Επιτακτική η ανάγκη για μόνιμο Υφυπουργό Άμυνας

Επιτακτική η ανάγκη για μόνιμο Υφυπουργό Άμυνας

Του Χάρη Θεοχάρη

Η κυβέρνηση έχει επιδοθεί σε ένα ανηλεές κυνήγι κλεισίματος εκκρεμοτήτων εν μέσω θέρους. Η τακτική της συνδυάζει συνήθως μια ενσωμάτωση οδηγίας με πλήθος ρουσφετιών, εξευτελιστικών διορθώσεων πρόσφατα ψηφισμένων νόμων ή προεκλογικής φύσης διευθετήσεων.   

Ο  πρόσφατα ψηφισθείς  νόμος του Υπουργείου Άμυνας αποδεικνύει την έλλειψη σχεδίου και την υπηρέτηση της ίδιας λογικής μόνο από το τετριμμένο του ονόματός του: Ρύθμιση θεμάτων αρμοδιότητας του Υπουργείου Άμυνας (ΥΠΕΘΑ). Όπως υποψιάζεται ο κάθε εχέφρων αναγνώστης, δεν ανταποκρίνεται σε ένα άρτιο σχέδιο αναδιοργάνωσης των Ενόπλων Δυνάμεων αλλά είναι πρόχειρος, με βασική στόχευση τις «διορθώσεις» ζητημάτων που αφορούν στο προσωπικό των Ενόπλων Δυνάμεων.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι απαιτούνται σημαντικές βελτιώσεις σε διατάξεις του νόμου-σκούπα, ο οποίος διαρθωμένος  σε επτά κεφάλαια φιλοδοξεί μάταια να εξυπηρετήσει  τις πραγματικές ανάγκες των Γενικών Επιτελείων με στόχο την αύξηση της αποδοτικότητας και της αποτελεσματικότητά τους.

Δεδομένου ότι διανύουμε μια δύσκολη περίοδο ως  συνέπεια της οικονομικής κρίσης και των γεωπολιτικών ανακατατάξεων που διαφαίνονται στην ευρύτερη περιοχή μας, η διατύπωση  ρεαλιστικών προτάσεων  για την επίτευξη των στόχων του νόμου με την αύξηση των ικανοτήτων  του μηχανισμού εθνικής άμυνας  είναι περισσότερο σημαντική από ποτέ.

Η κυβέρνηση θα μπορούσε να προχωρήσει στην περαιτέρω βελτίωση σε θέματα υπηρεσιακής εξέλιξης και ιεραρχίας μεταξύ των αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων, ιδιαίτερα μετά την ψήφιση του ν.3833/2010 και εφαρμογής της νέας δομής δυνάμεων των Ενόπλων Δυνάμεων. Ως αναγκαία κρίνεται η ενσωμάτωση σχετικής διάταξης του ν/σ, πάγιο αίτημα των Μηχανικών της ΠΑ, ώστε να υπάρξει άρση της διαχρονικής ανισότητας που εισήγαγε ο νομοθέτης για την ιεραρχική τάξη και θέση των αξιωματικών μηχανικών της ΠΑ σε σχέση με αυτούς του Πολεμικού Ναυτικού  και Στρατού Ξηράς.

Ύποπτη είναι η σύσταση Υπηρεσίας Αξιοποίησης της περιουσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, δεδομένων των κενών που ο νόμος παρουσιάζει, ως προς τον τρόπο  επιλογής του Διευθυντή και της διαδικασίας ελέγχου  των αποφάσεων καθώς ο Υπουργός αναγάγει εαυτόν  σε απόλυτο  αποφασιστικό παράγοντα.

Δεδομένης της πρόσφατης θεσμοθέτησης του ταμείου αξιοποίησης της Δημόσιας Περιουσίας, αναρωτιέται κανείς για τη σκοπιμότητα του  διαχωρισμού της αξιοποίησης των ακινήτων του ΥΠΕΘΑ  δεδομένου πως πρόκειται για μη χρησιμοποιούμενα ακίνητα με σκοπό την εμπορική εκμετάλλευση. Μόνο μικροκομματικές διευθετήσεις και την ενδοκυβερνητική ισορροπία μοιάζει να υπηρετεί η πρόνοια αυτή.

Η αλλαγή της κλειστής διαδικασίας κρίσεων των αρχηγών  των  Γενικών Επιτελείων και του Α/ΓΕΕΘΑ  με τη θεσμοθέτηση διαφανούς  διαδικασίας που θα έχει αποφασιστικό ρόλο η Βουλή (διαρκής Επιτροπή Εθνικής  Άμυνας και Εξωτερικών Υποθέσεων) κατόπιν εισήγησης πρότασης από την  ηγεσία του ΥΕΘΑ, αποτελεί επίσης βελτίωση προς τη σωστή κατεύθυνση. Και  τούτο διότι η επιλογή αρχηγών ΚΥΣΕΑ έχει πολλάκις οδηγήσει στην αποστρατεία ικανών αξιωματικών.

Επιτακτική είναι η ανάγκη για τη δημιουργία μόνιμου Υφυπουργού Άμυνας με θητεία προερχόμενου από τις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων, ώστε να εξασφαλίζεται η συνέχεια σε επιχειρησιακά και διοικητικής μέριμνας θέματα. Το Εθνικό Συμβούλιο Ασφαλείας είναι μια πολύ πιο φιλόδοξη πρόταση που δε θα έχει τύχη στην παρούσα στιγμή. Ο γνωστός ακαδημαϊκός Samuel Huntington, παρουσιάζει την τυπολογία δύο μοντέλων πολιτικού και δημοκρατικού ελέγχου του στρατού: Το αντικειμενικό και το υποκειμενικό. Στο πρώτο η πολιτική είναι καθαρά ξεχωριστή από τις τακτικές αποφάσεις και ιδιαίτερα τις αποφάσεις προσωπικού. Στο δεύτερο, ο πολιτικός έλεγχος υπεισέρχεται και στις τακτικές αποφάσεις με γρήγορο αποτέλεσμα τη διαφθορά στο στράτευμα. Συνεπώς, η συνέχεια στην αμυντική πολιτική μαζί με την αμεροληψία των επιλογών σε τακτικά θέματα, θα υπηρετηθούν πολύ καλύτερα με την πρότασή μας για τη θέση αυτή.

Τέλος, η ίδρυση διακλαδικού Ταμείου με καταθετικό λογαριασμό για τον εκσυγχρονισμό των Ενόπλων Δυνάμεων, δείχνει την άσχημη οικονομική κατάσταση στην οποία έχουμε περιέλθει. Η Πολιτεία οφείλει έμπρακτα να στηρίξει τις Ένοπλες Δυνάμεις και το προσωπικό τους και όχι να φθάσει στο σημείο να καταφεύγει «σε εράνους» για τη στήριξή τους.

Είναι δεδομένο πως οι πολιτικές παρεμβάσεις έχουν εκφυλίσει τη δημόσια διοίκηση καταβαραθρώνοντας την αποτελεσματικότητά της. Στην περίπτωση του στρατού όμως, αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί  καθώς τα αποτελέσματα μπορεί να είναι καταστροφικά.

Η κυβέρνηση ΑΝΕΛ-ΣΥΡΙΖΑ έχει επεκτείνει την ανικανότητά της σε κάθε σφαίρα της πολιτικής. Στη Δημοκρατική Ευθύνη φοβόμαστε πως ο στρατός δεν αποτελεί εξαίρεση.