«Βιτζιλάντες» στην ΑΣΟΕΕ

Ευτυχώς που έχουμε… «χούντα Κούλη» που λένε τα τρολ του ΣΥΡΙΖΑ και τα αποτρέπει αυτά! Χθες οι κουκουλοφόροι στην ΑΣΟΕΕ δεν ξυλοκόπησαν μόνο τον καθηγητή αλλά χτύπησαν και φοιτητές, οι οποίοι προσπάθησαν να τον προστατέψουν!

Το περιστατικό ήρθε μετά τη αντίδραση για την ανακατάληψη της επί 34 χρόνια (!) κατάληψης του Βιολογικού στο ΑΠΘ, και δύο μέρες μετά την εκτύπωση κηδειόχαρτου για τον πρύτανη Νίκο Παπαϊωάννου, ο οποίος ήταν υπέρ της ανακατάληψης του χώρου-χαβούζας, και απόδοσής του στο πανεπιστήμιο προκειμένου να επεκταθεί η βιβλιοθήκη!

Σε αυτό αναφέρονταν φράσεις όπως «επέλεξε να ανοίξει τον τάφο του» και «η σορός του θα βρίσκεται κάτω από τα μπάζα της κατάληψης στο Στέκι στο Βιολογικό»!

Και βέβαια δεν έχει ξεθωριάσει εντελώς η φρικώδης εικόνα που είχαν αναρτήσει άγνωστοι σε ιστοσελίδα αντιεξουσιαστικού χώρου από την επίθεση που έκαναν στο γραφείο του πρύτανη της ΑΣΟΕΕ, Δημήτρη Μπουραντώνη τον Οκτώβριο του 2020, τότε που του πέρασαν στον λαιμό ταμπέλα που έγραφε «αλληλεγγύη στις καταλήψεις». Θα ήταν περήφανοι… οι πολεμιστές του ISIS.

Χθες στα social media έσπευσαν διάφοροι αυτόκλητοι προστάτες της «λαϊκής ηθικής» να δικαιολογήσουν τον ξυλοδαρμό, επειδή ο καθηγητής καταγγέλλεται για ποικίλες παρεκτροπές. Όμως υπάρχουν όργανα της συντεταγμένης Πολιτείας να επιληφθούν επί των καταγγελλόμενων ανομημάτων του.

Ποιος τους εξουσιοδότησε να επιβάλουν «δικαιοσύνη» κατά προσωπική τους βούληση; Με ποιο ηθικό, νομικό, πολιτειακό δικαίωμα υποδύονται τους βιτζιλάντες της άγριας Δύσης και παίρνουν τον «νόμο στα χέρια τους»;

Οι χύδην θιασώτες των λαϊκών δικαστηρίων στα σόσιαλ μήντια, που νομίζουν ότι ο ξυλοδαρμός είναι ένα είδος λαϊκής δικαιοσύνης, ως χύμα και ανιστόριτοι που είναι τους διαφεύγει ότι και τα αγαπημένα τους λαϊκά δικαστήρια είχαν μια τύποις δική τους «νομιμοποίηση». Ήταν οργανωτικό αντικαθρέφτισμα των αστικών δικαστηρίων, υπήρχε πρόεδρος, εισαγγελείς και μάρτυρες -υποτυπώδους- υπεράσπισης. Προειλημμένες μεν οι αποφάσεις τους αλλά τα προσχήματα τα κρατούσαν.

Δεν ήταν 10 τραμπούκοι που μόνοι τους αποφάσισαν να το παίξουν λαϊκοί εκδικητές εκ του ασφαλούς και σε χώρο αφύλακτο, όπως αυτός ενός πανεπιστημίου. Ούτε ήταν πέντε εντεταλμένοι τραμπούκοι (αν υποθέσουμε ότι ήταν επαγγελματίες εντεταλμένοι από συναδέλφους του καθηγητή να τον δείρουν).

