Γιώργος Σκαμπαρδώνης: «Πάντα εκεί καταλήγει το στοίχημα: στο “πώς” θα το γράψεις»

Γιώργος Σκαμπαρδώνης: «Πάντα εκεί καταλήγει το στοίχημα: στο “πώς” θα το γράψεις»

«Δεν μπορείς να κάτσεις εν ψυχρώ και να γράψεις μια ιστορία που δεν υπάρχει πρώτα στο μυαλό σου. Η διαρκής τελετουργία είναι η αναζήτηση, η διαδικασία της αρχικής σύλληψης, κι όχι η σκηνοθεσία του έσχατου γραψίματος. Η λογοτεχνία υπάρχει κυρίως έξω, στον δρόμο, εκεί βρίσκεται συνήθως το ορυκτό που μετά επωάζεται εντός μας.»

Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης βραβεύτηκε, μεταφράστηκε, τα βιβλία του αποτελούν ορόσημο στο εκδοτικό τοπίο κι έχει πίσω του τίτλους αφ’ εαυτού τους λύση και αίνιγμα: «Μάτι φώσφορο, κουμάντο γερό», «Η ψίχα της μεταλαβιάς», «Η στενωπός των υφασμάτων», «Πάλι κεντάει ο στρατηγός», «Γερνάω επιτυχώς», «Ουζερί Τσιτσάνης», «Επί ψύλλου κρεμάμενος», «Πολύ βούτυρο στο τομάρι του σκύλου», «Όλα βαίνουν καλώς εναντίον μας», «Μεταξύ σφύρας και Αλιάκμονος», «Περιπολών περί πολλών τυρβάζω», «Υπουργός νύχτας», «Casa Μπιάφρα», «Προσοχή: εποχιακή διέλευση βατράχων»…

«Μια πλευρά του μυαλού μου έγραφε πάντα, αγρυπνώντας ακόμα και καθ’ ύπνους. Είναι περίεργο, αλλά έτσι συμβαίνει. Ζεις έναν βαθύ διχασμό – ο άλλος εαυτός σου κινείται αυτόνομα, πυρετικά. Δεν αναπαύεται. Ή, αναπαύεται γράφοντας, πρώτα, βέβαια, μέσα στο μυαλό. Τελικά, τα καταφέρνεις, ακόμα και στην πιο οικτρή συνθήκη. Συνηθίζεις.»

Μας λέει στο Liberal.gr αναφερόμενος και στην δημοσιογραφική πλευρά του εαυτού του, αποκαλύπτοντας γενναιόδωρα τα λογοτεχνικά μυστικά του.

«Υπάρχουν εσωτερικοί μηχανισμοί συνειδητοί αλλά κυρίως ασυναίσθητοι, που κινητοποιούνται αυτεπάγγελτα. Δρούνε εν παραβύστω, εργάζονται μυστικά, κι ακατανόητα. Δεν ξέρουμε τι ακριβώς συμβαίνει εντός μας με το γράψιμο. Αν το ξέραμε θα το κάναμε κατά παραγγελία και θα γράφαμε κάθε μέρα από ένα προκάτ μπεστ-σέλλερ.»

Για όλα θα μας μιλήσει: τελετουργία γραφής, εμμονές, σταθερές, ήρωες και ιστορίες, μεθόδους…

Ωστόσο «Γενικά νομίζω ότι το γράψιμο είναι κάτι αλλόκοτο. Ο πυρήνας της διαδικασίας του είναι  κάτι ακατανόητο. Είναι κάτι σκοτεινό. Απολιόρκητο. Ό, τι και να πούμε, όπως και να το περιγράψουμε, πάντα κάτι μάς διαφεύγει.» Καταλήγει.

Συνέντευξη στην Ελένη Γκίκα

- Κύριε Σκαμπαρδώνη, υπάρχει τελετουργία γραφής [συγκεκριμένος χώρος, χρόνος, συνήθειες] ή παντού μπορείτε να γράψετε εσείς;

Γνωρίζετε πως το γράψιμο δεν είναι μόνο η τελική γραφή μιας αφήγησης. Το πιο σημαντικό είναι ό,τι προηγείται: η διαρκής παρατήρηση, η πυρετώδης αναζήτηση, ο σπινθηρισμός της αρχικής έμπνευσης μιας ιστορίας - όταν αυτή προκύπτει.

