Στιγμιότυπο από την προσαγωγή του Έβαν Γκερσκόβιτς (AP Photo/Alexander Zemlianichenko)
Υπόθεση Γκερσκόβιτς (WSJ): Αναβιώνουν οι δίκες της Μόσχας

«Κλειστές» δίκες και σχεδόν βέβαιες καταδίκες περιμένουν τους κατηγορούμενους για κατασκοπεία στη Ρωσία του Βλαντιμίρ Πούτιν. Απέναντι σε αυτή την πραγματικότητα, ένα δικαστικό σύστημα που αποτελεί επί της ουσίας εργαλείο κρατικού ελέγχου, βρίσκεται ο ανταποκριτής της Wall Street Journal, Έβαν Γκερσκόβιτς, σε έναν «γολγοθά» που μόλις αρχίζει για τον πρώτο Αμερικανό δημοσιογράφο που συλλαμβάνεται στη Ρωσία με κατηγορίες κατασκοπείας από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου.

«Όμηρος» και «διαπραγματευτικό χαρτί» της Μόσχας ως φαίνεται έναντι των Ηνωμένων Πολιτειών, ο ηλικίας 31 ετών Έβαν Γκερσκόβιτς κινδυνεύει με ποινή 20ετούς κάθειρξης για «κατασκοπεία προς το συμφέρον της αμερικανικής κυβέρνησης», σύμφωνα με το ρωσικό «κατηγορώ» που δεν συνοδεύεται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Ο δημοσιογράφος έχει προφυλακιστεί και κρατείται σε φυλακή της Μόσχας, όπου και μεταφέρθηκε μετά τη σύλληψή του στο Εκατερίνεμπουργκ στα Ουράλια ενώ έκανε ρεπορτάζ -διαθέτοντας διαπίστευση από το ρωσικό υπουργείο Εξωτερικών.

Τα μέσα υπεράσπισης έναντι κατηγοριών κατασκοπείας που «προσφέρει» η ρωσική δικαιοσύνη είναι ελάχιστα έως μηδαμινά, με την καταδίκη στην πραγματικότητα να προεξοφλείται. Ποσοστό μικρότερο του 1% των κατηγορούμενων αθωώνεται, στατιστική που έχει παραμείνει στάσιμη με την πάροδο των ετών και στην οποία αναφέρονται ευρέως νομικοί εμπειρογνώμονες και το υπουργείο Εξωτερικών των Ηνωμένων Πολιτειών. Ακόμη και στις εξαιρετικά σπάνιες περιπτώσεις που αθωωθούν οι κατηγορούμενοι, οι εισαγγελείς μπορούν να ασκήσουν έφεση κατά της απόφασης.

Σε μία «ακτινογραφία» του ρωσικού δικαστικού συστήματος, το οποίο φέρει τα φέρει τα χαρακτηριστικά δυτικών νομικών συστημάτων αλλά απέχει μακράν από την απονομή δικαιοσύνης, η Wall Street Journal αναφέρει πως ο ανταποκριτής της δικαιούται συνήγορο υπεράσπισης, όμως είναι άγνωστο πότε θα επιτραπεί να συνομιλήσει μαζί του, και οι συζητήσεις θα παρακολουθούνται. Αμερικανοί διπλωμάτες προβλέπεται ότι θα έχουν πρόσβαση στον προφυλακισμένο δημοσιογράφο, αλλά είναι επίσης άγνωστο πότε.

Η ρωσική νομοθεσία εγγυάται στους κατηγορούμενους το δικαίωμα σε ανοιχτή δίκη ενώπιον σώματος ενόρκων, όμως οι εξαιρέσεις που προβλέπονται για υποθέσεις κατασκοπείας «δείχνουν» σε «μυστική δίκη» του κ. Γκέρσκοβιτς ενώπιον δικαστή. Βάσει πρόσφατης έκθεσης του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Ρωσία, οι συγκεκριμένοι δικαστές «τελούν υπό την επιρροή της εκτελεστικής εξουσίας, των Ενόπλων Δυνάμεων και άλλων δυνάμεων ασφαλείας, ιδίως όταν πρόκειται για πολιτικά ευαίσθητα υποθέσεις». 

Υπό αυτό το πρίσμα είναι σαφές πως η αποφυλάκιση του Έβαν Γκερσκόβιτς είναι πιθανότερο πως μπορεί να επιτευχθεί μέσω διαπραγμάτευσης για την ανταλλαγή κρατουμένων -όπως στις περιπτώσεις του πρώην πεζοναύτη Τρέβορ Ριντ και της μπασκετμπολίστριας Μπρίτνι Γκράινερ- και όχι διά της δικαστικής οδού. Θα πρόκειται, εντούτοις, για μία διαπραγμάτευση μακρά και δίχως εγγυημένη έκβαση για τον δημοσιογράφο της WSJ, ο οποίος έχει εργαστεί κατά το παρελθόν για τις εφημερίδες New York Times και Moscow Times, καθώς και για το Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων (AFP). Κατόπιν της έναρξης του πολέμου στην Ουκρανία, οι ΗΠΑ έχουν διαπραγματευτεί ανοιχτά με τη Ρωσία για την απελευθέρωση Αμερικανών πολιτών· και ενώ στις περιπτώσεις των Ριντ και Γκράινερ η έκβαση ήταν επιτυχής (με τις ΗΠΑ να «δίνουν» σε αντάλλαγμα τον διαβόητο έμπορο όπλων Βίκτορ Μπουτ), ο πρώην πεζοναύτης Πολ Γουίλαν παραμένει πίσω.

