H Share Economy και το Airbnb στοχοποιούνται και πάλι

Του Κωνσταντίνου Χαροκόπου

Το διάβασμα της μελέτης που διενήργησε η Grant Thorton για λογαριασμό του Ξενοδοχειακού Επιμελητηρίου Ελλάδος με αντικείμενο τις βραχυχρόνιες μισθώσεις έχει μεγάλο ενδιαφέρον. Μέσα στην ανάλυση γίνεται αναφορά στα έσοδα των εκμισθωτών, στις απώλειες των ξενοδοχείων, στις απώλειες της εφορίας και σε διάφορα μη ποσοτικοποιημένα στοιχεία.

Διαβάζουμε λοιπόν πως τα γενικότερα έσοδα που προκύπτουν από τη φιλοξενία στα πλαίσια της οικονομίας του διαμοιρασμού, ανέρχονται στα 1,9 δισ. ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί στο 10% της ετήσιας τουριστικής δαπάνης της χώρας. Από το ποσό αυτό, τα 894 εκατ. ευρώ αντιστοιχούν στα έξοδα διαμονής και τα υπόλοιπα 994 εκατ. ευρώ σε δαπάνες άλλων υπηρεσιών Ταυτόχρονα μαθαίνουμε πως η μείωση των αντίστοιχων δημοσίων εσόδων εκτιμάται στα 100 εκατ. ευρώ ετησίως. Είναι γνωστό πως μεγάλο μέρος αυτών των εσόδων, διοχετεύεται για τις λειτουργικές δαπάνες των ακινήτων που διατίθενται σε βραχυχρόνιες μισθώσεις. Δηλαδή μεγάλο μέρος αυτών των εσόδων κατευθύνεται σε δαπάνες ανακαίνισης, σε δαπάνες επίπλωσης, σε δαπάνες κοινοχρήστων, σε δαπάνες θέρμανσης και ψύξης, σε δαπάνες τηλεφωνίας και internet, σε καθαρισμούς, σε πλυντήρια, σε συντήρηση, σε δαπάνες δώρων υποδοχής “welcoming baskets”, σε δαπάνες δώρων αποχώρησης “farewell gifts” κλπ.

Διαβάζουμε επίσης για τις απώλειες σε θέσεις εργασίας που υπολογίζονται στις 36.560, καθώς στην οικονομία του διαμοιρασμού παρατηρείται το φαινόμενο της αθέατης εργασίας. Μα αυτό είναι απόλυτα φυσικό. Οι ιδιοκτήτες των πάνω από 70.000 ακινήτων που εκμισθώνουν τα ακίνητα τους μέσω βραχυχρόνιων μισθώσεων, αναζητούν την αύξηση των εισοδημάτων τους και την μείωση του ρίσκου και την αποφυγή της πολυπλοκότητας που εμπεριέχουν οι μακροχρόνιες μισθώσεις. Έτσι για να υποστηρίξουν τα εισοδήματα που λαμβάνουν από τα ακίνητα τους, που στη χώρα μας διώκονται με πρωτοφανείς φοροεπιδρομές, κάνουν οι ίδιοι αυτό που κρίνουν απαραίτητο, για να προσελκύσουν όλο και περισσότερους τουρίστες. Καθαρίζουν, πλένουν, προσέχουν και διατηρούν τα ακίνητα τους σε άριστη κατάσταση, υποδέχονται, φροντίζουν και αποχαιρετούν τους φιλοξενούμενους τους, εργαζόμενοι πολλές ώρες την ημέρα ακόμα και τη νύχτα. Αυτά τα 70,000 ακίνητα απασχολούν έστω και μέσω της αθέατης εργασίας, όχι μόνο τους ίδιους τους ιδιοκτήτες τους αλλά και ολόκληρα συνεργεία και ομάδες πολιτών. Η συμπληρωματική και αναγκαία παροχή παράλληλων “αθέατων” υπηρεσιών, είναι απαραίτητη ώστε οι οικοδεσπότες να διεκδικήσουν θετικές πεντάστερες κριτικές και τον πολυπόθητο τίτλο του “superhost”, που λειτουργεί ως μαγνήτης προσέλκυσης νέων επισκεπτών. Επομένως οι δήθεν απώλειες θέσεων εργασίας, υποκαθίστανται πλήρως από την ενεργοποίηση των ίδιων των ιδιοκτητών, των υπευθύνων διαχείρισης των ακινήτων και των πολυάριθμων απασχολουμένων στο συγκεκριμένο οικοσύστημα.

