Ο Ερμής «έδειχνε» τους δρόμους στην αρχαία Αθήνα
Ιστορίες Αρχαίων

Ο Ερμής «έδειχνε» τους δρόμους στην αρχαία Αθήνα

Μια ερμαϊκή στήλη που βρέθηκε πρόσφατα στο κέντρο της Αθήνας, επί της οδού Αιόλου στο ύψος της πλατείας Αγίας Ειρήνης, μας δίνει σήμερα την ευκαιρία να μιλήσουμε για τις «Ερμές». Ήταν ψηλές ορθογώνιες στήλες, στην κορυφή των οποίων δέσποζε προτομή από διάφορα σημαίνοντα πρόσωπα της Αρχαίας Ελλάδας και υιοθετήθηκαν κατά κόρον από τον Πεισιστρατίδη Ίππαρχο. Σύμφωνα με τον Παυσανία, κατά την Αρχαιότητα δεν ήταν τόσο τετραγωνισμένες αλλά είχαν τη μορφή πέτρας-οι λεγόμενοι Ερμαίοι λόφοι-πάνω στις οποίους τοποθετούσαν συμβολικές μορφές.

Οι ερμαϊκές στήλες είχαν λοιπόν προτομές αλλά και φαλλούς, κάτι που αποδίδεται σε κληροδότημα των Πελασγών, όπως σημειώνει ο Ησίοδος. Οι στήλες αυτές ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς από την αρχαιότητα μέχρι και τα ρωμαϊκά χρόνια και τοποθετούνταν τόσο σε σταυροδρόμια ως οδόσημα όσο και μπροστά από σπίτια φέροντας συνήθως χαραγμένα πάνω τους διάφορα γνωμικά. Ερμές συναντάμε ακόμα και στα γυμναστήρια, όπως στο Γυμνάσιο της Φιγαλείας και στο Γυμνάσιο της Αγοράς των Αθηνών.

Ειδικά κατά την κλασική περίοδο τα σύμβολα αυτά απέκτησαν τη μορφή του Ερμή, καθώς προτού καθιερωθεί ο «ξένος» θεός Διόνυσος αυτός που συνδεόταν με τη δύναμη ήταν ο Ερμής – και η μορφή του μαζί με τον ορθωμένο φαλλό, που εξακολούθησε να κοσμεί το κάτω μέρος της τετραγωνισμένης πλέον στήλης, ήταν άμεσα συνυφασμένη με τη δύναμη, την ερωτική ορμή και την καλή τύχη.

Εκτός από λειτουργική, είχαν και λατρευτική-συμβολική χρήση, γι’ αυτό και πολλές φορές απέθεταν στη βάση τους φρούτα, σύκα ή έκαναν μικρές θυσίες. Ως εκ τούτου η καταστροφή τους ήταν συνώνυμη με την κακή τύχη: όταν, για παράδειγμα, καταστράφηκαν παραμονή της εκστρατείας στη Σικελία όλες οι Ερμές που ήταν τοποθετημένες στην αγορά της Αθήνας, οι κάτοικοι της πόλης θεώρησαν σίγουρη την καταστροφή τους και γι’ αυτό έψαχναν εναγωνίως τον υπαίτιο. Οι Ερμοκοπίδες -δηλαδή αυτοί που έκοβαν τους ορθωμένους φαλλούς ή αποκεφάλιζαν τις ερμαϊκές στήλες- ήταν οι βάνδαλοι της εποχής και απόλυτοι καταστροφείς.

