Ισλαμιστική τρομοκρατία και ζητήματα ευρωπαϊκής ασφάλειας

Ισλαμιστική τρομοκρατία και ζητήματα ευρωπαϊκής ασφάλειας

Της Μαρίας Χρ. Αλβανού*

Το έτος 2016 μπήκε κουβαλώντας το βάρος της τρομοκρατικής επίθεσης στο Παρίσι. Στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες εντάθηκαν οι προσπάθειες για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας, την οποία συγκεκριμένοι πολιτικοί χώροι έσπευσαν να συνδέσουν με το προσφυγικό ζήτημα, που επίσης κληροδότησε σε μεγάλη ένταση η χρονιά που έφυγε. Το σκηνικό της ασφάλειας εμφανίζεται ιδιαίτερα περίπλοκο.

Επιχειρησιακά ζητήματα της ισλαμιστικής τρομοκρατίας

Χωρίς να παραβλέπονται οι εγχώριες τρομοκρατικές και εξτρεμιστικές οργανώσεις που δρουν «παραδοσιακά» σε διάφορα κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αυτήν την περίοδο τονίζεται ο κίνδυνος για την ασφάλεια που προέρχεται από το ευρύτερο δίκτυο δράσης του IS και τη διαστρεβλωμένη εκστρατεία jihad που υποστηρίζει. Επιχειρησιακά– όπως παλιότερα και η al-Qaeda– το IS είναι ιδιαίτερα επικίνδυνο όχι μόνο γιατί έχει τη δυνατότητα να επιφέρει πλήγματα με οργανωμένα στρατολογημένα μέλη του, αλλά κυρίως γιατί ως ιδεολογική ομπρέλα προσφέρει έμπνευση ακόμη και σε μεμονωμένους δράστες (τους λεγόμενους μοναχικούς λύκους - lone wolves) που μπορούν να φέρουν σε πέρας επιθέσεις στο όνομα της οργάνωσης εκφράζοντας τις ιδέες της, χωρίς να είναι μέλη της stricto sensu. Επίσης η επιλογή των επιθέσεων αυτοκτονίας από το IS δεν είναι τυχαία, αλλά έχει επιχειρησιακή και στρατηγική σημασία. Πρόκειται για επιθέσεις που (μπορούν να) είναι χαμηλού κόστους, να εξασφαλίζουν πολλά θύματα και κυρίως να σκορπούν τον τρόμο, διασπώντας την κοινωνική συνοχή με την υποψία (που μπορεί να καταλήξει σε γενικότερη καχυποψία) ότι π.χ. ο διπλανός συνεπιβάτης με το σακίδιο στο μετρό, στο λεωφορείο κλπ μπορεί ανά πάσα στιγμή να ανατιναχτεί και να σκορπίσει τον θάνατο.

Η ριζοσπαστικοποίηση στη βία ως παράγοντας κινδύνου

Σε μια Ευρώπη που προσπαθεί εδώ και χρόνια να πετύχει ένα δημιουργικό και λειτουργικό πολυπολιτισμικό πλαίσιο, η ισλαμιστική τρομοκρατία, που εμφανίστηκε ήδη με τις επιθέσεις του Λονδίνου, ενέχει τον κίνδυνο να δυναμώσουν ρατσιστικές, μισαλλόδοξες φωνές και να απομονωθούν ή και να υποστούν κοινωνικά αντίποινα ολόκληρες ομάδες ανθρώπων που δεν έχουν κάποια σχέση με τη βία του τρόμου, απλά είναι μουσουλμάνοι και/ή προέρχονται από χώρες της Μέσης Ανατολής. Ακόμη, ενώ εξελίσσεται μια ανθρωπιστική κρίση όπως αυτή του προσφυγικού, υπάρχει κίνδυνος να αντιμετωπιστούν αρνητικά συνάνθρωποι που προσπαθούν να ξεφύγουν τον θάνατο (κάποιες φορές από τα χέρια του ίδιου του IS), γιατί πολύ απλά σε κάποιους επικρατεί η λογική των κλειστών συνόρων που υποτίθεται θα επιλύσουν το πρόβλημα εισροής πιθανών μελών του IS που ενδέχεται να κρύβονται ανάμεσα σε πραγματικούς πρόσφυγες.

Όμως τα κλειστά σύνορα δεν λύνουν το πρόβλημα. Αναμφισβήτητα –όσο υπάρχουν χώρες και σύνορα– είναι αναγκαίος και αυτονόητος ο υπεύθυνος έλεγχος τους, ώστε να μην ταξιδεύουν ελευθέρα τρομοκρατικά αλλά και γενικότερα εγκληματικά στοιχεία. Αλλά θα πρέπει να γίνει κατανοητό ότι η μορφή τρομοκρατίας που αντιμετωπίζουμε δεν λειτουργεί όπως μια «εισβολή», την οποία μπορεί η Ευρώπη να αποτρέψει απλά φυλάσσοντας καλά τα σύνορα. Εδώ και πάρα πολλά χρόνια είναι σαφές ότι υπάρχει ριζοσπαστικοποίηση στη βία ανθρώπων που ζουν στην Ευρώπη, είναι πολίτες της και δεν έρχονται από έξω, αλλά ζουν, σπουδάζουν και εργάζονται εντός των πυλών της. Υπάρχουν, επίσης, Ευρωπαίοι που φεύγουν για να συμμετάσχουν στη δράση του IS και επιστρέφουν στην Ευρώπη έχοντας όλη την απαραίτητη τεχνογνωσία και φανατισμό γα να σπείρουν πλέον τον τρόμο στις ευρωπαϊκές γειτονιές. Η πολύτιμη «εξωτερική βοήθεια» από το IS για μια τρομοκρατική επιχείρηση αρκεί να είναι ιδεολογική και ηθική, κάτι που γίνεται κάλλιστα και διαδικτυακά.

