Επιστολή Αμερικανών βουλευτών: Μπλόκο από Κογκρέσο για την πώληση F-16 στην Τουρκία

Επιστολή Αμερικανών βουλευτών: Μπλόκο από Κογκρέσο για την πώληση F-16 στην Τουρκία

Επιστολή προς τον Υπουργό Εξωτερικών Μπλίνκεν με την οποία θα ζητείται να μην επιτρέψει την πώληση των 40 F-16 στην Τουρκία, όσο και την αναβάθμιση των υφιστάμενων, μετά την αποβολή της από το πρόγραμμα F-35 και το πάγωμα αγοράς αμερικανικών όπλων, προετοιμάζουν μέλη του Κογκρέσου.

Οι Αμερικανοί βουλευτές επισημαίνουν στον υπουργό Εξωτερικών ότι μια πιθανή αναβάθμιση των τουρκικών F-16 εγκυμονεί κινδύνους διότι συνεχίζει να κατέχει το ρωσικό σύστημα S-400, υπογραμμίζουν την άρνηση της Τουρκίας να συμμορφωθεί με την αμερικανική νομοθεσία και προειδοποιούν το Στέιτ Ντιπάρτμεντ να μην επιχειρήσει να επιστρατεύσει νομικά τεχνάσματα προκειμένου να ξεπεραστεί ο σκόπελος των κυρώσεων.

Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία προώθησης της επιστολής, η οποία βρίσκεται αυτή τη στιγμή στο στάδιο της συλλογής υπογραφών, ανήκει στους βουλευτές Κρις Πάππας, Γκας Μπιλιράκης, και Κάρολιν Μαλόνι και χαίρει της στήριξης του Συμβουλίου Ελληνοαμερικανικής Ηγεσίας (HALC), της Αμερικανικής Εβραϊκής Επιτροπής (AJC), καθώς και αρμενικών, ινδικών και κουρδικών οργανώσεων.

Σύμφωνα με την ανταποκρίτρια της ΕΡΤ στην Ουάσιγκτον «θα τον ενημερώνουν ότι αν προχωρήσει μια οποιαδήποτε συμφωνία με την Τουρκία η οποία παραμένει σε καθεστώς κυρώσεων τότε το Κογκρέσο θα αναγκαστεί να αναλάβει επιπλέον νομοθετική δράση για την σταματήσει» και σημειώνει ότι στην αμερικανική πρωτεύουσα «έχει ήδη διαμορφωθεί κλίμα κατά της τουρκικής πρότασης για τα F- 16 και στο Κογκρέσο, που έχει και τον τελευταίο λόγο σε οποιαδήποτε τέτοια εξέλιξη.

Όπως σημειώνεται στην επιστολή:

«Σχετικά με την φερόμενη επιστολή ενδιαφέροντος προς τις Ηνωμένες Πολιτείες από την Τουρκίας σε σχέση με την προσπάθειά της να αγοράσει 40 μαχητικά αεροσκάφη F-16 και να προχωρήσει στην αναβάθμιση αρκετών από τα υπάρχοντα πολεμικά αεροσκάφη της, έχουμε να αναφέρουμε τα εξής.

Όπως γνωρίζετε, το 2017 το Κογκρέσο υιοθέτησε και ο πρόεδρος υπέγραψε τον Νόμο για την Αντιμετώπιση των Αντιπάλων της Αμερικής Μέσω Κυρώσεων (CAATSA). Ενώ ο νόμος CAATSA προχωρούσε, και παρά την πρόθεση του Κογκρέσου, η Τουρκία ανακοίνωσε ότι θα αγοράσει το αμυντικό σύστημα S-400 από τη Ρωσία. Παρά τις τριετείς προσπάθειες για εξεύρεση λύσης που θα απέτρεπε την Τουρκία να παραβιάσει τον νόμο CAATSA, η Άγκυρα επέμεινε στην απόκτηση και ενεργοποίηση των ρωσικών S-400 και επιβλήθηκαν κυρώσεις CAATSA στην Τουρκία.

Νωρίτερα αυτόν τον μήνα αναφέρθηκε ότι η Τουρκία ζήτησε να αγοράσει «40 μαχητικά αεροσκάφη F-16 της Lockheed Martin και να εκσυγχρονίσει σχεδόν 80 από τα υπάρχοντα πολεμικά αεροσκάφη της».

Στις 17 Οκτωβρίου, ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν είπε στους δημοσιογράφους ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες «πρότειναν την πώληση μιας παρτίδας μαχητικών αεροσκαφών F-16», αλλά η αναφερόμενη πώληση δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί.

Έχουμε σημειώσει ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ αρνήθηκε να απαντήσει σε ερωτήσεις σχετικά με την επιστολή ενδιαφέροντος, επικαλούμενο την πολιτική του να μην σχολιάζει επιστολές ενδιαφέροντος πριν από την ενημέρωση του Κογκρέσου.