Οι Ερμοκοπίδες

Ο Θουκυδίδης αφηγείται το περιστατικό αναφέροντας πως τα ξημερώματα της 11ης Μαΐου του 415 π.Χ., όλες οι Ερμαϊκές Στήλες βρέθηκαν βανδαλισμένες – και συγκεκριμένα με κομμένες τις κεφαλές. Η μόνη που είχε μείνει άθικτη ήταν εκείνη που κοσμούσε την οικία του ρήτορα Ανδοκίδη, και γι’ αυτό θεωρήθηκε υπεύθυνος για τη δολιοφθορά, αφού ήταν γνωστό ότι ήταν αντίθετος με πολλές αποφάσεις της Εκκλησίας του Δήμου. Το συμβάν ήταν παραπάνω από τραγικό αφού συνέβη παραμονή της αναχώρησης του αθηναϊκού στόλου για τη Σικελία. Για να μην τα πολυλογούμε, τελικά ενοχοποιήθηκε ο Αλκιβιάδης, ο οποίος αν και ήταν έτοιμος να αποπλεύσει για τη Σικελία, μαθαίνοντας τα νέα ζήτησε ο ίδιος να δικαστεί ξέροντας ότι έχει τεράστια επιρροή στο πλήθος και ότι θα μπορούσε να γυρίσει την υπόθεση της κατηγορίας υπέρ του! Οι υπεύθυνοι, όμως, αρνήθηκαν γνωρίζοντας καλά τη δύναμή του.

Έφυγε, αλλά ύστερα τον ανακάλεσαν στην πατρίδα, στέλνοντας ειδικό πλοίο, τη «Σαλαμινία». Εκείνος, όμως, κατάφερε τελικά να δραπετεύσει καταφεύγοντας στην Πελοπόννησο, όπου στη συνέχεια συνεργάστηκε με τους Σπαρτιάτες, τους αιώνιους εχθρούς των Αθηναίων.

Στου Μακρυγιάννη

Περισσότερα για τις Ερμές βρίσκουμε στο κείμενο της αρχαιολόγου Βασιλικής Χριστοπούλου με τίτλο «Ερμαϊκή στήλη ρωμαϊκών χρόνων από την ανασκαφή του μετρό Αθηνών στο οικόπεδο Μακρυγιάννη» (στον τιμητικό τόμο «Τέχνης Εμπειρία» για την καθηγήτρια Γεωρία Κοκκορού- Αλευρά). Η ανασκαφή στο οικόπεδο Μακρυγιάννη για την ανέγερση του σταθμού “Ακρόπολη” του Μητροπολιτικού Σιδηροδρόμου των Αθηνών,1 που διεξήχθη κατά το χρονικό διάστημα 1993-1996, απέδωσε σημαντικά ευρήματα μεταξύ των οποίων και η μαρμάρινη επίστεψη ερμαϊκής στήλης την οποία μελέτησε η αρχαιολόγος.

«Βρέθηκε το 1994», γράφει, «στη νότια εξωτερική πλευρά του Κτηρίου Ζ, μιας πολυτελούς αστικής οικίας με ιδιωτικό λουτρό, σε μπάζωμα των μέσων του 6ου αι. μ.Χ. Η αρχική θέση ανέγερσης της ερμαϊκής στήλης δεν είναι γνωστή. Πιθανόν είναι όμως να είχε στηθεί σε κάποια οδό πλησίον, για να είναι σε περίοπτη θέση –όπως είθισται στις ερμαϊκές στήλες– ίσως στην οδό Μετρό-Ι ή ΝΜΑ-Ι ή στο τρίστρατο που σχηματίζουν και οι δύο με την οδό Μετρό-IV. Θα μπορούσε επίσης να κοσμεί κάποια από τις πέριξ ρωμαϊκές οικίες. Προτού απορριφθεί στα μπάζα, ενδέχεται να επαναχρησιμοποιήθηκε την περίοδο ανέγερσης του Κτηρίου Ζ και να τοποθετήθηκε κάπου στο εσωτερικό του ή ακόμα και στην είσοδό του, λαμβάνοντας υπόψη τη θέση εύρεσής της, ενώ δεν αποκλείεται κάποια περίοδο να κόσμησε και το πλησίον κείμενο δημόσιο μικρό Ανατολικό λουτρό. Πάντως, η φθορά της επίστεψης και η διάβρωση της επιδερμίδας του μαρμάρου από τις καιρικές συνθήκες δείχνει ότι η στήλη εκτέθηκε για ικανό χρονικό διάστημα σε εξωτερικό χώρο.»

