To Colpo Grosso με το πακέτο Τσίπρα

To Colpo Grosso με το πακέτο Τσίπρα

To «πακέτο» Τσίπρα είναι αποτέλεσμα της φορολογικής αφαίμαξης της μεσαίας τάξης και της μείωσης των δημοσίων επενδύσεων δηλώνει στο liberal.gr o καθηγητής και πρώην συντονιστής του γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, Παναγιώτης Λιαργκόβας.

Ταυτόχρονα εξηγεί ότι η επιλογή της κυβέρνησης για σταδιακή μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, μεταφέρει στο μέλλον τα βάρη, ούτως ώστε να χρησιμοποιήσει το δημοσιονομικό χώρο του 2019 και του 2020 για άλλες παρεμβάσεις στις οποίες έδωσε προτεραιότητα.

"Πρώτα η κυβέρνηση κάνει ζημιά στην οικονομία και μετά έρχεται να την επιδιορθώσει αλλά με λάθος τρόπο, σπρώχνοντας τα χρήματα στη κατανάλωση, Η αποτυχία επίτευξης του στόχου 2,5% για το 2019, είναι προφανής", όπως αναφέρει χαρακτηριστικά.

Παράλληλα θέτει και ζήτημα αδιαφάνειας εξαιτίας της απουσίας από την εισηγητική έκθεση του Προυπολογισμού, του πίνακα που αφορά στην πορεία των δοσοληψιών και των πλεονασμάτων του ευρύτερου Δημοσίου. "Αν δεν δει κανείς το τι κάνουν τα Ασφαλιστικά Ταμεία, οι ΟΤΑ και τα Νομικά Πρόσωπα, δεν βλέπει την Γενική Κυβέρνηση και βλέπει κάτι άλλο, υπάρχει ο κίνδυνος να βγάλει λάθος συμπεράσματα", τονίζει ο κ. Λιαργκόβας.

Αναφορικά με τη φορολογία, σημειώνει πως οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν μπορούν να είναι ανταγωνιστικές με τους ισχύοντες συντελεστές, πολύ δε περισσότερο όταν η Ελλάδα διατηρεί την υψηλότερη προκαταβολή φόρου μαζί με την Ιταλία.

Συνέντευξη στον Βασίλη Γεώργα

- Μπορούν οι ελληνικές επιχειρήσεις να είναι ανταγωνιστικές όταν η φορολογία στην Ελλάδα διατηρείται σε πολύ υψηλά επίπεδα, με τη χώρα να κατέχει την πέμπτη θέση στη λίστα του ΟΟΣΑ;

Όσο φιλότιμα και αν προσπαθήσουν, οι ελληνικές επιχειρήσεις δεν μπορούν να είναι ανταγωνιστικές με τέτοιου είδους φορολογική επιβάρυνση.

Η Ελλάδα έχει από τους υψηλότερους φορολογικούς συντελεστές στην Ευρώπη και σίγουρα τους υψηλότερους στα Βαλκάνια και την Ανατολική Ευρώπη που φθάνουν το 39,65% (συντελεστές κερδών και μερισμάτων), εξέλιξη που υπονομεύει την ανάπτυξη των επιχειρήσεων. Από το 26% που ήταν το 2014 έφθασε το 29%, ενώ ο φόρος στα μερίσματα εκτινάχθηκε από το 10% στο 15%. Ταυτόχρονα διατηρεί την υψηλότερη προκαταβολή φόρου μαζί με την Ιταλία (στο 100 ανέρχεται για την Ελλάδα, στο 90% για την Ιταλία).

Αντίθετα στη Βουλγαρία ο φορολογικός συντελεστής για τις επιχειρήσεις ανέρχεται στο 10% όπως επίσης και ο φόρος στα μερίσματα, ενώ στην Κύπρο ο συντελεστής ανέρχεται στο 12,5% και 0% για τους μη Κυπρίους μετόχους που διαμένουν στην Κύπρο.

- Θεωρείτε ότι το «πακέτο» της κυβέρνησης ύψους 910 εκατ. ευρώ έχει αναπτυξιακή διάσταση; Δηλαδή θα βοηθήσει στην ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας έτσι ώστε να μεγεθυνθεί κατά 2,5% το 2019;

Βραχυχρόνια μπορεί να συνεισφέρει στην ανάπτυξη καθότι θα αυξήσει έστω και οριακά την κατανάλωση. Αλλά μόνο το σήμερα μας ενδιαφέρει; Σημασία για την αναπτυξιακή διάσταση έχει η διατηρησιμότητα, δηλαδή η ανάπτυξη διαρκείας γιατί αυτό το λίγο που μπορεί να κερδίσουμε σήμερα, είναι πιθανό να το χάσουμε πολλαπλάσια αύριο.

Άλλωστε, αυτό δεν κάναμε όλα τα προηγούμενα χρόνια; Αναπτυσσόμασταν βασιζόμενοι στην κατανάλωση και στον δανεισμό, αδιαφορώντας για το αύριο. Το πληρώσαμε πανάκριβα με μια απώλεια της τάξης του 25% του ΑΕΠ τα τελευταία 9 χρόνια.