Οπότε η προσπάθεια για την καταπολέμηση της ισλαμιστικής τρομοκρατίας πρέπει να είναι πρωτίστως προσανατολισμένη στον πληθυσμό που υπάρχει ήδη στην Ευρώπη και σχεδιασμένη κατάλληλα για να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της ριζοσπαστικοποίησης στη βία. Έτι, η αλλαγή της Ευρώπης σε μια κλειστή, «φοβική» εκδοχή της που θα την καθιστά αδιάφορη και ανάλγητη στον πόνο του συνανθρώπου - «ξένου» θα είναι πύρρειος νίκη της ασφάλειας. Μια Ευρώπη διαφορετική από αυτή που οραματίστηκαν κάποτε οι λαοί της είναι αμφίβολο αν θα μπορεί να επιβιώσει, ακόμη και αν κατατροπώσει τους ισλαμιστές τρομοκράτες. Ήδη πολλές από τις αντιευρωπαϊκές φωνές που ακούγονται βασίζουν τη ρητορική τους στην απόκλιση –που δυστυχώς υφίσταται σε κάποια σημεία– από το όνειρο της Ευρώπης και που καθιστά ελκυστική την επιστροφή για κάποιους στην προ Ευρωπαϊκής Ένωσης εποχή. Θα πρέπει λοιπόν να βρεθεί η χρυσή τομή, με τόλμη, ανάμεσα στην ασφάλεια και την ελευθερία, τον ανθρωπισμό, την αλληλεγγύη.

Ελλάδα και ευρωπαϊκή διάσταση της ασφάλειας

Η Ελλάδα έχει ιδιαίτερη θέση σε όλα τα παραπάνω, λόγω της κομβικής γεωγραφικής της θέσης και επειδή, όπως προαναφέρθηκε, ο έλεγχος των συνόρων της Ευρώπης έχει τη σημασία του. Οι λοιποί Ευρωπαίοι οφείλουν να κατανοήσουν ότι είμαστε οι πύλες για την εξ ανατολών είσοδο και εμείς να κατανοήσουμε ότι η ασφάλεια των συνόρων μας δεν αφορά μόνο εμάς, αλλά όλη την Ευρώπη. Ο,τι συμβαίνει ή δεν συμβαίνει εδώ αφορά και τον Σουηδό, τον Δανό και τον Βέλγο. Επίσης το αντίστροφο. Η ανακούφιση μερικών Ελλήνων για το χτύπημα στο Παρίσι, με την έννοια ότι «ευτυχώς» δεν χτύπησαν «εμάς», είναι μια νοοτροπία που πρέπει να αλλάξει τάχιστα. Οι τρομοκράτες χτύπησαν «εμάς», γιατί χτύπησαν μια ευρωπαϊκή πόλη, Ευρωπαίους συμπολίτες. Η Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και η ζώνη Schengen δεν αποτελούν απλά γραπτά κείμενα συμφωνίας, αποτελούν μια μορφή οντολογικής ευρωπαϊκής πλέον ύπαρξης. Αν δεν αποκτήσουμε συνείδηση ευρωπαϊκή (που δεν σημαίνει απεμπόληση της ιδιαίτερης κουλτούρας και χαρακτηριστικών κάθε κράτους, αλλά αξιοποίηση τους μέσα σε μια προοπτική σύνθεσης, ένωσης και προόδου) δεν πρόκειται να υπάρχει ευρωπαϊκή ασφάλεια για κανέναν πολίτη, είτε ζει στην Αθήνα, είτε στη Μαδρίτη ή στη Βιέννη.

Στα πλαίσια αυτά για την ενεργητική κατοχύρωση της ασφάλειας είναι πρωτεύων ο ρόλος της πληροφορίας, του λεγόμενου intelligence και της αξιοποίησης του με λογική όχι κράτους, αλλά κράτους-μέλους σε μια ευρύτερη ευρωπαϊκή οικογένεια. Αυτό δεν σημαίνει απλά την –απαραίτητη βέβαια– συνεργασία σε επίπεδο πληροφοριών και αρχών ασφάλειας των ευρωπαϊκών κρατών, αλλά κυρίως τον χειρισμό κάθε υπόθεσης και την αντιμετώπιση κάθε υπόπτου με γνώμονα τη γενικότερη ασφάλεια των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οι υπάρχουσες αρχές ασφάλειας και άμυνας σε κάθε κράτος-μέλος οφείλουν να δρουν με τη συνείδηση ότι προστατεύουν όχι μια στενά οριζόμενη εθνική ασφάλεια, αλλά την ευρωπαϊκή ασφάλεια.

*Η κ. Δρ. Μαρία Αλβανού είναι εγκληματολόγος, ειδική σε θέματα τρομοκρατίας.