Η επίστεψη είναι αμφιπρόσωπη. Στη μία όψη εικονίζει ένα μεσήλικα γενειοφόρο άνδρα και στην άλλη έναν αγένειο νέο. Οι δύο κεφαλές σώζονται μέχρι την απαρχή του λαιμού. Η γενειοφόρος κεφαλή «αποδίδει Ερμή σε ώριμη ηλικία στον εικονογραφικό τύπο του Ερμή Προπυλαίου, έργου πιθανώς του Αλκαμένους. […] Το μέτωπο είναι μικρό, τραπεζιοειδές. Τα μάτια αμυγδαλωτά, με έκφραση ρεμβώδη. Τα πλατιά, βαριά βλέφαρα και τα έντονα φρύδια σε σχήμα κλειστού τόξου. Η μύτη είναι δυνατή, στιβαρή. Το στόμα δοσμένο περιληπτικά, με μια φαρδιά οριζόντια στοματική σχισμή και σαρκώδη χείλη. Οι παρειές καλύπτονται από μια φροντισμένη, μακριά, ορθογωνισμένη γενειάδα, που δηλώνεται με κυματοειδείς αβαθείς και βαθιές εγχαράξεις, και απολήγει σε σχηματοποιημένες έλικες. Το παχύ μουστάκι προβάλλει αδρά πάνω από τα άκρα του άνω χείλους και στα άκρα του συμπλέκεται με τη γενειάδα. Τα αυτιά δηλώνονται περιληπτικά.»

Η αγένειος κεφαλή αποδίδει μορφή νεαρού Διονύσου» και έχει ιδεαλιστικά χαρακτηριστικά. Η κόμη, άκαμπτη και χωρίς οργανικότητα, καλύπτει τα αυτιά, ομοιάζει με φενάκη και αποδίδεται με στακάτους κυματισμούς και φλογοειδείς βοστρύχους. Κατεβαίνει χαμηλά στο μέτωπο, αφήνοντας ελάχιστο ακάλυπτο τριγωνικό χώρο, ενώ στα πλάγια ξεπηδούν δύο ελικοειδείς παρωτίδες. Στο πρόσθιο τμήμα της κόμης διαγράφεται στεφάνι από διπλά κισσόφυλλα. Το πρόσωπο έχει σχήμα ωοειδές, πραξιτέλεια χαρακτηριστικά και αποστασιοποιημένη, μελαγχολική έκφραση. Τα μάτια είναι αμυγδαλωτά, μισάνοικτα με βαριά, ελαφρώς προεξέχοντα βλέφαρα και τοξωτά φρύδια. Υποδηλώνεται ο δακρυϊκός πόρος. Το στόμα είναι μικρό, με σαρκώδη προεξέχοντα χείλη. Οι παρειές απαλές, ενώ το πηγούνι ελαφρά προεξέχον, θεληματικό. Στο κάτω τμήμα του προσώπου παρατηρείται έντονη αφαίρεση του όγκου. Η όλη απόδοση του θεού αποπνέει έναν αέρα εκθηλυσμού.»

Συμβολισμοί

Στην Αττική οι ερμές ως τύπος μνημείου εμφανίζονται το τελευταίο τέταρτο του 6ου αι. π.Χ. όπως αναφέρει η Βασιλική Χριστοπούλου. Η παραλλαγή τους με επίστεψη αμφικέφαλων μορφών που κοιτάζουν σε αντίθετη κατεύθυνση εικάζεται ότι αρχικά είχε δημιουργηθεί σε επιτύμβιες στήλες για τον Ερμή Ψυχοπομπό: το ένα πρόσωπο ατένιζε τη ζωή και το άλλο το θάνατο. Και σε ένα πιο προφανή συμβολισμό ο συνδυασμός νεαρής και ώριμης ηλικιακά μορφής, ίσως παρέπεμπε στην αντίθεση ανάμεσα στη νιότη και το γήρας, στη διάβαση από τη μία ηλικιακή ομάδα στην άλλη.

