Βιβλία, πολιτικοί και η αρχή μιας παράδοσης

Βιβλία, πολιτικοί και η αρχή μιας παράδοσης

Του Κυριάκου Αθανασιάδη

Την προηγούμενη εβδομάδα μιλήσαμε για τη «βιβλιοφοβία», τον αδικαιολόγητο, ψυχαναγκαστικό, αγχώδη και έμμονο φόβο για τα βιβλία που ταλαιπωρεί πολλούς ανθρώπους σε όλο τον κόσμο: ολόκληρες μάζες. Η βιβλιοφοβία είναι μακράν η πιο διαδεδομένη φοβία από όλες τις άλλες. Μάλιστα, είναι τόσο διαδεδομένη, ώστε δεν την παρατηρεί πλέον κάποιος. Κανείς δεν της δίνει σημασία και σπανίως μιλά κανείς γι' αυτήν, όπως σε ένα σανατόριο των μέσων του προηγούμενου αιώνα, για παράδειγμα, κανείς από τους ασθενείς δεν μιλούσε ποτέ για το θέμα που τους έφερε όλους εξαρχής εκεί, αυτό το «κρυμμένο γράμμα» πάνω στο τραπέζι: τη φυματίωση — υπήρχαν τόσα άλλα ζητήματα για να ασχοληθεί κανείς.

Η βιβλιοφοβία, όπως και οι ασθένειες του σώματος, δεν γνωρίζει από τάξεις, εισοδήματα ή κοινωνικό στάτους. Μπορεί να χτυπήσει κυριολεκτικά οποιονδήποτε. Μάλιστα, καθώς ζούμε ξανά σε καιρούς κατά τους οποίους φαίνονται να ευνοούνται τα πολύ εύκολα λόγια, τα φληναφήματα, η μωρολογία και οι ανέξοδες υποσχέσεις, οι μπούρδες —έχουμε βέβαια ξαναπεράσει και στο παρελθόν εποχές άνθησης του λαϊκισμού, δεν πρωτοτυπούμε ούτε σε αυτό—, πολλοί από τους πολιτικούς μας είναι επίσης ακραία βιβλιοφοβικοί: βιβλιοφοβικοί τελικού βαθμού.

Παλαιότερα, μέχρι δυο-τρεις δεκαετίες πριν, στους υψηλού επιπέδου πολιτικούς κύκλους της Ευρώπης η ιδέα της βιβλιοφοβίας ήταν πέρα για πέρα άγνωστη και προφανώς εξοβελιστέα, ενώ ακόμη και σήμερα οι μεγάλης ολκής πολιτικοί —όπως, φέρ' ειπείν, η Άνγκελα Μέρκελ ή, από τους νεότερους, ο Εμανουέλ Μακρόν— είναι άνθρωποι του βιβλίου απολύτως, μετέχοντας σε μία ένδοξη χορεία πολιτικών ανδρών και γυναικών που έχτισαν τον κόσμο στον οποίο ζούμε σήμερα, νικώντας πολέμους, τσακίζοντας απολυταρχικές ιδεολογίες και χαρίζοντάς μας μία μακρά, μακρότατη περίοδο ειρήνης και ευημερίας. Και, μιας και ο λόγος για τον Πόλεμο και μετά, νομίζω πως μπορούμε να θυμίσουμε εδώ τους δύο μάλλον πιο χαρακτηριστικούς Ευρωπαίους πολιτικούς εξ όλων αυτών: τον Τσόρτσιλ και τον Χάβελ.

Στην πέρα άκρη του Ατλαντικού, υπάρχει επίσης ανέκαθεν μία βαθύρριζη παράδοση βιβλιοφιλίας στους κύκλους των πολιτικών, και δη των Προέδρων των ΗΠΑ, που ξεκινά από τον Λίνκολν, περνά από τον Ρούσβελτ και φτάνει, στις μέρες μας, μέχρι τον Ομπάμα — για να αναφέρουμε τους τρεις πιο προφανείς. Και δεν φτάνει —φευ— μόνο μέχρι τον Μπαράκ Ομπάμα, αλλά δυστυχώς σταματά σ' αυτόν.

Στην Αμερική έχουν να το λένε — αν και δεν το καυχώνται καθόλου: ο σημερινός τους Πρόεδρος είναι ένας βιβλιοφοβικός του εσχάτου βαθμού. Δεν έχει ποτέ, ούτε καν σκηνοθετημένα, βρεθεί να κρατά ένα βιβλίο στο χέρι, ποτέ μα ποτέ δεν μιλά δημοσίως για βιβλία, ενώ πολλοί πιστεύουν ότι δεν έχει καν την κατάλληλη σκευή για να διαβάσει? δηλαδή —για να το πούμε αλλιώς— για να συγκεντρωθεί και να μπορέσει να αποκωδικοποιήσει ένα κείμενο, οιουδήποτε μεγέθους. Καθώς ο λόγος του είναι χαοτικός και το λεξιλόγιό του πολύ περιορισμένο, κάποιοι φτάνουν στο σημείο να διαδίδουν ότι δυσκολεύεται ακόμη και στην ανάγνωση. Δεν το πιστεύουμε φυσικά αυτό, αλλά και μόνο που διακινείται σαν υποψία φρονούμε ότι αρκεί: είναι ισοδύναμο, πράγματι, με το να μην μπορεί στ' αλήθεια να διαβάσει ο άνθρωπος.

