Πού πάει ο έρωτας όταν πεθαίνει;

Πού πάει ο έρωτας όταν πεθαίνει;

Του Σταύρου Κωνσταντινίδη *

Στη μελωδική μπαλάντα του «Φθινοπωρινού σκύλου», η τραγουδοποιός Αφροδίτη Μάνου αναρωτιέται: «Πού πάει ο έρωτας όταν πεθαίνει;». Η αναρώτηση βέβαια είναι ιστορικά ένα μεγάλο βάσανο της ανθρώπινης ψυχής. Όντως ο κόσμος «ερωτεύτηκε» κάποια στιγμή τον ΣΥΡΙΖΑ.

Ο έρωτας πρέπει να συνυπολογίζεται ως συστατικό της ασυνείδητης σφαίρας για να ερμηνευτεί μια πολιτική σχέση. Πολλές ερμηνείες που δόθηκαν για την αιφνίδια αναρρίχηση του ΣΥΡΙΖΑ στον δρόμο προς την εξουσία κατατείνουν σε γενικές γραμμές σε μερικά κοινώς αποδεκτά συμπεράσματα:

Η κόπωση και η απογοήτευση του κόσμου από τα παραδοσιακά κόμματα, η φρεσκάδα που απέπνεε το πρόσωπο του Τσίπρα, η αντισυστημική ριζοσπαστικοποίηση που επήλθε στις πλατείες της Αγανάκτησης, η παρελκυστική λαϊκιστική ρητορεία του ΣΥΡΙΖΑ, που υποσχέθηκε την επιστροφή στον παράδεισο κτλ.

Ωστόσο, αυτές οι ερμηνείες δείχνουν αδύναμες να εξηγήσουν τη δύναμη της φυσικής έλξης, ενός αναπάντεχου έρωτα που εκδηλώθηκε προς τον ΣΥΡΙΖΑ.

Εξάλλου η πολιτική δεν διαθέτει πολυεργαλεία για να ερμηνεύσει καταστάσεις που καθοδηγούνται, όχι τόσο από τη λογική όσο από ασυνείδητες παρορμήσεις. Ο έρωτας αυτός γεννήθηκε σαν ένα παιχνίδι της μοίρας, από μια κρίσιμη μάζα ανθρώπων ετερόκλητης σύνθεσης, που συγκρότησαν όμως μια νέα συλλογική ψυχή, πολύ διαφορετική από αυτή του κάθε ατόμου που τη συνθέτει. Μέσα στη συνάθροιση που δημιουργεί η μαζική ψυχολογία, δεν υπάρχουν άθροισμα και μέσο όρος, υπάρχει ο συνδυασμός και η δημιουργία νέων χαρακτήρων. Όπως ακριβώς στη Χημεία.

Το ερέθισμα για τη μορφοποίηση αυτής της νέας συλλογικότητας υπήρξε οπωσδήποτε η ριζοσπαστικοποίηση στις πλατείες των αγανακτισμένων. Η βίαιη συγκίνηση που προκάλεσε το τυφλό σύνθημα της αγανάκτησης συγκρότησε την κρίσιμη ψυχολογική μάζα, η οποία στη συνέχεια, μέσω της μοναχικής διαδικτυακής ριζοσπαστικοποίησης, εξαπλώθηκε σαν ιός ευρέως.
Η δεύτερη (αλλά κρισιμότερη) σύμπτωση ήταν ότι η εντεινόμενη λαϊκιστική ρητορεία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν ακριβώς αυτή που επιζητεί η διανοητική δομή της μαζικής ψυχολογίας που συγκροτήθηκε. Το εκπληκτικότερο στοιχείο που διαθέτει είναι ότι όποια άτομα κι αν τη συνθέτουν, όσο παρόμοιος ή ανόμοιος κι αν είναι ο τρόπος ζωής τους και ο χαρακτήρας τους, όσο κι αν μοιάζουν ή διαφέρουν οι ικανότητές τους, και μόνο το γεγονός ότι έχουν μετατραπεί σε μάζα τα προικίζει με ένα είδος συλλογικής ψυχής.

Η νέα αυτή ψυχή, όπως και στα γήπεδα, διακρίνεται από την ανωριμότητα του συλλογικού χαρακτήρα της, με βασικά στοιχεία τον παρορμητισμό, την οξυθυμία, την αδυναμία για συλλογισμό, την απουσία κριτικού πνεύματος και την υπερβολή και μονομέρεια των συναισθημάτων. Έτσι ερμηνεύεται και πληρέστερα η ακαταπόνητη με πολιτικούς όρους σύμπραξη ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ.

Κάπως έτσι φαίνεται να δημιουργήθηκε η ερωτική «κρυστάλλωση» ενός κόσμου προς τον ΣΥΡΙΖΑ. Η στιγμιαία μετάβαση από την αδιαφορία στην παρακρουσιακή επιθυμία, όπως λέει και ο Φλομπέρ. Όμως οι παθιασμένοι έρωτες τελειώνουν ερήμην της πολιτικής. Το ιστορικό momentum κάποτε χάνεται, η συνεκτική χρυσόσκονη εξατμίζεται.

Αλλά ακόμη κι έτσι η ειλικρινής αυτοκριτική του ΣΥΡΙΖΑ θα μπορούσε πιθανώς να τον σώσει εν μέρει από την παρακμάζουσα πορεία. Ωστόσο, φαίνεται να μη διατίθεται μια τέτοιου είδους τόλμη, καθώς το γενετικό DNA είναι αγκυλωμένο στις ιδεοληψίες.

Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι βαλτωμένος σε μια οικονομική κουλτούρα της στασιμότητας. Κρατικιστικό μοντέλο και συντεχνιασμός που αντίκεινται εξ ορισμού στην ανάπτυξη και την πραγματική μεταρρύθμιση. Στυγνή δημοσιονομική πειθαρχία χωρίς διαρθρωτικές αλλαγές.

Επιδίδεται σταθερά και αμείωτα σε ένα μηχανιστικό φλερτ με όλες τις κινηματικές λογικές, τον αντιεξουσιασμό και τον νεοαναρχισμό, δημιουργώντας νησίδες άβατου στα πανεπιστήμια και τα Εξάρχεια. Ντεμοντέ αντιδεξισμός, υπερβολή με τη δήθεν αντιφασιστική ρητορεία και αναγωγή των πάντων σε νεοφιλελευθερισμούς συγκροτούν ένα πακέτο επικοινωνιακής απάτης. Και τέλος, διχαστικός λόγος, μεθοδεύσεις με τους δικαστικούς θεσμούς και νέα διαπλοκή με επιχειρηματίες - σκιάχτρα.

Το συμπέρασμα είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αλλάζει. Το παιχνίδι της κεντροαριστερής στροφής, αφού τελείωσε το οξυγόνο του δεξιού συνεταίρου των ΑΝΕΛ, δεν μπορεί να πείσει κανέναν. Οι δημοσκοπήσεις είναι αμείλικτες. Οι δημοτικές και ευρωβουλευτικές εκλογές θα ξηλώσουν το πουλόβερ. Το καλοκαίρι θα είναι κρύο και πικρό.

* Αναδημοσίευση από τον Φιλελεύθερο της 19ης Απριλίου