Η αλήθεια για τα stress tests

Η αλήθεια για τα stress tests

Του Κωνσταντίνου Μαριόλη

Από την ημέρα που ανακοινώθηκε η επίσπευση των stress tests – για να ικανοποιηθεί το ΔΝΤ ενόψει της λήξης του μνημονίου – ήταν προφανές ότι οι ελληνικές τράπεζες θα βρίσκονταν στο επίκεντρο μίας πολιτικής διελκυστίνδας με απρόβλεπτες συνέπειες.

Σήμερα, λίγες ημέρες πριν την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων (ημερομηνία ανακοίνωσης Παρασκευή 4 ή Σάββατο 5 Μαΐου), όλα δείχνουν ότι η άσκηση θα περάσει αναίμακτα για τον εγχώριο κλάδο και μάλιστα με πολύ καλές επιδόσεις ακόμη και για την τράπεζα που πρωταγωνιστούσε στην καταστροφολογία των τελευταίων μηνών. Πως έγινε αυτό; Υπήρξε εξαιρετική προετοιμασία από τις αρμόδιες ομάδες της Τράπεζας της Ελλάδος, πολύ σοβαρές προσπάθειες από τις ίδιες τις τράπεζες, αλλά και... καλή διάθεση από τον Μάριο Ντράγκι, αφού σε μεγάλο βαθμό πρόκειται για μία πολιτική απόφαση. 

Υπάρχουν, βέβαια, αστερίσκοι, προϋποθέσεις δηλαδή, οι οποίες αν δεν εκπληρωθούν θα αναγκάσουν ξανά τις τράπεζες να αντλήσουν κεφάλαια.

Τα νέα έφεραν χαμόγελα. Στο χρηματιστήριο, οι τραπεζικές μετοχές καταγράφουν κέρδη της τάξης του 15% την τελευταία εβδομάδα και 11% μέσα στο 2018, σε μία περίοδο ακραίας φημολογίας και διαδοχικών σεναρίων. Με βάση τις φήμες, τουλάχιστον μία τράπεζα θα είχε πρόβλημα, ενώ διαρροές από ξένα funds «έβλεπαν» μέχρι και συγχωνεύσεις. Κάτι ήξεραν ή ήταν απλώς ευσεβείς πόθοι επενδυτών; Το θέμα είναι ότι η «μπόρα» πέρασε με την Alpha Bank και την ΕΤΕ να έχουν ξεπεράσει τις τιμές των τελευταίων ΑΜΚ.

Όλα αυτά καλά, όμως η κατάσταση εδώ και χρόνια έχει γίνει πολύ κουραστική για μικρούς και μεγάλους μετόχους. Όσο το φάντασμα μιας νέας ανακεφαλαιοποίησης πλανιέται πάνω από την αγορά, τόσο οι τράπεζες θα συνεχίσουν να παίζουν ένα και μόνο ρόλο, αυτόν των «bad banks», εγκλωβισμένες σε πολυετείς προσπάθειες μείωσης των «κόκκινων» δανείων. Θα αποφευχθεί, λοιπόν, μία νέα ανακεφαλαιοποίηση ή θεωρείται επιβεβλημένη κάποια στιγμή στο μέλλον; Και αν είναι αναγκαία γιατί η ΕΚΤ συμφωνεί σήμερα να... κλωτσήσει το τενεκεδάκι παραπέρα;

Το ΔΝΤ, πάντως, φαίνεται ότι κάνει ένα βήμα πίσω. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν πρόκειται να επανέλθει στο μέλλον ζητώντας ενέργειες κεφαλαιακής ενίσχυσης (από τη στιγμή που θα μείνει στο ελληνικό πρόγραμμα), αλλά προς το παρόν οι τράπεζες θα ηρεμήσουν από τον «πονοκέφαλο» του Ταμείου.

Είτε εισακούσθηκαν οι «ευχές» των βασικών μετόχων, είτε η ΕΚΤ θέλει να διατηρήσει μία ήπια στάση ενόψει της λήξης του μνημονίου, το θέμα είναι ότι η αβεβαιότητα παραμένει, από τη στιγμή που ακαριαία λύση για τα «κόκκινα» δάνεια δεν υπάρχει.

Το ΔΝΤ «φώναζε» μέχρι... χθες, έμμεσα ή άμεσα, ότι τα κεφάλαια των τραπεζών δεν είναι υψηλής ποιότητας διότι σε ποσοστό 60% αντιστοιχούν στον αναβαλλόμενο φόρο. Αυτό σημαίνει ότι στην περίπτωση που η ανάπτυξη συνεχίσει να απογοητεύει, δεν θα μπορέσουν να απορροφήσουν τις ζημιές που θα προκύψουν από τη διαχείριση των «κόκκινων» δανείων.