Παρά ταύτα, η ομάδα που λειτουργεί τον λογαριασμό του στο Twitter συχνά-πυκνά αναφέρεται σε βιβλία. Όλα τους είναι πολιτικο-ιστορικές αναλύσεις υπό μορφήν βιβλίου, γραμμένες από ανθρώπους που τον επαινούν. Και για όλα τους ο Πρόεδρος Τραμπ μιλά με τα ίδια πάντα λόγια: τα βιβλία στα οποία υποτίθεται ότι αναφέρεται είναι πάντα «great», «very good», «really good», «really wonderful», «terrific» και «fantastic». Η ομάδα που χειρίζεται τον επίσημο λογαριασμό του προσέχει πάντα να μιμείται όσο καλύτερα γίνεται τον προφορικό του λόγο, και της αξίζουν όλοι οι έπαινοι.

Κι ενώ αυτά συμβαίνουν στην Αμερική, τι γίνεται με εμάς εδώ στην Ελλάδα; Είμαστε καθόλου καλύτερα; Η απάντηση είναι ότι μέχρι πρόσφατα όχι, δεν ήμασταν. Δυστυχώς.

Έχοντας επιλέξει δύο ούλτρα βιβλιοφοβικούς πολιτικούς αρχηγούς κομμάτων να συγκυβερνήσουν επί σχεδόν μία πενταετία, βρεθήκαμε στη δυσάρεστη θέση ο μέχρι πρότινος πρωθυπουργός μας και ο άνθρωπος που τον στήριζε να μην έχουν βρεθεί κοντά σε βιβλίο ποτέ. Ο μεν πρώην Αμύνης σίγουρα ποτέ (ειδαλλιώς θα το θυμόμασταν), ο δε πρωθυπουργός ποτέ των ποτών, εκτός από δύο (αριθμ. 2) περιπτώσεις: όταν του ενεχείρισαν στη Βουλή ένα βιβλίο για τον Βελουχιώτη με προσημειωμένες κάποιες σελίδες με κίτρινα αυτοκόλλητα χαρτάκια, και όταν έκανε πέρυσι, κάπου μετά το Μάτι, τις διακοπές του στο γνωστό γιοτ, οπότε και κάποιος δίπλα του διάβαζε ένα μυθιστόρημα για την εποχή της ιταλικής τρομοκρατίας από αριστερές οργανώσεις (Ερυθρές Ταξιαρχίες και Πρίμα Λίνεα) και το είχε αφήσει στο τραπεζάκι όπου κάπνιζε το πούρο του και ξεκουραζόταν αγναντεύοντας το νερό.

Βεβαίως, αυτά είναι περασμένα-ξεχασμένα. Σωστά. Τώρα τι γίνεται; Επίσης σωστά.

Τώρα, έχουμε μία εντελώς διαφορετική περίπτωση ανθρώπου στο τιμόνι της χώρας. Με δύσκολες και απαιτητικές σπουδές (που τις έκανε όντως και τις ολοκλήρωσε με μεγάλη επιτυχία), με μεγάλη ευχέρεια λόγου, με άνεση στις βασικές γλώσσες κ.ο.κ.: γνωρίσματα όλα τους που όχι απλώς δεν συνάδουν με τη βιβλιοφοβία, αλλά είναι ακριβώς απέναντί της.

Εξ ου και περιμένουμε από αυτόν (έναν Σημίτη της Κεντροδεξιάς;…) πολλά. Για αρχή, τα εξής δύο: (α΄) Περιμένουμε να καταρτίσει και να δημοσιεύσει έναν κατάλογο αξιανάγνωστων βιβλίων, δηλαδή προτάσεών του για αγορά τη σεζόν που μόλις άνοιξε και που θα κορυφωθεί στις Γιορτές, στα χνάρια των ομολόγων του από τα προηγμένα κράτη της Δύσης. Και (β΄) να επισκεφτεί τον Δεκέμβριο, στην αιχμή της αγοραστικής περιόδου, δύο τουλάχιστον βιβλιοπωλεία της επιλογής του: ένα από μία αλυσίδα και ένα ανεξάρτητο.

Θα ήταν μια καλή αλλαγή. Μια παρηγοριά. Και δεν θα ήταν μόνο συμβολικές κινήσεις αυτές, σε καμία περίπτωση. Θα ήταν η αρχή μιας παράδοσης.