Έπειτα, η πολλαπλή επεξεργασία της ιδέας στο μυαλό, οι διάφορες πιθανές εκδοχές, η βασική δομή, η πιθανή έξοδος. Προηγείται επίσης  επιλογή του τόνου της αφήγησης (δραματικός, ειρωνικός, λυρικός, ευτράπελος, τραγικός, ή μικτός). Και αφού φτάσεις σε μια αρχική βεβαιότητα περί του τι θα γράψεις και πώς, μετά κάθεσαι στο κομπιούτερ, οπότε αρχίζει νέα διαδικασία παλίμψηστου (γράψε-σβήσε), μέχρι να ολοκληρώσεις την πρώτη διατύπωση της διήγησης. Ακολουθούν δεύτερες, τρίτες  γραφές, μοντάζ, διορθώσεις, αλλαγές, μέχρι τελικά, να φτάσεις στο μη περαιτέρω. Στην τελική ολοκλήρωση.

Οπότε δεν με νοιάζει πού θα γράψω, μπορώ να το κάνω παντού, αφού το πιο σπουδαίο είναι το πριν: η ιχνηλασία και η αποκάλυψη του λαγού. Δεν μπορείς να κάτσεις εν ψυχρώ και να γράψεις μια ιστορία που δεν υπάρχει πρώτα στο μυαλό σου.

Η διαρκής τελετουργία είναι η αναζήτηση, η διαδικασία της αρχικής σύλληψης, κι όχι η σκηνοθεσία του έσχατου γραψίματος. Η λογοτεχνία υπάρχει κυρίως έξω, στον δρόμο, εκεί βρίσκεται συνήθως το ορυκτό που μετά επωάζεται εντός μας. Είναι μια παλίνδρομη σχέση μέσα-έξω.

- Για να ξεκινήσετε μια ιστορία, χρειάζεστε πλάνο, να ξέρετε και την αρχή και το τέλος της, ή αρκούν μια εικόνα ή η αρχική φράση;

Καταρχήν είναι απόλυτα απαραίτητη η θρυαλλίδα, η έμπνευση. Η αρχική σύλληψη. Αυτό είναι κάτι απρόβλεπτο. Μετά, χρειάζονται όλα: πείρα, γνώση, πλάνα, τάλαντο, βάσανος, αυστηρότητα, ανελέητη αυτεπιστασία. Παιδεύεσαι πολλαπλώς με διάφορες εκδοχές, πιθανές εξόδους, ενδεχόμενο τέλος, αλλαγές στον ρυθμό, ή στον διασκελισμό.

Σε τρώει η επιλογή των λέξεων. Η άρθρωση και οι μεταβάσεις. Σε βασανίζουν οι υπόγειες σημάνσεις. Οι πιθανές αντανακλάσεις κάτω από την προφανή ανάγνωση. Όλα παίζουν στον ύψιστο  βαθμό – αλλιώς τι νόημα θα είχε; Μια απλή, παρατακτική ιστορία μπορεί να την πει και η θεία μου.

- Ποιο βιβλίο σας γράφτηκε με πιο παράξενο και αλλόκοτο τρόπο;

Μέχρι να βγω στην σύνταξη, επειδή δούλευα πολλές ώρες, έγραφα κλέπτων εμαυτόν, ή στο περίσσεμα του μπελά της κάθε μέρας. Και όλα τα Σαββατοκύριακα. Τις νύχτες. Μέσα στο αυτοκίνητο, στο φανάρι, κρατούσα σημειώσεις. Ή, την ώρα που κοιμόμουν. Σηκωνόμουν και κατέγραφα κάτι. Οδηγούσα και έλεγα διαλόγους των ηρώων. Μια πλευρά του μυαλού μου έγραφε πάντα, αγρυπνώντας ακόμα και καθ’ ύπνους.

Είναι περίεργο, αλλά έτσι συμβαίνει. Ζεις έναν βαθύ διχασμό – ο άλλος εαυτός σου κινείται αυτόνομα, πυρετικά. Δεν αναπαύεται. Ή, αναπαύεται γράφοντας, πρώτα, βέβαια, μέσα στο μυαλό.

Τελικά, τα καταφέρνεις, ακόμα και στην πιο οικτρή συνθήκη. Συνηθίζεις. Επομένως όλα σχεδόν τα βιβλία μου έχουν γραφεί με αλλόκοτο τρόπο. Γενικά νομίζω ότι το γράψιμο είναι κάτι αλλόκοτο. Ο πυρήνας της διαδικασίας του είναι  κάτι ακατανόητο. Είναι κάτι σκοτεινό. Απολιόρκητο. Ό, τι και να πούμε, όπως και να το περιγράψουμε, πάντα κάτι μάς διαφεύγει.

