεια τον Διοικητή του ΕΦΚΑ  δεν λάβαμε τα συγκεκριμένα στοιχεία όπως διαμορφώθηκαν στο τέλος Ιουνίου 2020, ούτε και καμία εξήγηση για αυτό».

Όπως προκύπτει από την έκθεση οι ληξιπρόθεσμες αιτήσεις κύριας σύνταξης στον ΕΦΚΑ αυξήθηκαν από 105.850 στο τέλος Μαρτίου 2020 (εκτιμώμενη δαπάνη 416 εκατ. ευρώ) σε 117.876 στο τέλος Ιουνίου 2020 (εκτιμώμενη δαπάνη περίπου 488,6 εκατ. ευρώ). Στο ΕΤΕΑΕΠ ο αριθμός των ληξιπρόθεσμων αιτήσεων επικουρικής σύνταξης αυξήθηκε από 47.363 (εκτιμώμενη δαπάνη περίπου 63 εκατ. ευρώ)  στο τέλος Μαρτίου 2020 σε 57.101 (εκτιμώμενη δαπάνη περίπου 87,2 εκατ. ευρώ) στο τέλος Ιουνίου 2020.

Ουσιαστικά οι εκκρεμείς συντάξεις ξεπερνούν τα 500 εκατ. ευρώ και για αυτό το λόγο χθες ο επικεφαλής του ESM Κλάους Ρέγκλινγκ διαπίστωσε καθυστερήσεις στην έκδοση των εκκρεμών συντάξεων, εκφράζοντας την ανησυχία του ότι δεν θα έχουν μηδενιστεί ούτε στα μέσα του 2021.

Σε ότι αφορά στην πρόταση Πισσαρίδη το Γραφείο αναφέρει ότι « βασική διαπίστωση της έκθεσης είναι ότι το πρόβλημα της ελληνικής οικονομίας είναι η χαμηλή παραγωγικότητα και η εσωστρέφεια, δηλαδή το μικρό μερίδιο των εμπορεύσιμων αγαθών και υπηρεσιών στην εγχώρια παραγωγή. Η κύρια αιτία αυτού του προβλήματος είναι το μικρό μέγεθος των επιχειρήσεων, που με τη σειρά του οφείλεται στην προνομιακή ασφαλιστική και φορολογική μεταχείριση των μικρών επιχειρήσεων και των. Σε αυτό το πλαίσιο προχωρά σε μια ανάλυση των κρίσιμων θεσμικών παραμέτρων της οικονομικής και επιχειρηματικής δραστηριότητας όπως η Δικαιοσύνη και η Δημόσια Διοίκηση, στους μηχανισμούς διαμόρφωσης και ανάπτυξης του ανθρώπινου κεφαλαίου, όπως η Εκπαίδευση και η Υγεία και στις δημοσιονομικές λειτουργίες του κράτους όπως η Φορολογία και η Κοινωνική Ασφάλιση.

Όσον αφορά τη φορολογία, οι συντάκτες της έκθεσης, αναφέρει το Γραφείο Προϋπολογισμού,  καταγράφουν ως αποκλειστικό πρόβλημα του ελληνικού φορολογικού συστήματος την επιβάρυνση της μισθωτής εργασίας. Η επιβάρυνση της μισθωτής εργασίας είναι πράγματι υψηλή στη χώρα μας, ωστόσο άλλα προβλήματα, όπως το μεγάλο κενό στις εισπράξεις ΦΠΑ (VAT gap) ή η διαχρονική υστέρηση των φορολογικών εσόδων σε σχέση με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους, δεν φαίνεται να αντιμετωπίζονται ως εξίσου σοβαρά προβλήματα. Αντίθετα, προβάλλεται η αναγκαιότητα μείωσης των φόρων στη μισθωτή εργασία ως το πλέον επείγον ζήτημα και αφιερώνεται σχεδόν η μισή ενότητα στη στρεβλωτική επίδραση των φόρων στην οικονομία, θεωρώντας μάλιστα δεδομένο ότι η μείωση των συντελεστών θα μειώσει και τη φοροδιαφυγή, πράγμα που δεν είναι εκ των προτέρων δεδομένο.

Παράλληλα, σε άλλο σημείο της έκθεσης, επισημαίνεται ότι μέρος της απώλειας εσόδων από τη μείωση της φορολογίας θα αντισταθμιστεί από τη μείωση της γραφειοκρατίας . Η μείωση της γραφειοκρατίας αναμένεται να τονώσει το ΑΕΠ και τα φορολογικά έσοδα μεσοπρόθεσμα, αλλά δημιουργούνται αμφιβολίες κατά πόσο θα καλύψει άμεσα το δημοσιονομικό κενό που θα προκαλέσει μια μείωση των φορολογικών συντελεστών. Θεωρούμε ωστόσο ιδιαίτερα θετική την πρόταση φορολόγησης των εισοδημάτων από όλες τις πηγές με τον ίδιο τρόπο, κάτι που σημαίνει ένταξη των ενοικίων, των τόκων και των μερισμάτων στην κλίμακα του φόρου εισοδήματος.