Eurobank Equities: Έξι παράγοντες αισιοδοξίας για την πορεία των ελληνικών μετοχών

Eurobank Equities: Έξι παράγοντες αισιοδοξίας για την πορεία των ελληνικών μετοχών

Αισιόδοξη για τις προοπτικές της ελληνικής αγοράς εμφανίζεται σε έκθεσή της η Eurobank Equities, εκτιμώντας ότι παρόλο που το τελευταίο διάστημα ο Γενικός Δείκτης δείχνει να έχει «κολλήσει» υπάρχουν έξι λόγοι που στηρίζουν το μομέντουμ των ελληνικών μετοχών και καθιστούν την όποια διόρθωση ως ευκαιρία εισόδου.

Ειδικότερα, όπως σημειώνει η έκθεση, οι ελληνικές μετοχές έχουν δώσει συνολική απόδοση 12% σε ετήσια βάση αλλά έχουν «κολλήσει» σε ένα περιορισμένο εύρος συναλλαγών από τον Μάιο, υποαποδίδοντας σε σχέση με τις αντίστοιχες αγορές της ΕΕ (ο Stoxx 600 έχει καταγράψει ένα +4% έκτοτε).

Από τη μία πλευρά, οι ανησυχίες σχετικά με τις συνέπειες της μετάλλαξης δέλτα και τα σημάδια επιβράδυνσης της παγκόσμιας ανάπτυξης - σε συνδυασμό με εκείνες για τη νομισματική πολιτική - έχουν επηρεάσει την ευρύτερη διάθεση της αγοράς.  Παράλληλα, οι αυξήσεις κεφαλαίου και η σημαντική δραστηριότητα εκδόσεων έχουν επίσης αποστραγγίσει τη ρευστότητα, φέρνοντας έναν ιδιότυπο αντίθετο άνεμο για την ελληνική αγορά μετοχών.

Από την άλλη όμως, η δυναμική των εταιρικών κερδών φαίνεται ισχυρή, την ώρα που οι αποτιμήσεις είναι αρκετά ελκυστικές (7% premium risk) ενώ οι μετοχές στην Ελλάδα δεν έχουν ακόμη διαγράψει πλήρως τις απώλειες λόγω πανδημίας (ο δείκτης αναφοράς βρίσκεται στο -3% έναντι των επιπέδων του Φεβρουαρίου 2020 - στα μη χρηματοοικονομικά στο -2%).

Σε αυτό το κλίμα, σύμφωνα με τη χρηματιστηριακή παρά τη βραχυπρόθεσμη αβεβαιότητα γύρω από τη μετάλλαξη Δέλτα, η επένδυση σε ελληνικές μετοχές - έναντι των διεθνών - παραμένει ακόμα αρκετά ελκυστική για μία σειρά από λόγους:

1. Η ελληνική οικονομία εμφανίζει ισχυρότερη δυναμική ανάπτυξης σε σχέση με τις υπόλοιπες χώρες της ΕΕ (ελληνικό ΑΕΠ 2ου τριμήνου στο +16% έναντι του +13% σε ΕΕ)

2. Οι πλεονάζουσες αποταμιεύσεις που συσσωρεύτηκαν από τον Μάρτιο του 2020 (30 δισ. ευρώ) αναμένεται να στηρίξουν τις καταναλωτικές δαπάνες τα επόμενα τρίμηνα.

3. Η δυναμική των δεικτών PMI/Οικονομικού κλίματος φαίνεται επίσης πιο ισχυρή από ό,τι στην Ευρώπη (και οι δύο δείκτες βρίσκονται κοντά σε υψηλά επίπεδα, είτε πρόσφατα είτε πολυετή)

4. Η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε πρώιμο κύκλο (και όχι στο μέσο του κύκλου)

5. Οι ελληνικές μετοχές διαπραγματεύονται κατά μέσο όρο με discount 30% - 35% έναντι των ευρωπαϊκών

6. Εκτός από την εξομάλυνση μετά την πανδημία, η ελληνική οικονομία αναμένεται να ενισχυθεί περαιτέρω από την εισροή κεφαλαίων που του Ταμείου Ανάκαμψης της ΕΕ (31 δισ. ευρώ κατά τη διάρκεια του 2021-26 για την κινητοποίηση συνολικών πόρων 57,5 ​​δισ. ευρώ - δηλαδή στο 31% του προ πανδημίας ελληνικού ΑΕΠ)

ΟΠΑΠ, ΔΕΗ, Mytilineos και Εθνική Τράπεζα τα Top picks

H χρηματιστηριακή σημειώνει μεν ότι δεν βλέπει πολλά περιθώρια για θετική υπέρβαση στο εγγύς μέλλον σε ένα λιγότερο ευνοϊκό πλέον περιβάλλον, δεδομένων των ανησυχιών για κορύφωση της ανάπτυξης και της ρευστότητας, ωστόσο υπογραμμίζει ότι θα πρέπει να δούμε οποιαδήποτε διόρθωση ως ένα ελκυστικό σημείο εισόδου, δεδομένης της βελτίωσης των μακροπρόθεσμων προοπτικών που δεν έχουν ακόμη τιμολογηθεί.

Για την Eurobank Equities, μια ισορροπημένη επενδυτική τακτική περιλαμβάνει μετοχές εταιρειών με καταλυτική συμπεριφορά (ΔΕΗ, ΟΠΑΠ), ισχυρή στήριξη αποδόσεων (ΟΠΑΠ) και ισχυρό μομέντουμ κερδοφορίας (Mytilineos).

Παράλληλα, αφαιρεί από τη λίστα τον κορυφαίων επιλογών την ΕΧΑΕ λόγω υποχώρησης της δυναμικής της συναλλακτικής δραστηριότητας, αντικαθιστώντας της με την Εθνική, για την οποία υπογραμμίζει ότι ο ισχυρός ισολογισμός της δείχνει μια σαφή πορεία ανάκαμψης της κερδοφορίας της σε συνδυασμό με μια ελκυστική αποτίμηση.

Τέλος, σε ό,τι αφορά τις τράπεζες γενικότερα η χρηματιστηριακή επισημαίνει ότι η ολοκλήρωση της εκκαθάρισης των ισολογισμών τους, που είναι πλέον ορατή (θα ολοκληρωθεί έως τα μέσα του 2022) θα στηρίξει το περαιτέρω re-rating των μετοχών τους στους επόμενους μήνες, αν και με πιο σταδιακό ρυθμό.

Πλησιάζοντας δε προς το 2022, εκτιμά ότι οι επενδυτές θα επικεντρωθούν περισσότερο στις προοπτικές κερδοφορίας, οι οποίες θα καθορίσουν τον βαθμό στον οποίο οι ελληνικές τράπεζες θα αποτιμηθούν υπό «κανονικότητα» και θα κλείσουν το χάσμα αποτίμησης έναντι των τραπεζών της ευρωπαϊκής περιφέρειας.