Η τηλεφωνική συνομιλία μεταξύ του Κινέζου και του Αμερικανού προέδρου την προηγούμενη εβδομάδα φαίνεται πως έφερε αποτέλεσμα.
Προχθές Τετάρτη, ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε με μεγάλη του χαρά πως οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των δύο αντιπροσωπειών στο Λονδίνο κατέληξαν σε ένα βασικό πλαίσιο συνεννόησης.
Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις των δύο πλευρών η Κίνα θα άρει άμεσα τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπανίων γαιών και μαγνητών, για τουλάχιστον έξι μήνες.
Από την άλλη μεριά, οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να δέχονται Κινέζους φοιτητές στα ανώτατα εκπαιδευτικά τους ιδρύματα.
Η συμφωνία θα τεθεί σε ισχύ αμέσως μόλις υπογραφεί από τους δύο προέδρους.
Όπως πάντα, οι αμερικανικές ανακοινώσεις έχουν έντονο το στοιχείο της θριαμβολογίας αλλά και πολλές ασάφειες πάνω σε σημαντικά ζητήματα. Κάτι που δεν είναι σαφές είναι το πότε θα αρχίσουν οι ΗΠΑ να εξετάζουν την αλλαγή της στάσης του πάνω στο θέμα των περιορισμών που έχουν επιβάλει στις εξαγωγές σημαντικών προϊόντων προς την Κίνα.
Διαβάζοντας τις αναρτήσεις του Ντόναλντ Τραμπ και τις δηλώσεις των υπόλοιπων Αμερικανών αξιωματούχων, βγαίνει το συμπέρασμα πως μόλις οι ΗΠΑ βεβαιωθούν πως οι σπάνιες γαίες έρχονται προς τις ΗΠΑ, θα εξετάσουν την πιθανότητα άρσης των περιορισμών στις εξαγωγές κινητήρων για αεροπλάνα και στις εξαγωγές αιθανίου, τουλάχιστον σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της Wall Street Journal.
Αν συμβεί αυτό, θα πρόκειται για μια κινεζική επιτυχία, καθώς η ηγεσία της έχει θέσει ως βασικό σκοπό της να αλλάξει την αμερικανική στάση σε αυτόν τον τομέα. Βέβαια, όπως δήλωσε ο υπουργός εμπορίου Χάουαρντ Λάτνικ, κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται να γίνει στον πολύ κρίσιμο τομέα των μικροεπεξεργαστών τελευταίας τεχνολογίας.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις πολλών αναλυτών και δημοσιογράφων, η συμφωνία του Λονδίνου φαίνεται να δίνει περισσότερα πράγματα στην κινεζική παρά στην αμερικανική πλευρά. Μπορεί ο Ντόναλντ Τραμπ να τόνισε πως η κυβέρνησή του δεν έκανε καμία υποχώρηση στον τομέα των δασμών, οι οποίοι παραμένουν κοντά στο 55% για ένα πλήθος κινεζικών προϊόντων, για να παρουσιάσει την συμφωνία σαν προσωπική του επιτυχία, αλλά η κατάσταση είναι λίγο διαφορετική.
Από την στιγμή που η κινεζική πλευρά δεσμεύεται να άρει τους περιορισμούς στις εξαγωγές σπανίων γαιών και μαγνητών για έξι μόνο μήνες, είναι μάλλον φανερό πως μία οριστική διευθέτηση του θέματος εξαρτάται από το πόσο πολύ θα υποχωρήσει η αμερικανική πλευρά.
Ίσως, όχι τόσο στο θέμα του ύψους των δασμών αλλά σε αυτό των διαφόρων απαγορεύσεων στις αμερικανικές εξαγωγές προς την Κίνα. Σύμφωνα με τον διεθνή Τύπο, οι περιορισμοί αυτοί, οι οποίοι έχουν επιβληθεί σε πολλούς τομείς από την πρώτη θητεία του Τραμπ αλλά και την θητεία του Τζο Μπάιντεν, βρέθηκαν στην καρδιά των διαπραγματεύσεων στη Γενεύη και το Λονδίνο και προβλέπεται να παραμείνουν εκεί κατά την διάρκεια των εκτεταμένων συνομιλιών που αναμένεται να λάβουν χώρα από εδώ και στο εξής.