Και όπως πάντα η κατάληξη τέτοιου είδους αναλύσεων, περιλαμβάνει συμβουλές για την” ανάγκη εμβάθυνσης του ρυθμιστικού πλαισίου που διέπει την εν λόγω μορφή δραστηριότητας, καθώς προκαλεί σειρά αρνητικών επιπτώσεων σε κοινωνικό, οικονομικό και περιβαλλοντικό επίπεδο και για την ανάγκη έναρξης κοινωνικού διαλόγου με φορείς και συλλογικότητες της κοινωνίας των πολιτών στη βάση των συμπερασμάτων της παρούσας έρευνας”.

Όσον αφορά στο ρυθμιστικό πλαίσιο, το θέμα των φορολογικών εσόδων ήδη έχει τακτοποιηθεί μέσω της πλατφόρμας της ΑΑΔΕ, τους αριθμούς μητρώου, τις διασταυρώσεις και τους ελέγχους. Η προσπάθεια φοροαποφυγής δεν αποτελεί χαρακτηριστικό μόνο των βραχυχρόνιων εκμισθωτών, αφού στη χώρα μας οι πάντες προσπαθούν να επιβιώσουν με αυτόν τον τρόπο. Ούτε υπερβαίνει την μέση φοροδιαφυγή άλλων κατηγοριών.

Επομένως, αφού έτσι τελείωσε η “μητέρα όλων των μαχών”, με την επίσημη επιβολή της φορολογίας, τώρα έρχονται οι ξενοδόχοι με επιχειρήματα και ερωτήματα για κοινωνικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις και προσπαθούν να εγείρουν νέα προβλήματα στην κοινότητα των δραστηριοποιούμενων στην οικονομία του διαμοιρασμού. Θα έπρεπε όμως να γνωρίζουν, πως η πλειονότητα των επισκεπτών αυτών από το εξωτερικό στα πλαίσια των δυνατοτήτων που προσφέρει η οικονομία του διαμοιρασμού, δεν θα ερχόταν ποτέ να επισκεφθεί την Ελλάδα, αν δεν υπήρχε αυτός ο φθηνός τρόπος διαμονής και φιλοξενίας.

Η βούληση ορισμένων να επιβάλουν τον τρόπο με τον οποίο ο κάθε ιδιοκτήτης θα μπορεί να εκμεταλλεύεται το ακίνητο του είναι πρωτοφανής. Ειδικά σε ένα περιβάλλον όπου παράγοντες όπως ο ΕΝΦΙΑ, η βραδύτητα στην εκδίκαση μισθωτικών διαφορών και η υπερβολική προστασία των μισθωτών, δημιουργεί ασφυξία στους ιδιοκτήτες.

Οι βραχυχρόνιες μισθώσεις είναι πλέον κομμάτι της νέας εποχής. Με εργαζόμενους που μετακινούνται ανάμεσα σε πόλεις, με νέους που ταξιδεύουν, με επαγγελματίες που προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε όλα τα πλάτη και μήκη της γης, με πολίτες που προτιμούν να ενοικιάζουν επιπλωμένα σπίτια χωρίς να αναγκάζονται να επενδύουν σε ηλεκτρικές συσκευές και να ασχολούνται με κοινόχρηστα. Σε αυτό έρχονται να προστεθούν οι δυνατότητες που ανοίγονται μέσω της ψηφιακής κοινωνίας με πλατφόρμες ενοικίασης, φιλοξενίας, αξιολόγησης, σύγκρισης. Η εποχή έχει αλλάξει και αυτό φαίνεται και από την επιλογή μεγάλων ξενοδοχείων να εισβάλουν στο χώρο της βραχυχρόνιας εκμίσθωσης επιπλωμένων διαμερισμάτων.


*Ο αρθρογράφος είναι οικονομικός αναλυτής, με ειδίκευση στο σχεδιασμό σύνθετων επενδυτικών στρατηγικών.

Αποποίηση Ευθύνης: Το περιεχόμενο της στήλης, είναι καθαρά ενημερωτικό και πληροφοριακό και δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση επενδυτική συμβουλή, ούτε υποκίνηση για συμμετοχή σε οποιαδήποτε συναλλαγή. Ο αρθρογράφος δεν ευθύνεται για τυχόν επενδυτικές και λοιπές αποφάσεις που θα ληφθούν με βάση τις πληροφορίες αυτές.