- Υπάρχουν συγγραφικές εμμονές; Θέματα στα οποία επανέρχεστε, τεχνικές που χρησιμοποιείτε και ξαναχρησιμοποιείτε, γρίφους κι αινίγματα που προσπαθείτε μια ζωή γράφοντας να επιλύσετε;

Υπάρχουν εμμονές και μεταβλητές, αλλά και μεταβλητές εμμονών. Τρέχα-γύρευε. Πάντως σίγουρα υπάρχουν ένδον ρεφρέν,  σταθερές ορίζουσες, αλλά και διαρκής ροή, αλλαγή ημών των ιδίων μέσα στον Χρόνο. Νέες ιδέες και παλιές ιδέες, παραλλαγμένες, αφάγωτα τοπία, ανέγγιχτα νερά. Η ίδια η πραγματικότητα σου προσφέρει συνέχεια νέες ελλάμψεις, θάμβος, έκπληξη, αλλά και κλισέ.

Ωστόσο, το εκάστοτε θέμα παίζει πάντα ρόλο, αλλά πιο πολύ και κυρίως ο τρόπος που το διαπραγματεύεσαι. Σημασία έχουν οι εγγενείς αρετές του τελικού κειμένου, αν υπάρχουν, το ένδον αεράκι που το ζωοποιεί, ή όχι. Πάντα εκεί καταλήγει το στοίχημα: στο «πώς» θα το γράψεις.

- Τι πρέπει να έχει μια ιστορία για να γίνει ιστορία σας;

Καταρχήν υπάρχει ένα θραύσμα. Μια ιδέα. Ένας ίλιγγος. Κάτι πυροδοτείται εντός μου και με ενθουσιάζει. Όλα ξεκινούν από μια λέξη, μια εικόνα, μια χειρονομία, μια φράση, μια φαντασίωση, κάποιο βίωμα, ένα κομμάτι μιας πιθανής ιστορίας. Δεν ξέρω ποτέ τι μπορεί να είναι αυτό από πριν.

Μετά συμβαίνουν πράγματα μέσα σου που δεν τα ελέγχεις. Υπάρχουν εσωτερικοί μηχανισμοί συνειδητοί αλλά κυρίως ασυναίσθητοι, που κινητοποιούνται αυτεπάγγελτα. Δρούνε εν παραβύστω, εργάζονται μυστικά, κι ακατανόητα. Δεν ξέρουμε τι ακριβώς συμβαίνει εντός μας με το γράψιμο. Αν το ξέραμε θα το κάναμε κατά παραγγελία και θα γράφαμε κάθε μέρα από ένα προκάτ μπεστ-σέλλερ.

- Ένας ήρωας ή μια ηρωίδα για να γίνει ήρωάς σας ή ηρωίδα σας;

Οι ήρωες και οι ηρωίδες δεν υπάρχουν εκεί έξω. Γεννιούνται στο μυαλό μας όχι ως πραγματικά πρόσωπα, αλλά ως λογοτεχνικά personnages. Το αν κάτι βασίζεται σε πραγματικά γεγονότα, ή όχι, αποτελεί φαιδρό δίλημμα. Αλλά και να προϋπάρχουν οι ήρωες στην πραγματικότητα, πάλι διαθλώνται κι αλλοιώνονται για να εξυπηρετήσουν τη αφήγηση. Εξάλλου ένας λογοτεχνικός ήρωας πάντα είναι ελλειπτικός, αφαιρετικός, σκιώδης.

Όσο και να τον ολοκληρώσεις, πάλι παραμένει μια αφαίρεση. Αλλά μήπως και εμείς οι ίδιοι δεν είμαστε για τους άλλους μια αφαίρεση, μια ελλειπτική εικόνα, μια ουσία εν πολλοίς ακατανόητη; Ο λογοτεχνικός χαρακτήρας είναι λειψό είδωλο, άσχετα το πόσο επιδέξια, ή ειλικρινά πειστικός φαίνεται.

Είναι δρώσα σκιά και σαρκώνεται φασματικά μόνο μέσα στην ίδια την διήγηση. Η συνήθης ερώτηση αν μια ιστορία σου είναι πραγματική, είναι μια μάταιη ερώτηση. Το μόνο πραγματικό, πια, είναι το κείμενο καθευατό και εν εαυτώ.

- Ποιος ήρωας ή ποια ηρωίδα σας έφτασαν ως εσάς με τον πιο αλλόκοτο τρόπο;

Οι περισσότεροι. Γιατί δεν έχω αντιγράψει πραγματικά πρόσωπα, αλλά έχω πάρει διαφορετικά χαρακτηριστικά από διαφορετικούς ανθρώπους, κι από διαφορετικούς χρόνους, προσθαφαίρεσα δικά μου, επινοημένα, κι έφτιαξα άλλους ήρωες, καινούργιους.

Νέες, χάρτινες υποστάσεις, των οποίων η εσωτερική αλήθεια δεν αντιστοιχεί σε κάποια όντως ύπαρξη, αλλά οφείλει να γίνεται πειστική από την δράση, τις αποφάσεις και την συμπεριφορά τους μέσα στην αφήγηση. Και αυτό είναι πάντα το ζητούμενο.

