Είμαστε έθνος ανάδελφον;

Είμαστε έθνος ανάδελφον;

Κάθε τόσο, στη χώρα μας, βιώνουμε έναν έντονο αρνητισμό και απογοήτευση από διάφορα κέντρα ενημέρωσης και opinion makers, σχετικά με τη θέση της Ελλάδας στο Διεθνές περιβάλλον, τη θέση της Τουρκίας και τις σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών.

Το 1985 ο τότε πρόεδρος της Ελληνικής Δημοκρατίας Χ. Σαρτζετάκης είχε σημειώσει ότι είμαστε «έθνος ανάδελφον». Η δήλωση αυτή έγινε σε ένα πλαίσιο που εξέφραζε μία πεποίθηση που είχε μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας. Ένα έθνος και ένα κράτος που δεν έχει φίλους, που έχει εχθρούς που αδικείται που παραμερίζεται και μένει πίσω στις διεθνείς εξελίξεις.

Ισχύει ωστόσο η συγκεκριμένη μορφή θυματοποίησης σε αυτή ή σε άλλες μορφές, έτσι όπως έχει αποτυπωθεί και μέσω ερευνών και μέσω της έκφρασης αυτών των απόψεων; Μήπως πρόκειται για γενικότερη αίσθηση κοινωνικής (αδελφική ή ατομικής) αποστέρησης που αντικατοπτρίζει την υποκειμενική αντίληψη και το θυμικό;

Πολλές φορές οι πολιτικοί οφείλουν να εκφράζουν την κοινή αίσθηση και το συναίσθημα ενός λαού. Ένας πολιτικός θα πρέπει να διαθέτει ενσυναίσθηση και να αντιλαμβάνεται τους προβληματισμούς και τις αγωνίες της κοινωνίας. Ωστόσο, δεν οφείλει μόνο αυτό.

Θα πρέπει να εκπαιδεύει, να προετοιμάζει, να εκφράζει αλήθειες. Η ισορροπία μεταξύ συναισθήματος και αλήθειας πολλές φορές δεν είναι εφικτή.  Η προσπάθεια όμως επίτευξης αυτής της ισορροπίας αποτελεί χρέος του κάθε πολιτικού, και του κάθε ηγέτη. 

Στις Διεθνείς Σχέσεις δεν υπάρχουν φίλοι ή εχθροί. Υπάρχουν συμφέροντα, εξισορρόπηση συμφερόντων, κοινοί ή όχι στόχοι, ιδεολογίες. Το εθνικό συμφέρον διαδραματίζει τον σημαντικότερο ρόλο για κάθε κρατικό δρώντα.

Ο Heywood σημειώνει ότι σύμφωνα με τις κύρια θεωρητικά ρεύματα των Διεθνών Σχέσεων, η παγκόσμια πολιτική σχετίζεται πρώτα και κύρια «με την ισχύ και το συμφέρον» (Ρεαλισμός) καθώς και με την ισορροπία μεταξύ ανταγωνιστικών συμφερόντων…που συμπληρώνουν το ένα το άλλο» και δεν είναι απαραίτητα ασυμβίβαστα (Φιλελευθερισμός). 

Είμαστε μια χώρα δυνατή, με συμμαχίες και συμμάχους με τους οποίους συνεργαζόμαστε πολυεπίπεδα. Τα παραδείγματα είναι πολλά. Η Ε.Ε.  και η συνεργασία μας με τα κράτη-μέλη είναι ένα από αυτά... Η συνεργασία αυτή καλύπτει πολλά επίπεδα.

Ενδεικτικά: συνεργασία σε οικονομικό επίπεδο, σε επίπεδο πολιτικής προστασίας (μέσω του μηχανισμού πολιτικής προστασίας της Ένωσης) αλλά και σε περιπτώσεις που χρειάζονται ad hoc συνέργειες και συνεργασίες όπως στην περίπτωση της πανδημίας. Υπάρχει επίσης το ΝΑΤΟ όπου συμμετέχουμε σε ομάδες εργασίας και σε επιτροπές. Επιπλέον, είμαστε μέλη διεθνών οργανισμών που αποδεικνύουν το έργο τους με πράξεις και όχι απλώς με λόγια. 

Στις Διεθνείς Σχέσεις δεν παίζει ρόλο μόνο η επίδειξη δύναμης, η ύπαρξη της σκληρής ισχύος η οποία βασίζεται στον εξαναγκασμό αλλά και η λεγόμενη ήπια ισχύς η οποία βασίζεται στην πειθώ. Ίσως, για αυτή τη διαχρονική ηττοπάθεια ευθύνεται ως ένα βαθμό ότι είμαστε ένα μικρό σε έκταση κράτος.

Ωστόσο, διαθέτουμε ήπια ισχύ και σε κάθε περίπτωση προετοιμαζόμαστε και αμυντικά για τις προκλήσεις που τυχόν θα βρούμε μπροστά μας. Ο Waltz σημειώνει ότι τα κράτη  συγκροτούν συμμαχίες έχοντας ως κύριο στόχο τα κέρδη σε σχέση με τα κράτη που δεν συνασπίζονται. Αυτό πρέπει να είναι και το δικό μας μέλημα.

Δεν είμαστε μόνοι λοιπόν, ούτε είμαστε «ανάδελφον έθνος». Σεβόμενοι το Διεθνές Δίκαιο και προωθώντας το εθνικό συμφέρον μέσω δυνατών συμμαχιών είναι δυνατό να μην είμαστε ουραγοί των διεθνών εξελίξεων. Το Διεθνές Δίκαιο δεν αποτελεί κενό γράμμα. Αντίθετα, παράγει διεθνή πολιτική, ενώ από την άλλη μεριά,  η Διεθνής Πολιτική παράγει Διεθνές Δίκαιο.

Στο χέρι μας είναι να αποσυνδέσουμε την αντίληψη που έχουμε για τη χώρα μας με ένα σύνδρομο ηττοπάθειας το οποίο κυριαρχεί. Οφείλουμε να αλλάξουμε το παράδειγμα για τις επόμενες γενιές. 

* Έλενα Συρμαλή, εγκληματολόγος, MA Criminologist, MSc in Forensic Psychiatry, MSc in International Relations, Strategy & Security