Έχει επίσης σημασία να βλέπουμε πάντοτε πώς προκύπτει αυτό το «πακέτο». Είναι, μήπως αποτέλεσμα δημιουργίας νέου πλούτου; Η απάντηση είναι σαφέστατα αρνητική. Το «πακέτο» είναι αποτέλεσμα της μείωσης των κρατικών επενδύσεων και της φορολογικής αφαίμαξης της μεσαίας τάξης. Οι δύο αυτές πολιτικές λειτουργούν από μόνες τους αντιαναπτυξιακά. Δηλαδή πρώτα η κυβέρνηση κάνει ζημιά στην οικονομία και στη συνέχεια έρχεται να επιδιορθώσει τη ζημιά, με λάθος τρόπο, σπρώχνοντας τα χρήματα στην κατανάλωση. Η αποτυχία επίτευξης του στόχου του 2,5% το 2019 είναι προφανής.

- Το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής θα μπορούσαμε να πούμε ότι κάνει λόγο για «αδιαφάνεια» των πινάκων στον προϋπολογισμό (σ.σ.: δεν μπορεί να υπολογιστεί το σύνολο των εσόδων και των δαπανών της Γενικής Κυβέρνησης). Συμφωνείται με αυτή την άποψη;

Πολύ σωστά το θέτει το γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. Υπάρχει ένα ζήτημα αδιαφάνειας στους πίνακες του προϋπολογισμού δεδομένου ότι λείπει πίνακας που καθιστά πολύ πιο ξεκάθαρη την πορεία των δοσοληψιών και των πλεονασμάτων του ευρύτερου Δημοσίου.

Ο πίνακας υπήρχε στο προσχέδιο προϋπολογισμού του Οκτωβρίου και είναι απορίας άξιον γιατί δεν υπάρχει στην εισηγητική έκθεση του προϋπολογισμού. Αν δεν δει κανείς το τι κάνουν τα Ασφαλιστικά Ταμεία, οι Ο.Τ.Α. και τα Νομικά Πρόσωπα, δεν βλέπει την Γενική Κυβέρνηση και βλέπει κάτι άλλο, υπάρχει ο κίνδυνος να βγάλει λάθος συμπεράσματα. Θα ήταν λοιπόν πολύ καλύτερο και θα βοηθούσε πολύ περισσότερο την όποια πολιτική συζήτηση τέτοιου είδους αναλυτική παρουσίαση.

- Επίσης, το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, εκτιμά ότι θα επιτευχθεί οριακά ο στόχος για πρωτογενές πλεόνασμα το 2019 εξαιτίας των παρεμβάσεων. Ποια η άποψη σας;

Και εδώ έχει δίκιο το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. Εάν δείτε τις εκθέσεις του ΓΛΚ που συνοδεύουν τις δύο τροπολογίες οι οποίες κατατέθηκαν στη Βουλή για την μείωση του ΕΝΦΙΑ, αλλά, κυρίως, για τη μείωση της φορολογίας των επιχειρήσεων, θα διαπιστώσετε ότι εξαντλείται ο δημοσιονομικός χώρος έως και το 2023.

Για παράδειγμα, η μείωση του φορολογικού συντελεστή στις επιχειρήσεις σταδιακά έως το 25% για τα εισοδήματα του φορολογικού έτους 2022 και των επόμενων ετών, οδηγεί σε ετήσια απώλεια εσόδων κρατικού προϋπολογισμού από το έτος 2023 και εφεξής ύψους 450 εκατ. ευρώ. Το βάρος ανέρχεται σε 142 εκατομμύρια ευρώ το 2020, σε 247 εκατομμύρια ευρώ για το 2021, σε 371 εκατομμύρια ευρώ για το 2022 και σε 515 εκατομμύρια ευρώ για το 2023. 

Δηλαδή τα μεγάλα βάρη μεταφέρονται στο μέλλον και στις επόμενες κυβερνήσεις, ούτως ώστε να χρησιμοποιήσει η κυβέρνηση το δημοσιονομικό χώρο του 2019 και του 2020 για άλλες παρεμβάσεις στις οποίες έδωσε προτεραιότητα.

- Τα τελευταία χρόνια βλέπουμε να περικόπτεται το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων με προφανή στόχο την διανομή κοινωνικών μερισμάτων. Συμφωνείτε με την πρακτική αυτή;

Πράγματι, για να γλιτώσουμε τα 2 δισ. ευρώ που θα στοιχίσει π.χ. η διατήρηση των συντάξεων στο σημερινό επίπεδο, η κυβέρνηση επέλεξε να περικόψει περί το 1,3 δισ. ευρώ από το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων. Μπορεί να ακούγεται αδιάφορο, αλλά ειλικρινά δεν είναι καθόλου.

Γιατί οι δημόσιες επενδύσεις έχουν μεγάλη επίδραση στην ανάπτυξη. Αυξάνουν το απόθεμα κεφαλαίου στη χώρα, δημιουργούν δουλειές για νέους ανθρώπους, πληρώνουν αμοιβές, αυξάνουν την κατανάλωση. Από τον νέο πλούτο που θα παραγόταν η κυβέρνηση θα μπορούσε να διανείμει πολύ μεγαλύτερο κοινωνικό μέρισμα όχι μόνο στο παρόν αλλά και στο μέλλον.

* Ο κ. Παναγιώτης Λιαργκόβας είναι καθηγητής στην έδρα Jean Monnet στο Πανεπιστήµιο Πελοποννήσου και πρώην επικεφαλής του Γραφείου Προϋπολογισμού στη Βουλή.