Ελλάδα vs Ιταλία

Ελλάδα vs Ιταλία

Της Μαίρης Βενέτη

Μετά το επιθετικό report της UBS την προηγούμενη εβδομάδα όσον αφορά τις αυξημένες αποτιμήσεις των ελληνικών κρατικών ομολόγων, αυτή την εβδομάδα πήρε τη σκυτάλη η SocGen.

Η έκθεση της SocGen επικεντρώθηκε στον μηδενισμό των ελληνο-ιταλικών spreads την προηγούμενη εβδομάδα- οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων υποχώρησαν κάτω από τα ιταλικά - ένα φαινόμενο το οποίο έχει να συμβεί από το 2008 όταν η Ελλάδα είχε βαθμολογία Α1 από τους οίκους, είχε δηλαδή επενδυτική βαθμίδα.

Κατά την SocGen η συνθήκη αυτή αποτελεί μία σπάνια ευκαιρία για τους επενδυτές να αλλάξουν θέσεις μεταξύ των ελληνικών και των ιταλικών ομολόγων.

Πάραυτα, να σημειώσουμε πως η SocGen παραμένει θετική για τα ομόλογα της ευρωπεριφέρειας καθώς και για τα ελληνικά.

Απλά στη συγκεκριμένη συγκυρία κρίνει πως οι επενδυτές θα πρέπει να ρευστοποιήσουν τις θέσεις τους και να περιμένουν κάποιο διάστημα προτού επιστρέψουν εκ νέου στην ελληνική αγορά.

Μπορεί μεσοβραχυπρόθεσμα η SocGen να έχει δίκιο και τα ιταλικά ομόλογα να σημειώσουν όντως ράλι πριν τα ελληνικά δουν και πάλι τις αποδόσεις τους να υποχωρούν.

Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι η Ελλάδα ξεχωρίζει των αποδόσεων στις διεθνείς αγορές ομολόγων, γεγονός που αποτελεί έναν μικρό άθλο αν σκεφτεί κανείς ότι το 2012 οι επενδυτές είχαν αρνηθεί να δανείσουν την Αθήνα.

Επτά χρόνια μετά, οι επενδυτές πληρώνουν την Ελλάδα για να δανειστούν βραχυπρόθεσμους τίτλους, ενώ ταυτόχρονα οι αποδόσεις των 10ετών ομολόγων κινούνται στο 1,2%, ήτοι πολύ χαμηλότερα από το κόστος χρηματοδότησης της αμερικανικής κυβέρνησης!

Μια κατοχύρωση κερδών λοιπόν - άρα και μια μικρή άνοδος των αποδόσεων -στα ελληνικά κρατικά ομόλογα δεν είναι παράλογη εξέλιξη τις προσεχείς εβδομάδες, μιας και αν κάποιος είχε πάρει το ρίσκο και είχε τοποθετηθεί στο ελληνικό 10ετές από τον Απρίλιο του 2014, θα είχε σήμερα συνολική απόδοση άνω του 80%.
Εξωφρενικά μεγαλύτερη θα ήταν η απόδοση του αν είχε το «κουράγιο» να τοποθετηθεί την δραματική περίοδο του 2015.

Οι προβληματισμοί μας λοιπόν δεν έγκειται στην πιθανότητα μιας διόρθωσης των ελληνικών ομολόγων, όσο κυρίως πάνω στην ιδέα ανταλλαγής των ελληνικών με τα ιταλικά ομόλογα.

Η πρόταση αυτή μπορεί να έχει νόημα για τους risk lovers της αγοράς, αλλά για τα συντηρητικά χαρτοφυλάκια διατηρούμε τις επιφυλάξεις μας.

Η ελληνική και η ιταλική ακτινογραφία

Στην Ελλάδα το ράλι των κρατικών ομολόγων οφείλεται τόσο στη σταδιακή εξυγίανση της οικονομίας μετά από τη βίαιη πτώση των προηγούμενων ετών, όσο και στο γεγονός ότι οι εκλογές οδήγησαν σε μια αυτοδύναμη μεταρρυθμιστική κυβέρνηση, κάτι που απομάκρυνε τα σενάρια εξόδου από την ευρωζώνη.

Βέβαια ας μην κρυβόμαστε, βοήθησε κατά πολύ και η διεθνής συγκυρία.

