Ο Μινώταυρος του Νεοφιλελευθερισμού δεν κατοικεί εδώ

Παρά τα όσα ισχυρίζονται πολιτικά κόμματα, βουλευτές από ολόκληρο το πολιτικό φάσμα, πολιτικές νεολαίες, συνδικαλιστικές οργανώσεις, τραγουδιστές, ηθοποιοί, χρήστες των Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης που κυνηγάνε τα «λάικ» και άλλοι, την Ελλάδα δεν τη διαφεντεύει ο Μινώταυρος του Νεοφιλελευθερισμού.

Αυτό αποφάνθηκαν κατεξοχήν αρμόδιοι, όπως το Ινστιτούτο Fraser που δημοσιεύει κάθε χρόνο τον Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας στις  165 χώρες που παρακολουθεί.

Όπως μας πληροφόρησε χθες το Κέντρο Φιλελεύθερων Μελετών, το γνωστό ΚΕΦΙΜ, στο Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας για το 2020 η Ελλάδα έπεσε κατά 9 θέσεις σε σχέση με τα στοιχεία του 2019 και σήμερα κατατάσσεται ανάμεσα στη Σερβία και τη Σαουδική Αραβία.

Αντιγράφουμε λίγα ακόμα στοιχεία από το δελτίο Τύπου το ΚΕΦΙΜ για την Ελλάδα:

* Καταλαμβάνει τη χειρότερη θέση ανάμεσα στα κράτη-μέλη της ΕΕ: Η αμέσως προηγούμενη χώρα (η Πολωνία) κατατάσσεται 5 θέσεις πάνω από την Ελλάδα.

* Σημειώνει τη δεύτερη μεγαλύτερη πτώση μεταξύ των κρατών-μελών της ΕΕ μετά την Πολωνία.

*Η Ελλάδα στη 12η χειρότερη θέση παγκοσμίως ως προς το μέγεθος του κράτους.

* Η Ελλάδα έχει σημειώσει συνολική πτώση 50 θέσεων σε σχέση με το 2000.

Διατρέχοντας την ιστοσελίδα του Ινστιτούτου Fraser διαπιστώνουμε ότι για τον υπολογισμό του Δείκτη Οικονομικής Ελευθερίας, εκτός από οικονομικά στοιχεία, χρησιμοποιούνται μεταβλητές όπως η ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης, η συμμετοχή των γυναικών στην αγορά Εργασίας, ο βαθμός εμπλοκής του Στρατού στα πολιτικά πράγματα της χώρας, το κόστος στη μεταβίβαση της περιουσίας, η διαφάνεια, η αξιοπιστία, τα ποσά που ξοδεύουν επιχειρηματίες και επιχειρήσεις για να προστατεύονται από κάθε είδος οργανωμένου εγκλήματος.

Είναι όλα όσα λειτουργούν ως τεκμήρια μιας δημοκρατικής πολιτείας και μιας ανοιχτής κοινωνίας, όλα όσα ο Άνταμ Σμιθ, στον «Πλούτο των Εθνών» συνόψισε στη φράση: «Οι βασικοί θεσμοί που προστατεύουν την ελευθερία των ατόμων να επιδιώκουν τα δικά τους οικονομικά συμφέροντα οδηγούν σε μεγαλύτερη ευημερία για την ευρύτερη κοινωνία». 

Έχει δίκιο το ΚΕΦΙΜ που σχολιάζει την πτώση της Ελλάδας κατά 9 θέσεις ως ανησυχητική γιατί έχουμε ορίσει ως εθνικό στόχο τις επενδύσεις και την ανάκτηση της πιστοληπτικής βαθμίδας και κανείς δεν επιθυμεί να επενδύσει τα λεφτά του σε χώρες που η Δικαιοσύνη δεν λειτουργεί υποδειγματικά, οι γυναίκες δεν έχουν εισαχθεί μαζικά στην αγορά εργασίας και η ιδιοκτησία είναι σχεδόν ποινικοποιημένη.

Είναι βέβαια προφανές ότι η κρατική στήριξη που δόθηκε στην Οικονομία το 2020 για να αντιμετωπιστεί η ζημιά που προκάλεσαν τα lockdown συνέβαλε στη διαμόρφωση των κακών, για τη χώρα, αποτελεσμάτων. Όμως, τα δομικά προβλήματα της ελληνικής Οικονομίας παραμένουν.

Στο μεταξύ η πλειοψηφία πιστεύει ότι ο Νεοφιλελευθερισμός είναι το σύστημα που ρυθμίζει τις οικονομικές σχέσεις και συναλλαγές στη χώρα κι αυτό συμβαίνει γιατί κανείς, με πρώτη τη Νέα Δημοκρατία, δεν υπερασπίζεται την Οικονομική Ελευθερία ως ιδεολογικό διακύβευμα.

Αντιθέτως, έχουμε ακούσει τον Πρόεδρο της από το βήμα της Βουλής να υπερασπίζεται κάποιες από τις πολιτικές του ως Κεϋνσιανές όταν ήθελε να τους προσδώσει ένα θετικό, ιδεολογικά, πρόσωπο παρ' όλο που το κόμμα του προχώρησε σε μείωση της φορολογίας του εισοδήματος και της ακίνητης περιουσίας.

Η Οικονομική Ελευθερία μαζί με τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και την Ανοιχτή Κοινωνία θεμελιώνουν τον πολιτικό Φιλελευθερισμό. Είναι ο εγγυητής της κοινωνικής δικαιοσύνης, ο μόνος αποτελεσματικός μοχλός κοινωνικής κινητικότητας.

Η Οικονομικής Ελευθερία είναι εγγυητής της ατομικής ευημερίας αλλά στην Ελλάδα υποχωρεί. Είναι ανησυχητικό, πράγματι.