Πιστεύουμε ότι οι εκτεταμένες αναφορές στον Τύπο για το αίτημα της Τουρκίας, καθώς και οι δηλώσεις του ίδιου του προέδρου Ερντογάν, μας παρέχουν επαρκή βάση για να δηλώσουμε την αντίθεσή μας σε αυτήν την πιθανή πώληση.

Υπάρχουν πολλοί λόγοι για αυτή την αντίθεσή μας:

Λιγότερο από ένα χρόνο μετά την επιβολή των κυρώσεων CAATSA, η κυβέρνηση Ερντογάν κατέστησε σαφές ότι δεν έχει πρόθεση να συμμορφωθεί με τους αμερικανικούς νόμους ή να αντιμετωπίσει τους λόγους που οδήγησαν στην αποβολή της Τουρκίας από το πρόγραμμα F-35 και το πάγωμα στις αγορές αμερικανικών όπλων από το Κογκρέσο. Πράγματι, μόλις τον περασμένο μήνα, ο πρόεδρος Ερντογάν δήλωσε την πρόθεσή του να αγοράσει επιπλέον S-400.

Κατά την ακρόαση για την επικύρωση του διορισμού του, ο υποψήφιος του πρόεδρου Μπάιντεν για τη θέση του πρέσβη στην Τουρκία, ο πρώην γερουσιαστής Τζεφ Φλέικ, δήλωσε ότι η Τουρκία θα πρέπει να αντιμετωπίσει πρόσθετες κυρώσεις CAATSA εάν αποκτήσει επιπλέον ρωσικά οπλικά συστήματα. Αυτό είναι κάτι με το οποίο συμφωνούμε. Δεδομένου ότι αυτή φαίνεται να είναι η θέση τόσο της κυβέρνησης όσο και του Κογκρέσου, ακόμη και αν ληφθεί υπόψη η επιστολή ενδιαφέροντος της Τουρκίας υπό τις παρούσες συνθήκες στέλνει λάθος σήμα στην Τουρκία και της δίνει λόγο να αμφιβάλει για την αποφασιστικότητά μας, ενώ συνεχίζει να αναπτύσσει τις στρατιωτικές σχέσεις της με τη Ρωσία.

Ένας από τους λόγους για τους οποίους το Κογκρέσο επέμεινε στην απόρριψη της Τουρκίας από το πρόγραμμα F-35 ήταν οι σημαντικοί κίνδυνοι που συνδέονται με τη ταυτόχρονη λειτουργία S-400 και F-35. Οι ειδικοί σημείωσαν ότι η αναβάθμιση σε Block 70 ενέχει παρόμοιους κινδύνους εάν η Άγκυρα συνεχίσει να κατέχει ρωσικά S-400. Δεδομένου ότι τα αναβαθμισμένα F-16 εξακολουθούν να παίζουν τόσο σημαντικό ρόλο για εμάς και τους αξιόπιστους συμμάχους μας, αυτός είναι ένας κίνδυνος που τον βρίσκουμε αποδεκτό.

Τέλος, με δεδομένες τις κυρώσεις CAATSA που ήδη έχουν επιβληθεί, αναμένουμε ότι μια τέτοια πώληση θα μπορούσε να οριστικοποιηθεί μόνο μέσω της πλαγίας οδού, για παράδειγμα, πώληση αεροσκαφών σε μια οντότητα διαφορετική από την Τουρκική Αμυντική Βιομηχανία, η οποία βρίσκεται υπό καθεστώς κυρώσεων. Θεωρούμε ότι τέτοιες απόπειρες παρακάμπτουν το Κογκρέσο και θα εξετάσουμε πρόσθετη νομοθεσία για τον περιορισμό αυτής της δυνητικής αγοράς, εάν η κυβέρνηση επιμείνει να αγνοήσει την πρόθεση του Κογκρέσου.

Μοιραζόμαστε τον στόχο σας για μια Τουρκία που έχει τις ρίζες της στη Δύση, αλλά δεν θα τον πετύχουμε εάν η κυβέρνηση Ερντογάν ξεφύγει από την ευθύνη για παραβίαση του αμερικανικού νόμου και των προτύπων της συμμαχίας του ΝΑΤΟ».

Να σημειωθεί ότι μέχρι χθες το Στέιτ Ντιπάρτμεντ διέψευσε τους ισχυρισμούς της Άγκυρας ότι έχει κατατεθεί επίσημο αίτημα και όπως μετέδωσε η ΕΡΤ αυτή την στιγμή όλες οι διαβουλεύσεις γίνονται σε επίπεδο Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ και Πενταγώνου.

Υπενθυμίζεται ότι ο Ερντογάν υποστηρίζει πως η Τουρκία θα πάρει πίσω το 1,4 δισ. που, όπως λέει, έχει πληρώσει για τα F-35, ενώ φτάνοντας στην Άγκυρα με πτήση από την Δυτική Αφρική και συνομιλώντας με δημοσιογράφους εμφανίστηκε πεπεισμένος ότι «η Τουρκία θα πάρει πίσω τα χρήματα που πλήρωσε ως αγοραστής και συμπαραγωγός στο πρόγραμμα των μαχητικών F- 35, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο».