Η ζωφόρος του Παρθενώνα απεικονίζει τη θυσία της κόρης του Ερεχθέα;

Η ζωφόρος του Παρθενώνα απεικονίζει τη θυσία της κόρης του Ερεχθέα;

Την λαμπρή πομπή των Παναθηναίων παρουσιάζει η ζωφόρος του Παρθενώνα, ή μια τραγική σκηνή από τη μυθολογία της αρχαίας Αθήνας; Οι περισσότεροι συγκλίνουν προς την πρώτη άποψη. Ωστόσο,  στο βιβλίο της «The Parthenon enigma. Α journey into legend» (Το αίνιγμα του Παρθενώνα, ένα ταξίδι στο μύθο) η καθηγήτρια Κλασικής Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης Joan Breton Connelly, διατείνεται πως πρόκειται για απεικόνιση μιας θυσίας: μια από τις κόρες του Ερεχθέα προετοιμάζεται για να θυσιαστεί οικειοθελώς. (Οι αδερφές της θα την ακολουθήσουν σε αυτή την επιλογή).

Το βιβλίο των εκδόσεων «Πατάκη» παρουσιάστηκε χθες στο αμφιθέατρο του Μουσείου Ακρόπολης. Ο καθηγητής Άγγελος Χανιώτης, που έχει γράψει και τον πρόλογο, και η ίδια η συγγραφέας, ανέπτυξαν τις αμφιβολίες ως προς την επικρατέστερη ερμηνεία της ζωφόρου καθώς και το μικρό εύρημα που ώθησαν την συγγραφέα να δώσει τη συγκεκριμένη ερμηνεία.

Ο Παρθενώνας αποτελεί για τον δυτικό κόσµο ένα αξεπέραστο πρότυπο οµορφιάς και αναλογιών. Και ως σήµερα ο λαµπρός ναός, ο αφιερωμένος στη θεά Αθηνά, ενσαρκώνει τα πολιτικά µας ιδεώδη, χρησιµεύοντας ως υπόδειγμα για τα πιο σεβαστά κοσµικά µας κτίρια. Ταυτίζονται όµως στ' αλήθεια οι αξίες αυτών που έχτισαν τον Παρθενώνα µε τις δικές µας;

«Η Joan Breton Connelly θέτει υπό αµφισβήτηση τις πιο θεµελιώδεις πεποιθήσεις µας σε σχέση µε τον Παρθενώνα και τη ζωή στην αρχαία Αθήνα και αναπαριστά την εξέλιξη της Ακρόπολης, του ιερού βράχου, από τα προϊστορικά χρόνια µέχρι τις ένδοξες µέρες της εποχής του Περικλή, παρουσιάζοντας µια πλειάδα ναών, µε κορυφαίο ανάµεσά τους τον Παρθενώνα» σημειώνει ο εκδότης.  Στέκεται ιδιαίτερα  στη θρυλική ζωφόρο, το µήκους 160 µέτρων ανάγλυφο που περιέβαλλε αρχικά το ανώτερο µέρος του ναού, προτού καταστραφεί εν µέρει από την έκρηξη του Βενετού Μοροζίνι τον 17ο αιώνα και προτού τα περισσότερα από τα κοµµάτια που είχαν αποµείνει µεταφερθούν στη Βρετανία (τον 19ο αιώνα).

Η πελώρια αινιγµατική ποµπή της ζωφόρου –µια εκθαµβωτική παρέλαση ιππέων και πρεσβυτέρων, µουσικών και κορών– ταυτιζόταν, εδώ και πάνω από 200 χρόνια, µε σκηνή από την ετήσια γιορτή της πόλης, της γενέτειρας της δηµοκρατίας. Χάρη όµως σε µια χαµένη κάποτε τραγωδία του Ευριπίδη, η ανακάλυψη της οποίας στο περίβληµα µιας αιγυπτιακής µούµιας των ελληνιστικών χρόνων αποτελεί µία µόνο από τις συναρπαστικές περιπέτειες που ξετυλίγονται στις σελίδες του βιβλίου, η Connelly φέρνει στο φως ένα θαµµένο για πολύ καιρό νόηµα, την ιστορία µιας ανθρωποθυσίας που τοποθετείται στα µυθικά χρόνια της ίδρυσης της πόλης. Η Connelly αποκαλύπτει έναν κόσµο πολύ πιο πλούσιο µέσα σε αυτή την πόλη των φιλοσόφων, ορθολογιστών και ρητόρων, που κατά τις ευρέως διαδεδοµένες ιδέες µας ήταν η Αθήνα. Έναν κόσµο όπου η σύγχρονη σύλληψη της δηµοκρατίας θα ήταν απλώς ακατανόητη.

Τα στοιχεία που κάνουν την κ. Κόνελλι να απορρίπτει την ερμηνεία των Παναθηναίων είναι: στη σκηνή της παράδοσης του πέπλου βλέπουμε έναν γενειοφόρο άνδρα και μια ημίγυμνη φιγούρα ακαθορίστου φύλου αντί για την ιέρεια της Αθηνάς. Δεν βλέπουμε το πεζικό, αλλά το ιππικό της αρχαίας Αθήνας. Λείπουν οι κανηφόροι και οι θαλλοφόροι (γόνοι καλών οικογενειών και σεβάσμιοι γέροντες) και άλλα πολλά.

«Το βιβλίο της Joan Connelly απευθύνεται σε πολλαπλούς αποδέκτες» λέει ο Άγγελος Χανιώτης. Για το ευρύ κοινό είναι µια καλογραµµένη ανάλυση των µύθων και του τοπίου της Αττικής και των αξιών των κατοίκων της. Για τους ειδικούς είναι µια πρόσκληση, βλέποντας τον Παρθενώνα και τα γλυπτά του από µια διαφορετική οπτική γωνία, να συµβάλουν στην καλύτερη κατανόησή του. Αλλά και για όσους επιλέξουν να επιµείνουν στην άποψη ότι η ζωφόρος του Παρθενώνα απεικονίζει την παναθηναϊκή ποµπή είναι µια πρόκληση να υποστηρίξουν την άποψη αυτή µε βάσιµα επιχειρήµατα κι όχι µε θρησκευτική πίστη. Τέλος, καταδεικνύοντας τη στενή σύνδεση µνηµείου, γλυπτών και τοπίου, η συγγραφέας, αρχαιολόγος µε σηµαντική προσφορά στην καταπολέµηση του παράνοµου εµπορίου αρχαιοτήτων, καταθέτει το ουσιαστικότερο επιχείρηµα για την επανένωση των γλυπτών του Παρθενώνα στο Νέο Μουσείο της Ακρόπολης».

 Η ζωοφόρος, λοιπόν, σύμφωνα με τη Connely αφηγείται μια πολύ πιο τραγική ιστορία - τη θυσία της κόρης του Ερεχθέα». Κάπου στα 1991 βρισκόταν στην Οξφόρδη για τις ανάγκες μιας επιστημονικής έρευνας, όταν την προσοχή της μαγνήτισε ένα μικρό, άγνωστο απόσπασμα από ένα χαμένο έργο του Ευριπίδη με τον τίτλο «Ερεχθέας». Σύμφωνα με τη μυθολογία, ο Ερεχθέας ήταν ο ιδρυτής βασιλιάς των Αθηνών. Ο Όμηρος τον περιγράφει ως γιο του Ηφαίστου και της Γαίας, η οποία τον παρέδωσε στην Αθηνά για να τον αναθρέψει και εκείνη τον εγκατέστησε στον τότε μικρό ναό της, το μετέπειτα Ερεχθείο, ενώ ο Ηρόδοτος μας πληροφορεί ότι ο Ερεχθέας και η Αθηνά λατρεύονταν από κοινού στην Αθήνα.

Κάποτε ο Ερεχθέας βρέθηκε σε πόλεμο με τους Ελευσινίους, σύμμαχος των οποίων ήταν ο βασιλιάς των Θρακών Εύμολπος, γιος του Ποσειδώνα. Μετά από χρησμό του μαντείου των Δελφών ο Ερεχθέας θυσίασε την κόρη του για να σώσει τη νεοϊδρυθείσα πόλη του, την Αθήνα. Αυτή ακριβώς την «καθηλωτική αφήγηση της θυσίας» προτείνει η αρχαιολόγος και καθηγήτρια στο βιβλίο της ως τη λύση του αιώνιου αινίγματος.

Αποκορύφωμα αρχιτεκτονικής τελειότητας, πρότυπο αισθητικής και κλασικής ομορφιάς, κορυφαίο σύμβολο της Δημοκρατίας, ο Παρθενώνας, κατά τη συγγραφέα, έχει ενσωματωθεί ως φόρμα στην ελληνική αρχιτεκτονική του 19ου αιώνα και αργότερα, στο σχεδιασμό κυβερνητικών και δημόσιων κτιρίων. «Δικαστήρια, ταχυδρομεία, τράπεζες, βιβλιοθήκες, μουσεία και σχολεία έχουν αγκαλιάσει το στυλ Παρθενώνα ως μέσο προβολής ενός συνόλου αξιών, που παραπέμπουν στην περίοδο άνθησης της Δημοκρατίας στην Αθήνα».

«Η περίπτωση των γλυπτών του Παρθενώνα είναι μοναδική» τονίζει η κ. Κόννελι. Δεν δημιουργήθηκαν ξεχωριστά, δεν είναι αυτόνομα έργα τέχνης. είναι μέρος ενός κτιρίου, αυτού που εξακολουθεί να βρίσκεται στο κέντρο της Αθήνας σήμερα. Αντανακλούν την ιστορία των αρχαίων, αφηγούνται μια ιστορία και μια θρησκεία. Είναι όλα ένα ενιαίο σύνολο. Και δεν είναι δυνατόν να κατανοηθεί η ιστορία που αφηγούνται εφόσον είναι διασπασμένα».

Αντιγόνη Καρατάσου