Aναλόγως επίσης το σημείο όπου στηνόταν η αμφιπρόσωπη στήλη, ή/και τη χρονική περίοδο ανέγερσής της, μπορούσε να υποκρύπτει και άλλους συμβολισμούς. Για παράδειγμα, σε κάποιο γυμνάσιο, που αποτελούσε μια συνηθισμένη θέση ανίδρυσης ερμαϊκής στήλης από την κλασική περίοδο και εξής, ο ηλικιωμένος άνδρας πιθανώς κοιτούσε προς τον χώρο όπου αγωνίζονταν οι αθλητές, σκεπτόμενος τη χαμένη νιότη του. Ο νέος άνδρας πάλι ίσως έβλεπε προς την μεριά όπου κάθονταν οι κριτές των αγώνων, ζητώντας να τον κρίνουν με επιείκεια.

Σε πρώτη ανάγνωση -και καθώς δεν γνωρίζουμε τον αρχικό χώρο τοποθέτησής της- φαίνεται ότι και η παρούσα στήλη εικονολογικά υποδηλώνει αυτές τις αντιθέσεις: το γήρας με τη νιότη, την ηλικιακή αλλαγή ταυτότητας, την αυστηρότητα και πείρα που αποκομίσθηκε στο διάβα του χρόνου με την αρχική ιδεώδη, αλλά παροδική ομορφιά, την πορεία προς το θάνατο (Ερμής Ψυχοπομπός) με το μεθύσι και τα βακχεία της ζωής (Διόνυσος Κισσοκόμης). Ή κατ’ άλλη ανάγνωση, στενά συνδεδεμένη με την προηγούμενη, ο Ερμής οδηγεί τις ψυχές στο θάνατο και ο Διόνυσος ως θεός θνήσκων και αναγεννώμενος τις επαναφέρει στη ζωή

Καταλήγοντας, η Βασιλική Χριστοπούλου επισημαίνει: «Οι δύο κεφαλές της ερμαϊκής στήλης του οικοπέδου Μακρυγιάννη είναι έργο αττικού εργαστηρίου, μέτριας και βιαστικής εργασίας χωρίς ιδιαίτερες καλλιτεχνικές αξιώσεις, πιθανώς προϊόν μαζικής παραγωγής, του 1ου-2ου αι. μ.Χ. Τυπολογικά και στυλιστικά αποτελεί ένα pastiche αγαλματικών τύπων του 5ου και 4ου αι. π.Χ. «μεταγεγραμμένων» κατά το συρμό της αυτοκρατορικής περιόδου, σε αρχαΐζον στυλ ο Ερμής και κλασικίζον ο Διόνυσος. Δύο ολύμπιοι θεοί σε μία ερμαϊκή στήλη. Αδέλφια. Οι περισσότερες ιδιότητές τους θρησκειολογικά, κοινές ή συγκερασμένες. όλες μαζί σε δύο κατευθύνσεις. Ένα νόμισμα με δύο όψεις: ο Ερμής και ο Διόνυσος. Ή ίσως μόνο ο Διόνυσος με τα προσωπεία του. Η αρχή των αντιθέτων. Ο νόμος του εναντίου. Η ηρακλείτεια αρμονία.

Εικάζουμε ότι η απαρχή της δημιουργίας της παρούσας ερμαϊκής και των αμφιπρόσωπων στηλών, γενικότερα, απηχεί αυτήν ακριβώς τη θεολογική και φιλοσοφική αντίληψη του 6ου αι. π.Χ. Αντίληψη που σταδιακά έχασε το βαθύτερο συμβολικό νόημά της, αποκοιμήθηκε στον κοσμοπολιτισμό και τη θεοκρασία των ελληνιστικών χρόνων και πέρασε στο συλλογικό ασυνείδητο, με εξαίρεση κάποιους φιλοσοφικούς-μυστικιστικούς κύκλους (ορφικοί, νεοπλατωνιστές κλπ.). Ήδη την αυτοκρατορική περίοδο ο Διόνυσος ήταν απλώς συνώνυμο του κρασιού, της μέθης και ο Ερμής του εμπορίου, ενώ οι Ερμές αντιμετωπίζονταν κυρίως ως μνημεία με χρηστικό και ακόμα περισσότερο με διακοσμητικό χαρακτήρα. Τέτοια, πιθανώς, ήταν και η ερμαϊκή στήλη του οικοπέδου Μακρυγιάννη.»