Τα εγχώρια «προοδευτικά» και φιλειρηνικά κινήματα, αγκαλιάζουν τον μύθο της ανάπτυξης της «αθώας και ειρηνικής» πυρηνικής ενέργειας στα έγκατα της Γης, καταδικάζοντας ταυτόχρονα το Ισραήλ, τις ΗΠΑ, αλλά και την ελληνική κυβέρνηση.
Η σημερινή ιστορική αναδρομή στο πυρηνικό σχέδιο του Ιράν, μας βοηθά όμως να δούμε τα πράγματα πιο καθαρά. Αν και η ακόλουθη ανάρτηση του Ρώσου αξιωματούχου Ντμίτρι Μεντβέντεβ, με την οποία μας ενημερώνει ότι «ο εμπλουτισμός πυρηνικού υλικού - και, τώρα μπορούμε να το πούμε ευθέως, η μελλοντική παραγωγή πυρηνικών όπλων - θα συνεχιστεί, και ότι ορισμένες χώρες είναι έτοιμες να προμηθεύσουν απευθείας το Ιράν με τις δικές τους πυρηνικές κεφαλές», δεν αφήνει ούτε ένα αναπάντητο ερώτημα σχετικά με τον χαρακτήρα του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν και τις «ειρηνικές προθέσεις» του στυγνού, τρομοκρατικού, θεοκρατικού καθεστώτος της Τεχεράνης.
Το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν δεν είναι κάτι το καινούργιο και η ιστορία του κρατάει από την εποχή του Σάχη. Συγκεκριμένα από το 1957, όταν οι Ηνωμένες Πολιτείες και το Ιράν υπέγραψαν συμφωνία συνεργασίας για την «πολιτική» πυρηνική ενέργεια (civil nuclear energy) στο πλαίσιο του προγράμματος των ΗΠΑ «ατομική ενέργεια για την ειρήνη».
Το πρώτο πρόγραμμα επί Σάχη (1957 - 1978)
O πρώτος ερευνητικός πυρηνικός αντιδραστήρας στο Πανεπιστήμιο της Τεχεράνης και στον Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας του Ιράν, που τον είχαν προμηθεύσει οι Αμερικανοί, τέθηκε σε λειτουργία το 1967. Το πρόγραμμα του Ιράν, το οποίο αφορούσε την ειρηνική πυρηνική έρευνα, είχε λάβει σημαντική υποστήριξη από τη Δύση, κυρίως μέσω εταιρειών από τις ΗΠΑ, τη Γαλλία και τη Γερμανία. Υπό τον Σάχη Μοχάμαντ Ρεζά Παχλαβί, το Ιράν φιλοδοξούσε να γίνει πυρηνική δύναμη στην περιοχή, με σχέδια για 23 πυρηνικούς σταθμούς και πλήρη κύκλο πυρηνικού καυσίμου.
Ωστόσο, ορισμένοι αναλυτές της εποχής υποστηρίζουν ότι ο Σάχης εξέταζε τη θεωρητική δυνατότητα παραγωγής πυρηνικών όπλων ως αποτρεπτικό μέσο, χωρίς όμως να έχουν καταγραφεί συγκεκριμένα στοιχεία για την ανάπτυξη προγράμματος όπλων εκείνη την περίοδο.
Η ισλαμική επανάσταση και οι νέες συνθήκες (1979 – 1990)
Η ισλαμική επανάσταση του 1979 ανέτρεψε τα σχέδια για την ανάπτυξη του προγράμματος παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από πυρηνικούς σταθμούς. Αφού οι φρουροί της επανάστασης και ο Αγιατολάχ Χομεϊνί, θεωρούσαν ότι η πυρηνική ενέργεια αποτελούσε σύμβολο δυτικής επιρροής, με αποτέλεσμα τον τερματισμό του προγράμματος, στα πλαίσια της διακοπής των σχέσεων και των δεσμών με τη Δύση. Ωστόσο, ο πόλεμος με το Ιράκ (1980–1988) άλλαξε πλήρως την αίσθηση ασφαλείας του Ιράν. Καθώς η χρήση χημικών όπλων από την πλευρά του Ιράκ και οι επιθέσεις σε ιρανικές πυρηνικές μονάδες, όπως για παράδειγμα στο Μπουσέρ, ενίσχυσαν τους φόβους του καθεστώτος απέναντι στο ενδεχόμενο ανατροπής του, από το εξωτερικό.
Έτσι στα μέσα της δεκαετίας του 1980, το Ιράν αναβίωσε κρυφά τις πυρηνικές του φιλοδοξίες και προσπάθειες, με την ένταξη της χώρας στο παράνομο δίκτυο διάδοσης πυρηνικής τεχνολογίας, γνωστό και ως «πυρηνικό πρόγραμμα A.Q. Khan» του οποίου είχε ηγηθεί ο Πακιστανός Αμπντούλ Καντίρ Χαν. Ο Χαν συμμετείχε στο πυρηνικό πρόγραμμα του Πακιστάν τη δεκαετία του 1970, μετά την προϋπηρεσία του σε ολλανδική εγκατάσταση εμπλουτισμού ουρανίου (URENCO). Ακολούθως υπέκλεψε σχέδια φυγοκεντριτών και άλλα τεχνικά δεδομένα, τα οποία χρησιμοποίησε για την ανάπτυξη ενός δικτύου «μαύρης αγοράς» στα πλαίσια της ανάπτυξης δυνατοτήτων εμπλουτισμού ουρανίου, σε χώρες όπως η Βόρεια Κορέα, η Λιβύη και το Ιράν.
