Διπλό «καμπανάκι» για ασφαλιστικό και φόρους στα μεσαία εισοδήματα

Διπλό «καμπανάκι» για ασφαλιστικό και φόρους στα μεσαία εισοδήματα

Του Γιώργου Φιντικάκη

Το μήνυμα ότι αν δεν ελαφρυνθούν οι φόροι και οι εισφορές στα μεσαία εισοδήματα, μην περιμένουμε ανάπτυξη 3% στην οικονομία, στέλνει το ΙΟΒΕ στην τριμηνιαία του έκθεση, προσθέτοντας ταυτόχρονα ότι το ασφαλιστικό χρειάζεται άμεσα μια τολμηρή και γενναία μεταρρύθμιση 3 πυλώνων, με βάση όσα έχουν εξαγγελθεί.

«Αν για κάποιο λόγο πάει πίσω η ασφαλιστική μεταρρύθμιση, ή εφαρμοσθεί μόνο για όσους εισέλθουν του χρόνου στην αγορά εργασίας, τότε θα έχει χαθεί μια πολύ μεγάλη ευκαιρία», ανέφερε χαρακτηριστικά κατά την παρουσίαση της έκθεσης ο γενικός διευθυντής του ΙΟΒΕ Νίκος Βέττας.

Σχολιάζοντας το πάγωμα του ΦΠΑ για μια 3ετία στα ακίνητα, εκτίμησε ότι το μέτρο ασφαλώς και θα δώσει ώθηση στην οικοδομή, που με την σειρά της θα συμβάλει σε ανάκαμψη των επενδύσεων (το ΙΟΒΕ προβλέπει αύξηση τους κατά 15% το 2020), ωστόσο επανέλαβε ότι η οικονομία χρειάζεται αλλαγή παραγωγικού μοντέλου και αυτό δεν θα έρθει από τις κατασκευές.

Στην πράξη η έκθεση ναι μεν στέλνει ένα αισιόδοξο μήνυμα, αποτιμώντας θετικά την αλλαγή σελίδας της οικονομίας, ωστόσο διατηρεί κάποιες επιφυλάξεις για τις επιπτώσεις από τις εσωτερικές παθογένειες και την διεθνή επιβράδυνση. Στην λογική αυτή, το ίδρυμα οικονομικών ερευνών προβλέπει για φέτος ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ στο 1,8% και για του χρόνου μεταξύ 2,3%-2,5% (έναντι 2,8% της κυβέρνησης).

Κυρίως όμως η έκθεση κρούει δυο καμπανάκια προς την κυβέρνηση, ένα για το γεγονός ότι τα μεσαία εισοδήματα έχουν μείνει τουλάχιστον μέχρι σήμερα, εκτός των ελαφρύνσεων, και ένα δεύτερο για το Ασφαλιστικό.

«Τα μεσαία εισοδήματα, με βάση την κλίμακα φορολογίας δεν πρόκειται να δουν παρά μια συμβολικού τύπου ελάφρυνση στην τσέπη τους, ωστόσο η μείωση των βαρών σε αυτά, θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα σε σχέση με κάθε άλλη μείωση φόρου, αν θέλουμε η οικονομία να προσελκύσει ικανούς ανθρώπους από την Ελλάδα και το εξωτερικό», ανέφερε ο κ. Βέττας. Και έφερε το παράδειγμα ενός μισθωτού των 1.000 ευρώ, που παρ ότι ο εργοδότης του θέλει να του κάνει αύξηση, εντούτοις δεν το κάνει, καθώς αυτή μεταφράζεται σε ένα ιδιαίτερα μεγάλο βάρος από τις εισφορές.

Αναφορικά με το ασφαλιστικό, η έκθεση επισημαίνει την ανάγκη η μεταρρύθμιση να ξεκινήσει όσο πιο άμεσα γίνεται, καθώς επίσης να γίνει σωστά. Εκκρεμεί άλλωστε η προσαρμογή με την απόφαση του ΣτΕ ότι θα πρέπει να υπάρχει μεγαλύτερη αναλογικότητα ανάμεσα στις εισφορές και τις συντάξεις που μπορεί κάποιος να περιμένει.

«Το Ασφαλιστικό είναι αυτό που με τη σημερινή του δομή κρατάει πίσω την ελληνική οικονομία. Η σωστή μεταρρύθμιση του μπορεί να αποτελέσει κλειδί για να απελευθερωθούν οι υγιείς δυνάμεις της οικονομίας», σύμφωνα με τον κ. Βέττα.

Στο μέτωπο των επενδύσεων, το ΙΟΒΕ θεωρεί ότι αυτές αποτελούν τον πλέον δυναμικό παράγοντα αύξησης της ανάπτυξης, ωστόσο επισημαίνει ότι πολλά από τα έργα έχουν ένα χρόνο επώασης, επομένως μπορεί τα αποτελέσματα ακόμη και μετά το 2020. Στο ερώτημα πως εξηγούν την εκτίμηση της έκθεσης για αύξηση κατά 15% στις επενδύσεις του χρόνου - πρόβλεψη πιο αισιόδοξη κι από το 13,5% της κυβέρνησης- οι άνθρωποι του ΙΟΒΕ επικαλούνται την πολύ χαμηλή βάση από την οποία αυτές ξεκινούν.

Σε κάθε περίπτωση, το μήνυμα της έκθεσης είναι ότι ενώ η οικονομία βρίσκεται στην αρχή της ανάκαμψης, το Δημόσιο έχει πλέον χαμηλό κόστος δανεισμού, οι τράπεζες αρχίζουν να δανείζουν και το επιχειρηματικό περιβάλλον να βελτιώνεται, εντούτοις, η χώρα δεν μπορεί να πετύχει ρυθμούς 4%. Ούτε η ανεργία είναι εύκολο να μειωθεί στο 10%.

Η απάντηση βρίσκεται στο γεγονός ότι μιλάμε για μια οικονομία που κουβαλά βαριές πληγές. «Το επενδυτικό κενό είναι τεράστιο, δεν έχει καλύψει τις αποσβέσεις κεφαλαίου, ενώ το επίπεδο επενδύσεων είναι στο μισό από εκείνο στο οποίο θα έπρεπε να είναι με βάση τα επίπεδα της Ευρώπης», σημείωσε ο κ. Βέττας.

Εν κατακλείδι, η σημερινή βάση δημιουργεί θετικές προοπτικές για το αύριο, ωστόσο δεν λείπουν οι κίνδυνοι και οι λόγοι για εγρήγορση. Σχετίζονται αφενός με την δομή της ελληνικής οικονομίας που αντιστρατεύεται ακόμη τους ισχυρούς ρυθμούς ανάπτυξης, αφετέρου με αρνητικές εξελίξεις που μπορεί να προκύψουν στο διεθνές περιβάλλον.