Ακόμη και ποινικής φύσεως να είναι τα αίτια της επίθεσης ή αν ακόμη και η δικαστική εκδίκαση της υπόθεσής τους μακρηγορούσε (ενώ όλες οι άλλες δικαστικές υποθέσεις στην Ελλάδα ως γνωστόν διεκπεραιώνονται στο άψε - σβήσε), το γεγονός παραμένει: Εισήλθαν με κουκούλες σε πανεπιστημιακό χώρο εν ώρα μαθήματος και χτύπησαν καθηγητή, επειδή έτσι γούσταραν και επειδή τους έπαιρνε. Πουθενά στον κόσμο, πλην της εγχώριας Βαλκανίας.

Και υπάρχει το πλήθος που δικαιολογεί στα σόσιαλ μήντια την επίθεση αναφερόμενο στο «ποιόν» του καθηγητή. Με τέτοια λαϊκή υποστήριξη καλά κάνουν οι τραμπούκοι και το παίζουν βιτζιλάντες. Αλλά και όταν τα λες αυτά, η εύκολη απάντηση είναι πως υπερασπίζεσαι τον συγκεκριμένο καθηγητή και όσα του καταμαρτυρούν.

Και φυσικά είναι αστεία τα κροκοδείλια δάκρυα των πρυτανικών αρχών που ζητούν να παραπεμφθούν στη δικαιοσύνη οι δράστες, όταν όχι απλώς δεν ήθελαν την πανεπιστημιακή αστυνομία, αλλά είναι υπερευαίσθητοι σε κάθε δράση της αστυνομίας στον πανεπιστημιακό χώρο. Πάλι κατά παγκόσμια πρωτοτυπία στην εγχώρια βαλκανική.

Υποτίθεται ότι θεσμικό πλαίσιο υπάρχει και επιτρέπει στην αστυνομία να επέμβει. Το κάνει μόνο όταν... λείπουν οι μπάχαλοι με το αιτιολογικό ότι αν μπουν θα δημιουργηθούν επεισόδια. Όπως πρόσφατα που έδειραν φοιτητές γιατί δεν ήταν της ιδεολογικής αρεσκείας τους. Κατανοητό εν μέρει αφού υπάρχει (ή μάλλον υπήρχε) μια κοινή γνώμη να εκλαμβάνει κάθε δράση της αστυνομίας ως αστυνομοκρατία.

Τελευταία αυτό το τείχος ανοχής έχει διαβρωθεί, γιατί οι καταχραστές του ασύλου απλώς το παράκαναν και υπέσκαψαν τα θεμέλια του τείχους που τους προστάτευε. Κούρασαν την κοινωνία με την αυθαιρεσία τους.

Η κατάσταση ξεκίνησε με τον νόμο του 1982 για το πανεπιστημιακό άσυλο. Όμως τότε υπήρχε άλλη πολιτική ωριμότητα και άλλη αυτοσυγκράτηση (και κομματική) εκ μέρους των πολιτικών νεολαιών που έδιναν τον τόνο στην περιφρούρησή του.

Στην πάροδο του χρόνου εκφυλίστηκε. Τη διαχείρισή του ανέλαβαν ομάδες των -κάπως- ιδεολόγων αναρχικών, αλλά στη συνέχεια έγινε το προστατευτικό κέλυφος που κάλυπτε κάθε παρανομία, από τη διακίνηση ναρκωτικών και την καβάντζα λαθρεμπορίου, ως τον τραμπουκισμό έναντι οποιουδήποτε δεν είναι αρεστός στις ολιγάριθμες δυναμικές ομάδες.

Η κυβέρνηση έχει δουλειά μπροστά της. Δεν υπαναχώρησε απλώς στο θέμα της πανεπιστημιακής αστυνομίας. Δείχνει να υπαναχώρησε εντελώς στο θέμα «βία στα πανεπιστήμια».