Την πρωτοκαθεδρία στην παγκόσμια αγορά κομπόστας ροδάκινου εξακολουθεί να κατέχει η Ελλάδα την τελευταία διετία, διατηρώντας με διαφορά την πρώτη θέση στις εξαγωγές και τη δεύτερη στην παραγωγή, με την Κίνα να κινείται ακριβώς αντίστροφα, σύμφωνα με όσα αναφέρει σε έκθεσή της η Ένωση Κονσερβοποιών Ελλάδας (ΕΚΕ).
Η χώρα μας έχει πλέον καθιερωθεί ως στρατηγικός παίκτης σε έναν έντονα ανταγωνιστικό τομέα, διατηρώντας ισχυρή παρουσία στις διεθνείς αγορές, χάρη στην ποιότητα και την αξιοπιστία των προϊόντων της.
Το CanCon16 και η διεθνής συμμετοχή
Τα παραπάνω προκύπτουν από το 16ο Παγκόσμιο Συνέδριο Παραγωγών και Μεταποιητών Φρούτων - Κομπόστας Ροδάκινου «CanCon16», το οποίο πραγματοποιήθηκε από τις 26 Αυγούστου έως τις 3 Σεπτεμβρίου στο Πεκίνο και την επαρχία Shandong της Κίνας, όπως αναφέρει σε σημερινή ανακοίνωσή της η ΕΚΕ. Την Ελλάδα εκπροσώπησαν ο πρόεδρος της ΕΚΕ Κώστας Αποστόλου και το μέλος του Δ.Σ. Νίκος Χριστοδούλου, ενώ συμμετείχαν εκπρόσωποι από τις οκτώ βασικές παραγωγούς χώρες: Αργεντινή, Βραζιλία, Ελλάδα, ΗΠΑ, Κίνα, Ισπανία, Νότια Αφρική και Χιλή.
Η πρωτιά δεν είναι δεδομένη - Αναγκαίες στρατηγικές για διατήρηση της θέσης
Η ΕΚΕ τονίζει στην ανακοίνωσή της πως παρότι η πρωτιά είναι γεγονός δεν είναι εξασφαλισμένη, και σημειώνει ότι η διατήρηση της θέσης ισχύος της Ελλάδας προϋποθέτει στρατηγικό σχεδιασμό, ταχύτητα και συνεχή εξέλιξη σε όλα τα στάδια της αλυσίδας, από το χωράφι μέχρι το ράφι, με αποδοτικότητα, καινοτομία και ανταγωνιστικότητα. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά, η τεχνολογική αναβάθμιση, η βελτίωση των αποδόσεων και η αδιαπραγμάτευτη ποιότητα είναι μονόδρομος. Προστίθεται ακόμη ότι το συμπύρηνο ροδάκινο παραμένει βασικός πυλώνας της οικονομίας της Πέλλας, της Ημαθίας και των γύρω περιοχών, και για να συνεχίσει να στηρίζει την τοπική οικονομία απαιτούνται στοχευμένες στρατηγικές, επενδύσεις και προσαρμογή στις εξελίξεις της διεθνούς αγοράς.
Η εικόνα της Ελλάδας - Σταδιακή μείωση εκτάσεων, έντονες διακυμάνσεις στην παραγωγή
Σύμφωνα με την ΕΚΕ, η Ελλάδα μείωσε την τελευταία διετία τις καλλιεργούμενες εκτάσεις συμπύρηνου ροδακίνου στα 178.000 στρέμματα (με βάση τα στοιχεία του ΟΣΔΕ για το 2024), ενώ αναμένεται περαιτέρω μείωση το 2025. Η παραγωγή παρουσιάζει έντονες διακυμάνσεις λόγω καιρικών συνθηκών - το 2024 έφτασε τους 400.000 τόνους, ενώ για φέτος εκτιμάται στους 250.000.
Η εικόνα στις υπόλοιπες χώρες
Όπως προέκυψε από τις εργασίες του συνεδρίου και γνωστοποιεί με την ανακοίνωσή της η ΕΚΕ, στην Κίνα η παραγωγή ανήλθε σε 633.000 τόνους το 2024 και η πρόβλεψη για φέτος είναι σε 478.000. Μεταποίηση κυρίως σε γυάλινα βάζα, εξαγωγές σε 150.000 τόνους προς ΗΠΑ και Ιαπωνία. Η Κίνα παραμένει ο πρώτος παραγωγός επιτραπέζιου ροδακίνου παγκοσμίως με πάνω από 16 εκατ. τόνους.
Στην Αργεντινή, η καλλιέργεια βαίνει μειούμενη και διαμορφώνεται στα 32.000 στρ., με σταθερή την παραγωγή σε 110.000 - 120.000 τόνους. Αυτό επιτυγχάνεται λόγω των υψηλών αποδόσεων που έχουν οι νέες ποικιλίες (8-9 τόνους/στρ.), όταν ο μέσος όρος είναι 5 τόνους/στρ.
Στη Βραζιλία καταγράφεται ελαφρά μείωση έκτασης και παραγωγής, χαμηλές αποδόσεις, κομπόστα: 1,5 εκατ. χαρτοκιβώτια. Η χώρα αποτελεί έναν μελλοντικό προορισμό για την ελληνική κομπόστα (μετά τη συμφωνία Ε.Ε. - MERCOSUR).
Στην Ισπανία, μεγάλο μέρος παραγωγής καταναλώνεται ως φρέσκο, με τη μεταποίηση να διαμορφώνεται σε 2,8 εκατ. χαρτοκιβώτια και τις εξαγωγές να αποτελούν το 30%.
Στις ΗΠΑ παραμένει σταθερή η παραγωγή σε 200.000 τόνους, με την πτώχευση της DELMONTE USA να επηρεάζει την αγορά, ενώ πρόσθετα προβλήματα προκύπτουν από δασμούς και μειωμένα κρατικά κονδύλια.
Στη Νότια Αφρική συνεχίζει η πτωτική πορεία καλλιέργειας (35.500 στρ. το 2025 από 42.000 το 2021), με την παραγωγή σε 140.000 τόνους, τις εξαγωγές στο 85% και την κομπόστα στα 1,8-2 εκατ. χαρτοκιβώτια.
Στη Χιλή, η καλλιέργεια παραμένει σταθερή σε 45.000 στρ. με την παραγωγή σε 150.000 τόνους, την κομπόστα στα 2,8 εκατ. χαρτοκιβώτια και τις εξαγωγές σε 1,8 εκατ. χαρτοκιβώτια. Καταγράφεται πάντως σημαντική μείωση σε συμπυκνωμένο χυμό (20.000 - 23.000 τόνοι).
Η επόμενη διοργάνωση του παγκόσμιου συνεδρίου CanCon προγραμματίζεται για το 2027, με τη Νότια Αφρική να έχει αναλάβει τη φιλοξενία, όπως επισημαίνει στην ανακοίνωσή της η ΕΚΕ.