Μια επιβεβλημένη αλλαγή αντίληψης για την παιδική προστασία

Μια επιβεβλημένη αλλαγή αντίληψης για την παιδική προστασία

Ο χώρος της παιδικής προστασίας στην Ελλάδα δεν ήταν άγραφος πίνακας. Αποτελούσε, ιστορικά, ένα ιδιότυπο κράμα αποσπασματικών πολιτικών, αραιής, ελλιπούς και ενίοτε μη ενεργοποιημένης νομοθέτησης, κατακερματισμού, αυτοσχέδιων πρακτικών κοινωνικών φορέων και παγιωμένων αντιλήψεων. Αυτή ακριβώς ήταν η μεγαλύτερη πρόκλησή του: η δημιουργική, συνεκτική, ρυθμιστική παρέμβαση, η καταπολέμηση των στρεβλών παραδόσεων και η αλλαγή των όρων με τους οποίους διεξάγεται ο δημόσιος διάλογος για το τι πραγματικά συνιστά παιδική προστασία.

Όσοι παρακολούθησαν την εκδήλωση «Ακούμε τη Φωνή των Παιδιών» που διοργανώθηκε από την Υφυπουργό Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Δόμνα Μιχαηλίδου στο πλαίσιο του ευρωπαϊκού προγράμματος Child Guarantee, είχαν την ευκαιρία να ακούσουν τη σύνοψη των εθνικών πολιτικών για την πρόληψη και καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού μέσω της διασφάλισης της σταθερής, ποιοτικής πρόσβασης των παιδιών και των οικογενειών τους σε κρίσιμης σημασίας αγαθά και υπηρεσίες.

Η απαρίθμησή τους καταλαμβάνει ένα ευρύ φάσμα: το επίδομα γέννησης 2.000 ευρώ, η πρώιμη ανίχνευση, διάγνωση και παρέμβαση στις αναπτυξιακές δυσκολίες και την αναπηρία, η ανάπτυξη δεξιοτήτων στην προσχολική αγωγή μέσω του προγράμματος Κυψέλη και η αύξηση χρηματοδότησης για τους βρεφονηπιακούς σταθμούς, η ενίσχυση των σχολικών γευμάτων, η θέσπιση προδιαγραφών για τις μονάδες παιδικής προστασίας και προϋποθέσεων εργασίας σε αυτές, η επιτάχυνση και διεύρυνση της αποϊδρυματοποίησης μέσω της υιοθεσίας και αναδοχής αλλά και της ημιαυτόνομης διαβίωσης των παιδιών άνω των 15 ετών που διαβιούν σε ιδρύματα.

Η καινοτομία, όμως, της εκδήλωσης δεν οφείλεται στο περιεχόμενο της σημαντικότατης ενεργού θεσμοθέτησης των τελευταίων τριών ετών στην παιδική προστασία. Οφείλεται στην εφαρμογή στην πράξη μιας νέας προσέγγισης -και συνακόλουθα ενός νέου ήθους- στον τρόπο και στους όρους με τους οποίους πρέπει να γίνεται η δημόσια συζήτηση για την παιδική (και όχι μόνο) ευαλωτότητα. Εστιάζω σε τρία κύρια σημεία.

Πρώτον, όσοι μοιραζόμασταν την επιφυλακτικότητα για τον τρόπο με τον οποίο έχει τύχει να χρησιμοποιείται κατά καιρούς η εικόνα των παιδιών στον κοινωνικό τομέα, είδαμε με χαρά μια διοργάνωση να προκαλεί τη συμμετοχή παιδιών και νέων ενηλίκων στο δημόσιο διάλογο, όπως θα έπρεπε να είναι - όχι πατερναλιστικά αλλά ως ισότιμων ή κεντρικών συνομιλητών. Υγιώς και όχι κατ’ επίφαση παιδοκεντρικά.

Ομολογώ ότι δεν θυμάμαι άλλο πολιτικό πρόσωπο από θέση ευθύνης, να διατυπώνει τόσο εμφατικά ότι το ίδρυμα είναι de facto κακοποιητικό περιβάλλον και μάλιστα να ζητά την άποψη παιδιού που πέρασε ένα διάστημα της ζωής του σε δομή παιδικής προστασίας, όπως έκανε η Δόμνα Μιχαηλίδου.

Δεύτερον, τα παιδιά που συμμετείχαν ως συνομιλητές στην εκδήλωση δεν χαρακτηρίστηκαν από τους διοργανωτές βάσει της αναπηρίας τους, του ιδρυματικού περιβάλλοντος στο οποίο μεγάλωσαν ή άλλων ειδικών χαρακτηριστικών τους, παρότι μίλησαν γι' αυτά. Στους τίτλους της οθόνης, η μόνη περιγραφή για τον Παναγιώτη που έθεσε την ανάγκη να δημιουργηθούν ράμπες στα πεζοδρόμια ώστε να μην είναι εξαρτημένος από τη μητέρα του ή κάποιο φροντιστή ήταν η αναγραφή του ονόματός του και η φοίτησή του στην Δ’ τάξη του δημοτικού, το ίδιο και για τον Παρασκευά, φοιτητή του Πολυτεχνείου Ξάνθης, που περιέγραψε τη δυναμική που ανέπτυξε ως παιδί Ρομά στον Φάρο του Κόσμου.

Τα χαρακτηριστικά μας είναι αναπόσπαστο στοιχείο της προσωπικότητάς μας αλλά δεν μας εγκλωβίζουν στη ζωή. Και η ευαλωτότητα είναι η φυσική κατάσταση όλων μας, δεν είναι ένα status που χαρακτηρίζει λίγους. Αυτό που διαφέρει είναι η διαβάθμισή της, η οποία προσλαμβάνεται βάσει εμποδίων άλλοτε αντικειμενικών, άλλοτε κοινωνικά τεθειμένων, με εξαιρετική μάλιστα τυχαιότητα.

Τρίτον, και ίσως σημαντικότερο όλων, η εκδήλωση εστίασε σε παιδικές ιστορίες αυτονόμησης, αποτασσόμενη την παραδοσιακή αντίληψη που θέλει τον κοινωνικό τομέα να συνδέεται με τη φιλανθρωπία και την εξάρτηση από την «καλοσύνη των ξένων». Το πρότυπο που κυριάρχησε τόσο στη συζήτηση, όσο και σε επίπεδο εφαρμοζόμενων πολιτικών, ήταν η δυναμική παρέμβαση στο κοινωνικό πεδίο που θα υποβοηθήσει την ανεξαρτησία και τη μεγιστοποίηση του αυτοκαθορισμού των ατόμων σε ευάλωτη θέση, παραπέμποντας στο δόγμα του τελέσφορου αλτρουϊσμού (effective altruism) όπως διατυπώθηκε από τον ηθικό φιλόσοφο Peter Singer.

Οι όροι διεξαγωγής της κοινωνικής συζήτησης αναφορικά με την ευαλωτότητα και τη συμπερίληψη αλλάζουν ευκολότερα όταν οι εισηγητές των δημοσίων πολιτικών δίνουν την κατεύθυνση. Πέραν και συμπληρωματικά προς το κομμάτι της πολιτικής χάραξης, την εβδομάδα αυτή η Δόμνα Μιχαηλίδου έδωσε έναν εξαιρετικό πρακτικό οδηγό για το πώς μπορούμε και πώς οφείλουμε να προσεγγίζουμε και να αξιολογούμε όλοι τα ζητήματα της παιδικής προστασίας στην καθημερινότητά μας.

*Η Μαρία Δαμανάκη είναι Πρόεδρος του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας Περιφέρειας Κρήτης