Πόσο, όμως, αντέχουν ακόμη οι τράπεζες να «διαχειρίζονται» προβληματικά δάνεια και να μην χρηματοδοτούν την οικονομία; Ποια οικονομία; Χωρίς πραγματική ανάπτυξη (το ΔΝΤ προβλέπει 2% φέτος και 1,8% το 2019 μετά από σωρρευτική ύφεση 26%), χωρίς επενδυτικά project, τι να χρηματοδοτήσουν; Με τις άμεσες ξένες επενδύσεις να βρίσκονται στα... τάρταρα και ρυθμούς μεγέθυνσης του ΑΕΠ που δείχνουν μια οικονομία που σέρνεται, ο κίνδυνος της παρατεταμένης στασιμότητας είναι κάτι παραπάνω από ορατός.

Στο μεταξύ, οι Ευρωπαίοι κρύβουν τα προβλήματα της οικονομίας κάτω από το χαλί για να φτάσουμε όσο πιο ήσυχα γίνεται στο τέλος του μνημονίου και η ελληνική κυβέρνηση το εκμεταλλεύεται χωρίς να καταλαβαίνει ότι αν η ΕΚΤ αποφασίσει τον Σεπτέμβριο (έχει κάθε δικαίωμα να το κάνει) να πάρει πίσω το waiver, τότε οι τράπεζες θα έχουν ένα ακόμη σοβαρό πρόβλημα. Γι'' αυτό, άλλωστε, ο Γιάννης Στουρνάρας έσπευσε να ξεκαθαρίσει ότι η προληπτική γραμμή στήριξης δεν είναι μνημόνιο...

Θα επανέλθει ο εφιάλτης;

Ο εφιάλτης μίας ακόμη ανακεφαλαιοποίησης δεν μπορεί να εξαφανιστεί. Όπως υπενθυμίζει σε έκθεσή της η Wood, στην προηγούμενη ανακεφαλαιοποίηση οι μέτοχοι σχεδόν «εξαϋλώθηκαν» για να γίνει πιο ελκυστική. Με δεδομένο ότι τα stress tests θα είναι θετικά, η Wood εκτιμά ότι μακροπρόθεσμα η ανακεφαλαιοποίηση μπορεί να κριθεί επιτακτική αν αλλάξουν οι κανονισμοί για τον αναβαλλόμενο φόρο ή δεν επιτευχθούν οι στόχοι μείωσης των «κόκκινων» δανείων. Σε κάθε περίπτωση ο χαμένος θα είναι το ΤΧΣ, άρα οι φορολογούμενοι που έχουν ήδη χάσει δεκάδες δισ. ευρώ, των οποίων η συμμετοχή μειώθηκε δραματικά στην ανακεφαλαιοποίηση του 2015. Εκτός και αν προκριθούν άλλες λύσεις...

Στο μεταξύ, το ΔΝΤ, αντί να πιέζει ευθέως όπως στο παρελθόν, όταν υποστήριζε ότι οι ελληνικές τράπεζες χρειάζονται πάνω από 10 δισ. ευρώ νέα κεφάλαια για να... κοιμούνται ήσυχες ενόψει του μαραθωνίου μείωσης των «κόκκινων» δανείων, βάζει στο τραπέζι τις «προληπτικές ανακεφαλαιοποιήσεις». Σαν να λέει «καλύτερα να προχωρήσετε μόνες σας σε αυξήσεις κεφαλαίου πριν η ανάγκη γίνει υποχρέωση».

Συνεπώς, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει ακόμη και το ενδεχόμενο να προχωρήσουν και οι τέσσερις τράπεζες σε κινήσεις κεφαλαιακής ενίσχυσης στο μέλλον. Το θέμα είναι αν και όποτε γίνουν να μην πραγματοποιηθούν σε περιβάλλον «αναγκαστικής εκτέλεσης»...

Αυτό θα κριθεί από τα «κόκκινα» δάνεια. Είναι προφανές ότι με τη σημερινή κατάσταση στην οικονομία η ανάκαμψη είναι εύθραυστη. Κανένα... ελατήριο και κανένα επενδυτικό σοκ δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα. Στην πλειονότητά τους οι αναλυτές συμφωνούν ότι μακροπρόθεσμα η ελληνική οικονομία δεν έχει δυναμική μεγάλης ανάπτυξης. Αν, μάλιστα, η ανάπτυξη πάει πιο κοντά στο μηδέν η αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων θα είναι απίστευτα δύσκολη.

Είναι κοινή πεποίθηση ότι οι τράπεζες άργησαν πολύ να ασχοληθούν «σοβαρά» με τα προβληματικά δάνεια αφού τα πρώτα χρόνια απλώς μετέθεταν το πρόβλημα με βραχυπρόθεσμες λύσεις. Αν στο εξής δεν δείξουν αποφασισμένες να πάρουν τολμηρές αποφάσεις για μεγάλα επιχειρηματικά δάνεια, τότε η μοναδική λύση θα είναι οι διαγραφές ή οι πωλήσεις σε χαμηλές τιμές. Αυξάνεται, έτσι, ο κίνδυνος νέων κεφαλαιακών αναγκών.