Τα αρνητικά επιτόκια έχουν οδηγήσει τα ομόλογα υψηλής πιστοληπτικής διαβάθμισης σε πολύ χαμηλές έως και αρνητικές αποδόσεις, εξέλιξη που έχει οδηγήσει τους επενδυτές να αναλαμβάνουν ολοένα και μεγαλύτερα ρίσκα έναντι καλύτερης απόδοσης.
Ως εκ τούτου, τα κεφάλαια αυτά εισήλθαν και στην ελληνική αγορά ομολόγων συμπιέζοντας τις αποδόσεις σε ιστορικά χαμηλά.

Όσον αφορά τις προοπτικές, μπορεί η πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελλάδας να παραμένει τρεις βαθμίδες χαμηλότερα από την επενδυτική κατηγορία, όμως η πρόσφατη έκθεση από την S&P έχει πυροδοτήσει ελπίδες για μια κίνηση προς την επενδυτική βαθμίδα, κάτι που θα ανοίξει το δρόμο και σε αγορές ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ, γεγονός που θα συμπιέσει εκ νέου τις αποδόσεις.

Ένα βέβαια από τα ρίσκα των ελληνικών ομολόγων είναι το ύψος του ελληνικού χρέους, στα 359 δισ. ευρώ, ήτοι στο 180,2% του ΑΕΠ.

Ωστόσο, μόλις το 1/5 αυτού του χρέους βρίσκεται στα χέρια επενδυτών.
Το μεγαλύτερο μέρος του είναι μακροχρόνια δάνεια από την ΕΕ και το ΔΝΤ, με εξαιρετικά ευνοϊκά επιτόκια, που θα ζήλευαν πολλές οικονομίες στο παγκόσμιο στερέωμα.

Πάμε τώρα στην Ιταλία.

Η Ιταλία είναι η δεύτερη οικονομία της ευρωζώνης με υπέρογκο χρέος ως προς το ΑΕΠ.

Πιο συγκεκριμμένα, το ιταλικό χρέος είναι πέριξ του 138% του ΑΕΠ, αλλά έχει εκ διαμέτρου διαφορετικό ρίσκο αναχρηματοδότησης σε σχέση με το ελληνικό.

Εν ολίγοις, η Ιταλία καλείται να αναχρηματοδοτεί συνεχώς το χρέος της από τις αγορές ομολόγων. Αυτό και μόνο το γεγονός μπορεί να πυροδοτήσει- αν δεν το έχει ήδη κάνει- μια μεγάλη αλλαγή της ποιότητας των επενδυτών που εισέρχονται στα ομόλογα των δύο χωρών.

Επιπλέον, η Ιταλία αντιμετωπίζει συχνά κυβερνητικές κρίσεις.

Η νέα κυβέρνηση που ορκίστηκε μόλις στις 5 Σεπτεμβρίου, είναι η 66η σε 73 χρόνια κοινοβουλευτικής ιστορίας, με τις προηγούμενες να έχουν διάρκεια ζωής κατά μέσο όρο τους 13 μήνες.

Μπορεί οι πρόσφατες εκλογές να οδήγησαν στην αντιπολίτευση τον ακροδεξιό Ματέο Σαλβίνι -ο οποίος ήταν αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και υπουργός Εσωτερικών στην προηγούμενη κυβέρνηση με το M5S- αλλά μια σημαντική λεπτομέρεια που πολλοί δεν λαμβάνουν υπόψιν είναι ότι, στις περιφερειακές εκλογές της περιοχής της Ούμπρια, η υποψήφια του Ματέο Σαλβίνι κατάφερε να υπερισχύσει με 57% των ψήφων.

Αν και η περιοχή αυτή μετρά μόλις επτακόσιες χιλιάδες κατοίκους με δικαίωμα ψήφου- πέριξ του 2% του ιταλικού πληθυσμού- το μήνυμα είναι ξεκάθαρο: Προς το παρόν, η δεύτερη κυβέρνηση Κόντε δεν κατάφερε να ανακόψει την ανοδική πορεία της Λέγκα και των υπόλοιπων ακραίων συμμάχων της.

Πρόκειται για μια φανατική όσο και λαϊκιστική βαθιά Δεξιά, η οποία στέλνει λίγα και απλοϊκά μηνύματα, με κυριότερα εκείνα του «όχι στους μετανάστες», και «ευθεία σύγκρουση με την Ευρώπη».

Στην Ελλάδα τουλάχιστον το φλερτ με τη «φωτιά» το έχουμε αφήσει πίσω μας.



*Αποποίηση Ευθύνης: Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή, ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων.
Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται, βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.