Το κρυφό πρόγραμμα Amad (1990 – 2002)
Έτσι το 1990, σύμφωνα και με τα στοιχεία της ΙΑΕΑ, της Διεθνούς Υπηρεσίας Ενέργειας, το Ιράν ξεκίνησε ένα νέο ατομικό πρόγραμμα με σαφή στόχο την κατασκευή πυρηνικών όπλων. Ήταν το περίφημο σχέδιο Amad, το οποίο περιλάμβανε την απόκτηση ξένων σχεδίων όπλων, τη διεξαγωγή δοκιμών εκρηκτικών και τη μελέτη της ενσωμάτωσης πυρηνικών κεφαλών σε πυραύλους, όπως στον Shahab-3.
Τον Αύγουστο του 2002 αποκαλύφθηκε η ύπαρξη δυο μυστικών εγκαταστάσεων. Μιας μονάδας εμπλουτισμού ουρανίου στο Νατάνζ και ενός εργοστασίου βαρέος ύδατος στο Αράκ. Οι εγκαταστάσεις αυτές, είχαν τη δυνατότητα παραγωγής υλικών για πυρηνικά όπλα. Ουράνιο όπλων στο Νατάνζ και πλουτώνιο στο Αράκ.
Η προφανής παραβίαση των υποχρεώσεων του Ιράν στη Συνθήκη για τη Μη Διάδοση των Πυρηνικών Όπλων (NPT) κλιμάκωσε τις διεθνείς ανησυχίες, με αποτέλεσμα η IAEA να ξεκινήσει εντατικούς ελέγχους μετά το 2002, αποκαλύπτοντας ότι το Ιράν είχε αποκρύψει δραστηριότητες εμπλουτισμού για περίπου 15 έτη.
Οι έλεγχοι, η εκτροπή και οι φόβοι της Δύσης (2003 - σήμερα)
Σαν αποτέλεσμα η IAEA συνέχισε τους ελέγχους μέσα στο 2003, για να συγκεντρώσει επιπλέον στοιχεία για τις δραστηριότητες εμπλουτισμού, που για σχεδόν δύο δεκαετίες απέκρυπτε το Ιράν. Το 2003, κάτω από τη διεθνή πίεση, το Ιράν ανέστειλε προσωρινά τον εμπλουτισμό και δέχτηκε αυστηρότερες επιθεωρήσεις και ενδελεχείς ελέγχους, ενώ οι δυτικές μυστικές υπηρεσίες ανέφεραν ότι το σχέδιο Amad, δηλαδή το «πρόγραμμα πυρηνικών όπλων», είχε τερματιστεί.
Όμως η αποκάλυψη της εγκατάστασης στο Φορντό που παρέμενε κρυφή μέχρι το 2009 - η οποία βομβαρδίστηκε από τα Β-2 της αμερικανικής αεροπορίας - άλλαξε εκ νέου τα δεδομένα. Εάν πράγματι το πρόγραμμα αφορούσε «ειρηνικούς σκοπούς», γιατί αυτό εξελισσόταν στα έγκατα της γης;
Έκτοτε υπογράφηκαν μια σειρά από συμφωνίες, επιβλήθηκαν κυρώσεις, ασκήθηκαν πιέσεις, ωστόσο το Ιράν συνέχιζε τον εμπλουτισμό του ουρανίου. Με μοναδικό σκοπό την απόκτηση πυρηνικού οπλοστασίου, το οποίο θα χρησίμευε για την εξαφάνιση του Ισραήλ από τον χάρτη και την πλήρη επιβολή της ισλαμικής τρομοκρατίας στην περιοχή.
Το Ιράν συνέχιζε όλα αυτά τα χρόνια να εμπλουτίζει ουράνιο σε καθαρότητα 60%, κοντά δηλαδή στο επίπεδο του 90% που επιτρέπει τη χρήση του σε πυρηνικά όπλα. Ειδικά μετά την αποχώρηση των ΗΠΑ από το Κοινό Ολοκληρωμένο Σχέδιο Δράσης (JCPOA) επί προηγούμενης θητείας Τραμπ.
Το Ιράν ισχυριζόταν ότι ο εμπλουτισμός αφορούσε καθαρά ερευνητικούς σκοπούς. Η IAEA ανέφερε ότι δεν υπήρχε αξιόπιστη δικαιολογία «ειρηνικής χρήσης» για τέτοια επίπεδα καθαρότητας, ενώ το απόθεμα ουρανίου του Ιράν το 2025 θα μπορούσε θεωρητικά να εμπλουτιστεί για την παραγωγή πολλαπλών βομβών μόλις μέσα σε λίγες εβδομάδες. Και φυσικά οι φόβοι της Δύσης εντάθηκαν από τη διαρκώς μειούμενη συνεργασία του Ιράν με την IAEA, τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη προηγμένων φυγοκεντριτών και την παράλληλη ενίσχυση του προγράμματος βαλλιστικών πυραύλων.
Και έτσι φτάσαμε στον βομβαρδισμό των υπόγειων εγκαταστάσεων του Ιράν από τα Β-2 της αμερικανικής αεροπορίας.