Τελικά, τι είπε ο Ολάντ στον Τσίπρα;

Του Γιάννη Παντελάκη

Ο Έλληνας πρωθυπουργός επικοινώνησε με τον Γάλλο πρόεδρο και, μεταξύ άλλων, του μετέφερε τ'' αποτελέσματα της άκαρπης σύσκεψης των πολιτικών αρχηγών. Ο Ολάντ του είπε χαρακτηριστικά: «τι έγινε με το ΠΑΣΟΚ; Πήγε πάλι με τη Ν.Δ.;». Και ο Τσίπρας απάντησε πως «συμβαίνουν αυτά στην πολιτική». Και μπλα μπλα μπλα...

Γνωστό το θέμα από προχθές. Όπως και η συνέχεια του. Το ΠΑΣΟΚ αντέδρασε έντονα, χαρακτήρισε ψεύτικο τον διάλογο και η πρόεδρός του είπε πως θα ζητήσει διευκρινήσεις από τον Γάλλο πρεσβευτή. Νομίζω, πως δεν θα μάθουμε ποτέ τι ακριβώς έγινε. Αν ο Τσίπρας μίλησε με τον Ολάντ και αν πραγματοποιήθηκε ο συγκεκριμένος διάλογος. Ωστόσο, υπάρχουν χιλιάδες άνθρωποι που υιοθέτησαν την πρώτη ή τη δεύτερη εκδοχή. Και έβγαλαν ανάλογα πολιτικά συμπεράσματα. Δεν ευθύνονται οι ίδιοι γι'' αυτό. Αλλά πολλά Μέσα και ο τρόπος που παρουσίασαν το θέμα. Κάποια φιλικά προς την κυβέρνηση είπαν/έγραψαν με κατηγορηματικότητα πως ο διάλογος έγινε. Δεν είπαν ποτέ ότι τον διάλογο αυτό τους τον μετέφεραν κάποιοι κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Και κάποια που εξ ορισμού αντιπολιτεύονται την κυβέρνηση κατέγραψαν την είδηση αμφισβητώντας την με τον ίδιο απόλυτο τρόπο. Λίγα, ψύχραιμα, την κατέγραψαν με την οφειλόμενη επιφύλαξη, αφού δεν είχαν τρόπο διασταύρωσης.

Πρόκειται απλά για ένα ενδεικτικό παράδειγμα ενός πολέμου πληροφόρησης και παραπληροφόρησης που συμβαίνει εδώ και χρόνια. Και για τον οποίο την κυρίαρχη ευθύνη έχουν δημοσιογράφοι. Πολλοί, ταυτιζόμενοι με κόμματα, οικονομικά, μιντιακά ή άλλα συμφέροντα, δεν ακολουθούν τον στοιχειώδη κανόνα είτε της διασταύρωσης μιας πληροφορίας, είτε της απόστασης που οφείλουν να πάρουν από αυτήν αν δεν την έχουν επαληθεύσει. Οι σκοπιμότητες δεν τους επιτρέπουν κάτι τέτοιο. Και οι πολιτικές συμπεριφορές των πολιτών διαμορφώνονται με λάθος στοιχεία.

Στα τέλη του περασμένου Οκτωβρίου, σε μια ημερίδα παρουσιάστηκε έρευνα που έκανε το τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Πανεπιστημίου της Αθήνας. Αφορούσε την τήρηση ή μη της δημοσιογραφικής δεοντολογίας σε μία σειρά από μεγάλα τηλεοπτικά και έντυπα μέσα ενημέρωσης, την περίοδο 2013-2014. Τα αποτελέσματα αυτής της έρευνας (που είχε επιστημονικό υπεύθυνο τον καθηγητή Γ. Πλειό και στηρίχθηκε από τον καθηγητή Μιχ. Σταθόπουλο), ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέροντα. Αν ψάξει κάποιος να τα βρει τις ημέρες εκείνες στα πάσης φύσεων ΜΜΕ, θα δυσκολευτεί. Δεν είχε μεγάλη δημοσιογραφική κάλυψη η έρευνα. Ενδεχομένως να οφείλεται στ'' αποτελέσματά της που έδειχναν σαρωτικές παραβιάσεις της δημοσιογραφικής δεοντολογίας από πολλά Μέσα.

