Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι «εκτός θέματος»

Την Κυριακή το μεσημέρι, λάβαμε ένα e-mail από φίλη της στήλης, αν και όχι και πολύ φίλη του φιλελευθερισμού, μάλλον θα τη χαρακτηρίζαμε χαρακτηριστικό παράδειγμα «πεφωτισμένης δεξιάς», που κατά καιρούς μας στέλνει παρατηρήσεις που εντυπωσιάζουν για την ικανότητά της στην πολιτική ανάλυση: «Κάποιος από το Liberal να πει στον Μητσοτάκη να σταματήσει να μιλάει για εκλογές γιατί «ο άλλος» θα αρχίσει να οργιάζει με τις υποσχέσεις για παροχές», μας έγραψε.  Κι αυτό το επεσήμανε πριν καν ακούσει το πρόγραμμα για την ελληνική οικονομία  «Μένουμε όρθιοι» που παρουσίασε προχθές ο κ.Τσίπρας και τα δισεκατομμύρια που πρότεινε να μοιραστούν.

Η παρατήρηση είναι ενδιαφέρουσα και όχι αβάσιμη, αν και η «εκλογολογία» σε αυτή τη χώρα δεν σταματάει ποτέ και δεν εκπορεύεται πάντα από «τους κύκλους» του εκάστοτε πρωθυπουργού που έχει την απόλυτη ευχέρεια να πάρει μια τέτοια απόφαση όποτε κρίνει ότι συμφέρει να το κάνει. Πάντως, όποιος και να την έχει αρχίσει, συζήτηση για τις εκλογές γίνεται.

Το σημερινό σημείωμα δεν αφορά το αν πρέπει να γίνουν εκλογές, άλλωστε εμείς πιστεύουμε από τις 8 Ιουλίου 2019  ότι εκλογές θα γίνουν μέσα στο 2020. Θα επιχειρήσουμε να εξηγήσουμε γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές, ειδικά αν αυτές γίνουν στο 2020, κινδυνεύει να συρρικνωθεί περαιτέρω, ακόμα κι αν ο κ.Τσίπρας υποσχεθεί ότι αν επιστρέψει στο Μέγαρο Μαξίμου θα βγάλει στους δρόμους της χώρας άρματα, σαν κι αυτά που παρελαύνουν στο Καρναβάλι της Πάτρας, να πετάνε χαρτονομίσματα με τα τσουβάλια.

Ο ΣΥΡΙΖΑ και από κοντά η παρανοϊκή αριστερά του ΚΚΕ και των εξωκοινοβουλευτικών παρατράγουδων, επιχειρούν να τοποθετηθούν στις επιμέρους κρίσεις που προκαλεί η πανδημία με όρους 2010-2013. Κάνουν λάθος.  Σήμερα, κανείς δεν διαφωνεί στον ορισμό του προβλήματος: είναι ο κορονοϊός. Το 2010 ο ΣΥΡΙΖΑ αρνούνταν να αποδεχτεί ότι βρισκόμασταν ενώπιον μιας δημοσιονομικής κρίσης που προκάλεσε την κρίση χρέους, αρνούνταν να αποδεχτεί ότι η κρίση έφερε τα μνημόνια και όχι τα μνημόνια την κρίση. Και ο διχασμός που κατάφερε αφορούσε πρωτίστως τον ορισμό του προβλήματος. Ακριβώς επειδή οι τότε δυνάμεις του αντιμνημονίου αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν ποιο είναι το πρόβλημα της χώρας γι αυτό κατάφεραν να διχάσουν και να μετατρέψουν την άρνηση της πραγματικότητας σε εκλογικά οφέλη.

Σήμερα όλοι συμφωνούν στο πρόβλημα γι αυτό και οι πολίτες δεν θα αξιολογήσουν «προγραμματικές προτάσεις» και «υποσχέσεις» αλλά την ικανότητα στη διαχείριση του προβλήματος αυτού το οποίο είναι  μια κρίση υπαρξιακού χαρακτήρα που σκορπά το θάνατο. Δυστυχώς για τη χώρα οι μνήμες για το πως διαχειρίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ και η ηγετική του ομάδα πολύνεκρες κρίσεις είναι ακόμα νωπές. Και πώς μπορούν να ξεχαστούν οι εκατόμβες των νεκρών, όταν αυτοί που τις διαχειρίστηκαν τότε, αντί να δείξουν στους πολίτες ότι έμαθαν από αυτές, βρίζουν, προκαλούν, μέχρι που εύχονται και νέους θανάτους για να αισθανθούν δικαιωμένοι. Και το ενδιαφέρον είναι ότι όλα αυτά δεν τα απευθύνουν πλέον μόνο στους ψηφοφόρους της Νέας Δημοκρατίας αλλά καταφέρονται με μένος στο κομμάτι του εκλογικού σώματος που δεν τους ξαναψήφισε.

Κάθε φορά που οι πολίτες διαβάζουν όσα γράφει ο κ.Ν.Καρανίκας σταυροκοπιούνται ανακουφισμένοι, αναλογιζόμενοι από τι γλίτωσαν. Και όπως μας δείχνουν οι δημοσκοπήσεις με τον ίδιο τρόπο αντιδρούν, στη συντριπτική τους πλειοψηφία και όσοι τον Ιούλιο του 2019 ψήφισαν ΣΥΡΙΖΑ. Κι αυτοί το ίδιο ανακουφισμένοι αισθάνονται που το τιμόνι της χώρας δεν το κρατά ο κ.Τσίπρας.

Οι προτάσεις του «Μένουμε Όρθιοι» λοιπόν δεν έχει καμία σημασία αν είναι σωστές, λογικές, υλοποιήσιμες. Είναι εκτός θέματος.

Και εξηγούμαστε: αν η κυβέρνηση Μητσοτάκη αποδειχθεί ότι τα πήγε καλύτερα από κυβερνήσεις άλλων, ισχυρών κρατών και βγάλει τους Έλληνες χωρίς μεγάλες απώλειες, μέσα από την πανδημία, δεν θα χρειαστεί να προσπαθήσει ιδιαίτερα για να τους πείσει ότι είναι η καταλληλότερη για να τους βγάλει κι από όλα όσα θα ακολουθήσουν τη λήξη της καραντίνας. Απλό είναι.

Ο ΣΥΡΙΖΑ θα αργήσει πολύ να επανακάμψει ως εκλογικός κίνδυνος για τους πολιτικούς του αντιπάλους. Στην πανδημία είχε τη μοναδική ευκαιρία να ξανασυστηθεί στους Έλληνες ως δύναμη ευθύνης και αντί να προβάλλει στελέχη όπως τον κ.Ανδρέα Ξανθό που τιμά τον όρκο που έχει δώσει ως γιατρός αλλά και ως βουλευτής, μας έβγαλε στη ρούγα την κυρία Μυρσίνη Βουνάτσου να μας μοιράσει «ψόφους».

Να το θυμηθεί αυτό ο κ.Τσίπρας στην επόμενη δημοσκόπηση. Ελπίζουμε οι συνεργάτες του να του δείχνουν τις δημοσκοπήσεις και να μην τον αφήσουν για δεύτερη φορά μέσα σ’ένα χρόνο, αμέριμνο και ανυποψίαστο, να περιμένει, χαμογελώντας αφελώς, την ετυμηγορία της κάλπης