Τα προϊόντα που πονάνε πιο πολύ την κινεζική πλευρά είναι κυρίως αυτά στα οποία επέβαλε περιορισμούς η κυβέρνηση Μπάιντεν, ειδικά στον τομέα της υψηλής τεχνολογίας. Πρόκειται για προϊόντα όπως οι μικροεπεξεργαστές αλλά και λογισμικό και ευρεσιτεχνίες, ειδικά σε ό,τι έχει σχέση με την Τεχνητή Νοημοσύνη.
Κατά την άποψη ειδικών που μίλησαν στο Barron’s, η κυβέρνηση Τραμπ θα μπορούσε να άρει κάποιους από αυτούς τους περιορισμούς στα πλαίσια της επανεξέτασης των διαφόρων αποφάσεων του προκατόχου του και να τις παρουσιάσει ως διόρθωση των λαθών του Μπάιντεν και όχι ως κάποια υποχώρηση απέναντι στην Κίνα.
Είναι λογικό πάντως να υποθέσουμε πως η εξάμηνη διάρκεια στην χαλάρωση της κινεζικής στάσης στο θέμα των σπάνιων γαιών αποτελεί ένα είδος δοκιμής.
Σε αυτή την περίπτωση, είναι επίσης λογικό να υποθέσουμε πως οι Κινέζοι μάλλον έχουν το πάνω χέρι στις διαπραγματεύσεις. Δεν πρέπει να ξεχνάμε τις φωνές ανησυχίας από πλήθος δυτικών αυτοκινητοβιομηχανιών μόλις άρχισε να μειώνεται η ροή σπανίων γαιών από την Κίνα.
Όπως είπαμε παραπάνω, δεν ξέρουμε πολλές λεπτομέρειες σχετικά με το τι συμφωνήθηκε στο Λονδίνο. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο ότι οι δύο πλευρές δεν θέλουν να ανοίξουν τα χαρτιά τους δημοσίως, μπορεί όμως και να οφείλεται στο γεγονός ότι δεν υπάρχουν και πολλές λεπτομέρειες, πέρα από το γενικό πλαίσιο που ανακοινώθηκε.
Ό,τι και να ισχύει, η αλήθεια είναι πως δεν είναι εύκολο ούτε φρόνιμο να προσπαθήσουμε να βγάλουμε πολλά συμπεράσματα από αυτή την συμφωνία. Ούτε για τις εμπορικές σχέσεις των δύο υπερδυνάμεων ούτε για τις αντίστοιχες των ΗΠΑ με τις υπόλοιπες χώρες του κόσμου.
Επιστρέφοντας στις εκτιμήσεις του διεθνούς Τύπου, κρατάμε αυτό το ιδιαίτερο κινεζικό ενδιαφέρον για τους διάφορους περιορισμούς στις εξαγωγές αμερικανικών προϊόντων προς την Κίνα.
Οι περιορισμοί αυτοί έχουν προκαλέσει έντονες κινεζικές διαμαρτυρίες και φαίνεται πως ο επιθετικός τρόπος με τον οποίον κινήθηκε η αμερικανική πλευρά ανεβάζοντας τους δασμούς σε δυσθεώρητα ύψη έδωσε στους Κινέζους την ευκαιρία να παίξουν το χαρτί των σπανίων γαιών, όχι τόσο για να αντιδράσουν απέναντι στους δασμούς αλλά για να βάλουν στο τραπέζι των συζητήσεων κάτι που δεν μπορούσαν να φέρουν μόνοι τους.
Το τι θα γίνει στην συνέχεια μεταξύ των δύο μερών θα εξαρτηθεί κυρίως από αυτό το ζήτημα και όχι τόσο από τους δασμούς. Είναι αρκετά πιθανόν τελικά να δούμε αρκετές επί μέρους συμφωνίες πάνω σε διάφορα κρίσιμα προϊόντα και όχι μία συνολική ρύθμιση των εμπορικών σχέσεων των δύο πλευρών.