Είναι ενδεικτικό πως στην παράμετρο που αφορά στη διάκριση της είδησης από το σχόλιο και το διαφημιστικό μήνυμα αλλά και την αντιστοιχία τίτλου, κειμένου και φωτογραφίας η έρευνα έδειξε ότι το 74,4% των εφημερίδων που μελετήθηκαν δεν τηρούν επαρκώς τον κανόνα, ενώ το ίδιο συμβαίνει με το 68,6% των τηλεοπτικών σταθμών. Αυτό σημαίνει πως η συντριπτική πλειονότητα των Μέσων αυτών δεν κάνουν σαφή τη διάκριση είδησης με σχόλιο, κάτι που αντικειμενικά μπορεί να λειτουργήσει παραπλανητικά για τον αναγνώστη ή τηλεθεατή. Ο τελευταίος δεν έχει απαραίτητα τις πηγές ή τη δυνατότητα ώστε με το ανάλογο φιλτράρισμα να κατανοήσει τι ακριβώς συνέβη. Θα πληροφορηθεί με βάσει την υποκειμενική ματιά του δημοσιογράφου που το μεταφέρει.

Το παράδειγμα είναι ενδεικτικό αλλά και χρήσιμο παράλληλα για να κατανοήσουμε αρκετά πράγματα. Αφενός μεν το έλλειμμα αξιοπιστίας που διακρίνει ένα μεγάλο μέρος των ΜΜΕ και το οποίο έχει σαν αρνητική παρενέργεια τις ισοπεδωτικές γενικεύσεις (όλοι το ίδιο είναι), αφετέρου τη στρεβλή πληροφόρηση (έως και παραπληροφόρηση) που έχει ο αποδέκτης αυτών που τα Μέσα γράφουν ή μεταδίδουν.

Αν κάποιος επιχειρήσει να αναφέρει σχετικά παραδείγματα όπου εμπλέκεται το σχόλιο με την είδηση, θα πρέπει να γράψει χιλιάδες λέξεις. Είναι πολλά, είναι καθημερινά.

Η στρεβλή αυτή κατάσταση δεν αφορά μόνο τους δημοσιογράφους, η αξιοπιστία των οποίων δέχεται ήδη ισχυρές δόσεις αμφισβήτησης. Αφορά στο σύνολο της κοινωνίας, η οποία αναγκαστικά πληροφορείται από τα συγκεκριμένα Μέσα. Και κατ'' επέκταση αφορά στην ίδια την ποιότητα και λειτουργία της δημοκρατίας. Η συμπεριφορά ενός πολίτη με λάθος πληροφόρηση θα καθορίσει σε μεγάλο βαθμό και τις πολιτικές του επιλογές. Όχι μόνο την ώρα της κάλπης, αλλά και στην καθημερινή του δραστηριότητα.

Η αναξιοπιστία πολλών Μέσων δεν είναι μια κατάσταση που προέκυψε πρόσφατα. Εδώ και αρκετά χρόνια, μεγάλες έρευνες έχουν δείξει πως οι πολίτες δεν εμπιστεύονται τα Μέσα. Μια σχετικά πρόσφατη μέτρηση (11/3/2014) της εταιρείας MRB για την αξιοπιστία των ΜΜΕ έδειξε ότι τα ΜΜΕ βρίσκονται στη 15η και 16η θέση ανάμεσα σε συνολικά 22 θεσμούς σε επίπεδο εμπιστοσύνης. Όλες οι έρευνες που έχουν προηγηθεί συμφωνούν στα συμπεράσματα.

Στα χρόνια της κρίσης, το πρόβλημα έχει μεγεθυνθεί. Με αποτέλεσμα να προκύψουν πολιτικές συμπεριφορές και ερμηνείες των γεγονότων αναντίστοιχες με την πραγματικότητα. Τα κόμματα προφανώς και τροφοδότησαν με υλικό ώστε να δημιουργηθεί μια κατάσταση που θα τα εξυπηρετούσε. Ωστόσο, βασικοί δίαυλοι για να περάσει αυτό το υλικό ήταν και είναι πολλά ΜΜΕ...