Ανέτοιμοι για καθαρή έξοδο

Ανέτοιμοι για καθαρή έξοδο

Του Γεώργιου Κ. Μπήτρου

Όλοι μας, κυβέρνηση, αντιπολίτευση και λαός, ύστερα από οκτώ χρόνια λιτότητας και απωλειών εθνικής κυριαρχίας είναι εύλογο ότι επιθυμούμε να βγούμε από την κατάσταση στην οποίαν έχουμε περιέλθει το συντομότερο δυνατό.

Αλλά πριν αφήσουμε την επιθυμία μας να καθοδηγήσει τις κοινωνικές επιλογές μας, οφείλουμε με σεβασμό στις θυσίες που οι πολίτες υποστήκαμε να σκεφθούμε εάν συντρέχουν οι προς τούτο προϋποθέσεις, ώστε να αποφευχθεί με υψηλή πιθανότητα η περίπτωση να χειροτερεύσει η θέση μας. Με τις παρακάτω σκέψεις επιθυμώ να μεταφέρω προς πάσα κατεύθυνση την αγωνία μου για τις συνθήκες που επικρατούν στην οικονομία μας. Δυστυχώς, απέχουν πάρα πολύ από το να ευνοούν μια ασφαλή έξοδο της χώρας μας στις διεθνείς χρηματαγορές, ώστε λόγοι στοιχειώδους πρόνοιας συνιστούν να μην παρασυρθούμε.

Ο κύριος λόγος για τον οποίο εκτιμώ ότι η οικονομία μας είναι ανέτοιμη να αντέξει τη δοκιμασία των διεθνών χρηματαγορών είναι ότι η μακροχρόνια τάση της παραγωγικότητας ανά ώρα εργασίας συνεχίζει να είναι πτωτική. Κανονικά, μετά την τεράστια ανεργία που προκάλεσε η άνευ προηγουμένου δημοσιονομική προσαρμογή, ο δείκτης αυτός έπρεπε να έχει ήδη γυρίσει έντονα ανοδικά. Για να επιβεβαιώσει ένας δύσπιστος αναγνώστης αυτή την εκτίμηση, ας δει τι συνέβη στην Πορτογαλία, στην Ισπανία και την Κύπρο. Σ' αυτές τις χώρες, με μικρότερη δημοσιονομική προσαρμογή, η παραγωγικότητα της εργασίας αυξάνεται αδιάλειπτα. Το ερώτημα λοιπόν που προκύπτει είναι γιατί, με εξαίρεση μια δειλή ανοδική κίνηση κατά τα έτη 2013-2014, ο δείκτης της παραγωγικότητας της εργασίας συνεχίζει να κινείται έντονα καθοδικά.

Αν και υπάρχουν περισσότεροι λόγοι που εξηγούν την αινιγματική συμπεριφορά του δείκτη αυτού, θα αρκεστώ στους ακόλουθους:

• Τα τελευταία οκτώ χρόνια μερικές εκατοντάδες χιλιάδες νέων και έμπειρων στελεχών και εργαζομένων μετανάστευσαν στο εξωτερικό.

• Το ίδιο διάστημα, λόγω επιβράδυνσης των επενδύσεων, κυρίως στον ιδιωτικό τομέα, δεν έγινε επέκταση και ανανέωση του κεφαλαιακού αποθέματος της οικονομίας. Το κεφαλαιακό απόθεμα συρρικνώθηκε.

• Αντί ανθρώπινο δυναμικό να μετακινηθεί από τον λιγότερο παραγωγικό δημόσιο τομέα στον πλέον παραγωγικό ιδιωτικό, συνέβη το αντίθετο.
• Με την αβεβαιότητα της απασχόλησης που προκλήθηκε, οι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα θα περιμέναμε να εντείνουν την απόδοσή τους. Εντούτοις, λόγω της σοβαρής μείωσης των αμοιβών, δεν αποκλείεται ότι είχαμε χαλάρωση.

Εξαιτίας των ανωτέρω και της πλήρους αποτυχίας του πολιτικού μας συστήματος να εφαρμόσει τις συμφωνηθείσες μεταρρυθμίσεις, η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μας υστερεί, οπότε ο κίνδυνος να οπισθοδρομήσουμε είναι εξαιρετικά υψηλός.

 

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο στις 14 Μαΐου.