Αυτή είναι η άποψη της Henrietta Treyz, επικεφαλής του τμήματος οικονομικών μελετών της Veda Partners, όπως την διαβάσαμε στο Barron’s. Η Treyz πιστεύει πως η Κίνα βρίσκεται σε πλεονεκτική θέση απέναντι στις ΗΠΑ λόγω της αμερικανικής ανάγκης για κρίσιμα ορυκτά υλικά.
Κατά την άποψή της όμως, αυτό δεν ισχύει για τις περισσότερες άλλες χώρες. Της Ινδίας πιθανώς εξαιρουμένης, καθώς οι ΗΠΑ την χρειάζονται σαν μία εναλλακτική λύση απέναντι στην Κίνα και πιθανώς να δεχτούν την παραμονή των δασμών στα ινδικά προϊόντα στο 10%.
Το τι θα γίνει όμως με όλες τις υπόλοιπες χώρες είναι πολύ δύσκολο να προβλεφθεί. Αν πιστέψουμε τον Αμερικανό πρόεδρο, σύντομα θα αρχίσει η αποστολή επιστολών προς τους εμπορικούς εταίρους. Όπως δήλωσε προχθές Τετάρτη, «σε περίπου δύο εβδομάδες θα αρχίσουμε να ενημερώνουμε τους εταίρους μας για το ύψος των δασμών που έχουμε αποφασίσει να επιβάλουμε στα προϊόντα τους».
Αν έχουμε μάθει κάτι τους τελευταίους μήνες είναι να μην παίρνουμε τοις μετρητοίς τις δηλώσεις και ιδίως τις απειλές του Αμερικανού προέδρου σχετικά με τους δασμούς. Αυτό δεν σημαίνει όμως πως θα πρέπει να εφησυχάζουμε. Αν υποθέσουμε πως η Κίνα και η Ινδία, όπως και πριν λίγο το Ηνωμένο Βασίλειο, θα καταφέρουν να συνεννοηθούν έστω και προσωρινά με τις ΗΠΑ, είναι δύσκολο να πιστέψουμε πως κάτι τέτοιο θα γίνει για όλες τις χώρες.
Κάποια στιγμή θα δούμε λογικά την αμερικανική ηγεσία να χτυπά πραγματικά με δύναμη κάποιον εμπορικό της εταίρο με δυσβάστακτους δασμούς και να επιμένει σε αυτούς για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Είναι κάτι που δύσκολα θα αποφευχθεί, καθώς οι ΗΠΑ θα πρέπει να δείξουν και το σκληρό διαπραγματευτικό τους πρόσωπο. Κάποια στιγμή θα πρέπει να φανεί πως τιμωρεί τους εταίρους που δεν σπεύδουν να συμμορφωθούν στις υποδείξεις τους. Δεν μπορούμε να προβλέψουμε πότε θα γίνει κάτι τέτοιο αλλά αν είναι να γίνει θα γίνει όταν λήξει κάποια προθεσμία διαπραγμάτευσης. Καθώς η 9η Ιουλίου είναι η μέρα που λήγει η προθεσμία 90 ημερών που έδωσε τον Απρίλιο ο Ντόναλντ Τραμπ σε όλους σχεδόν τους εμπορικούς του εταίρους, είναι μία ημερομηνία που μπορεί να αποδειχθεί πολύ σημαντική.
Ανεξάρτητα πάντως από το πόσο σημαντική θα αποδειχθεί η 9η Ιουλίου, είναι γεγονός πως παρά το ότι οι δύο μεγαλύτερες παγκόσμιες οικονομικές δυνάμεις φαίνεται να έχουν πετύχει μία στοιχειώδη συνεννόηση, η συμφωνία του Λονδίνου δεν μας βοηθά να αποκτήσουμε μία καλύτερη εικόνα για την κατάληξη των διεργασιών σχετικά με τους δασμούς Τραμπ. Όπως ανέφερε και ο τίτλος μίας παλιάς ελληνικής ταινίας: «Ορατότης μηδέν».