Διότι μπορεί να αντιγράψεις έναν πραγματικό ήρωα, αλλά να φαίνεται ψευδεπίγραφος μέσα στο κείμενο, ή το αντίστροφο. Όλα καταξιώνονται ή όχι μέσα στην αφήγηση και τίποτε έξω απ’ αυτήν, ή σε σχέση με κάτι άλλο. Δεν κάνουμε ρεπορτάζ. Ποιος ξέρει, έξω απ’ το αρχαίο κείμενο, τι ακριβώς ήταν όντως ο Οιδίποδας, ή ο Έκτωρ;

- Το πρώτο βιβλίο που διαβάσατε και σας εντυπωσίασε;

Ξεφύλλιζα αρκετά βιβλία από μικρός. Στα δέκα τρία μου διάβασα τον Φιλαράκο (Bel Ami) του Γκί ντε Μοπασάν και με εντυπωσίασε πολύ. Αλλά κατόπιν εκστασιάστηκα πραγματικά με το «Κόκκινο και το Μαύρο» του Σταντάλ, που μ’ ενθουσιάζει πάντα, όπως και το «Μοναστήρι της Πάρμας».  

- Υπάρχει βιβλίο που μπορείτε να πείτε ότι σας άλλαξε τη ζωή ή βιβλίο στο οποίο συχνά επιστρέφετε;

Όχι ένα, αλλά αρκετά. Επιστρέφω πολύ συχνά στην «Γυναίκα της Ζάκυνθος» του Σολωμού, στον Καβάφη, στην βυζαντινή υμνολογία και χρονογραφία, στον Δαμασκηνό και στον Πρόκλο, αλλά και στους θηριώδεις αρχαίους, κυρίως στον Θουκυδίδη και στον Ξενοφώντα. Και μονίμως, βέβαια, στην ιερή τρέλα των ποιητών μας.

- Αγαπημένοι σας συγγραφείς και ποιητές;

Είναι πολλοί και συνέχεια αλλάζουν. Εκτός απ’ τους ένδοξους παλιούς, κάθε τόσο διαβάζω εξαιρετικούς καινούργιους, νέους, ξένους, ή Έλληνες και γοητεύομαι βαθιά. Η λογοτεχνία ευτυχώς δεν έχει τέλος. Κι ο κάθε δημιουργός προσφέρει μια νέα μετάπλαση, ένα φρέσκο, δικό του σύμπαν.

Πάντα θα γεννιούνται νέοι, μεγάλοι συγγραφείς να μας παρηγορούν και να μας ενθουσιάζουν, όπως και σκηνοθέτες, εικαστικοί, μουσικοί – σε κάθε χώρο της Τέχνης το παιχνίδι συνεχίζεται.

Οφείλουμε να είμαστε απροκατάληπτοι, ανοιχτοί, περίεργοι, υποψιασμένοι αλλά και αθώοι απέναντι σε κάθε καινούργια απόπειρα. Το πρώτο που σου διδάσκει η λογοτεχνία είναι η σχετικότητα, οι άπειρες εκδοχές, το απρόβλεπτο, η αναπάντεχη όραση.

- Κατά την διαδικασία της συγγραφής, ακούτε μουσική, έχετε ανάγκη από απόλυτη σιωπή, διαβάζετε άλλα βιβλία ή ποιητές, καταφεύγετε σε εικαστικά έργα;

Αν έχω ήδη στο μυαλό μου την αρχική ιστορία μπορώ μετά να γράψω σε οποιανδήποτε συνθήκη, ακόμα και στο κέντρο μιας πυροβολαρχίας εν δράσει.

- Να αναφερθούμε σε εκείνο που γράφετε σήμερα;

Τον Μάρτιο κυκλοφόρησε η συλλογή διηγημάτων μου «ΠΡΟΣΟΧΗ: εποχιακή διέλευση βατράχων», από τις  εκδόσεις Πατάκη. Έκτοτε εργάζομαι πάνω σε διάφορες ιδέες προκαταρκτικά, συσσωρεύω υλικό, στοιχεία κι εκδοχές. Αν έχουμε την ευλογία του Χρόνου κάπου θα εκβάλλουν όλα αυτά, αλλά ακόμα δεν πήρα τις τελικές αποφάσεις.

Η τελική επιφοίτηση πάντα αργεί και ως τότε υποφέρεις – μέχρι να ‘ρθει το αίσθημα της βεβαιότητας και τότε πραγματικά αρχίζεις να χάνεσαι αλλόκοτα μέσα στην ίδια σου την αφήγηση. Γίνεσαι ένα ζόμπι των ίδιων σου των λέξεων. Μέχρι να τελειώσεις και πάλι φτου κι απ’ την αρχή. Απολαυστικό βασανιστήριο.