Ο πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στα Ηνωμένα Έθνη Μπιλ Ρίτσαρντσον, ο οποίος είχε μεσολαβητικό ρόλο στις διαπραγματεύσεις για την απελευθέρωση της Μπρίτνι Γκράινερ, διακρίνει πίσω από τη σύλληψη Γκερσκόβιτς την επιδεινούμενη σχέση μεταξύ ΗΠΑ-Ρωσίας που έχει ουσιαστικά φθάσει στο ναδίρ, μία «επιπόλαια» χρήση της βαριάς κατηγορίας της κατασκοπείας εκ μέρους της ρωσικής πλευράς όπως στην περίπτωση του Πολ Γουίλαν, καθώς και πράξη «αντιποίνων» για την περίπτωση του διωκόμενου από τις ΗΠΑ Σεργκέι Τσερκάσοφ, Ρώσου κατασκόπου κατά το FBI που εμφανιζόταν ως Βραζιλιάνος φοιτητής. Ο Μπιλ Ρίτσαρντσον κάνει λόγο, μιλώντας στο δίκτυο CNN, για μία πολύ ανησυχητική κλιμάκωση στο ζήτημα των Αμερικανών που συλλαμβάνονται και κρατούνται όμηροι ανά τον κόσμο, με την Wall Street Journal από πλευράς της να επισημαίνει πως η σύλληψη του ανταποκριτή της σηματοδοτεί μία νέα εποχή «διπλωματίας των ομήρων».

«Πρόκειται για την πιο στοχευμένη ομηρία που μπορείτε να φανταστείτε», σημειώνει την ίδια στιγμή ο Τζον Μπόλτον, ο οποίος είχε διατελέσει σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας επί διακυβέρνησης Ντόναλντ Τραμπ, μιλώντας για «πράξη κρατικής τρομοκρατίας» ώστε να ασκηθεί πίεση στον Αμερικανό πρόεδρο Τζο Μπάιντεν.

Η αμερικανική κυβέρνηση έχει χαρακτηρίσει απαράδεκτη την κράτηση του Έβαν Γκερσκόβιτς· «αφήστε τον να φύγει» έχει δηλώσει ο πρόεδρος των Τζο Μπάιντεν, ενώ υπήρξε και σχετική, ατελέσφορη, τηλεφωνική επικοινωνία των επικεφαλής διπλωματίας ΗΠΑ και Ρωσίας, Άντονι Μπλίνκεν και Σεργκέι Λαβρόφ, αντίστοιχα. Την απελευθέρωση Έβαν Γκερσκόβιτς έχουν ζητήσει δυτικές κυβερνήσεις και ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ. «Η δημοσιογραφία δεν είναι έγκλημα. Η Ρωσία πρέπει να απελευθερώσει τον Έβαν Γκερσκόβιτς. Οι δημοσιογράφοι δεν πρέπει να γίνουν το ‘παιχνίδι’ των ύπουλων πολιτικών ελιγμών και της αυθαιρεσίας του Κρεμλίνου», τονίζει η Γερμανίδα υπουργός Εξωτερικών Αναλένα Μπέρμποκ.

Η Wall Street Journal αρνείται ότι ο ανταποκριτής της είναι κατάσκοπος και ζητά την άμεση απελευθέρωσή του, ενώ δεκάδες ειδησεογραφικοί οργανισμοί διεθνώς βρίσκονται στο πλευρό του Έβαν Γκερσκόβιτς, έχοντας στείλει κοινή επιστολή στον πρεσβευτή της Ρωσίας στις ΗΠΑ, στην οποία καταγγέλλουν τη σύλληψη του δημοσιογράφου λέγοντας ότι «η Ρωσία στέλνει το μήνυμα ότι η δημοσιογραφία εντός των συνόρων σας ποινικοποιείται και ότι οι ξένοι ανταποκριτές δεν απολαμβάνουν τα οφέλη του κράτους Δικαίου».

Η ρωσική εισβολή στο έδαφος της Ουκρανίας αύξησε δραματικά τους κινδύνους για τους δημοσιογράφους. Πολλά ανεξάρτητα ρωσικά ειδησεογραφικά μέσα έκλεισαν και Ρώσοι δημοσιογράφοι αναγκάστηκαν να καταφύγουν στο εξωτερικό. Δυτικά μέσα που διατηρούσαν επί δεκαετίες γραφεία στη Μόσχα απέσυραν τους ανταποκριτές τους, και ελάχιστοι Δυτικοί δημοσιογράφοι παραμένουν σήμερα στη χώρα.

«Με τη σύλληψη του ανταποκριτή της Wall Street Journal, Έβαν Γκερσκόβιτς, ο Ρώσος πρόεδρος, Βλαντιμίρ Πούτιν, και το κράτος που ελέγχει στέλνουν ένα πολύ σαφές μήνυμα στη διεθνή κοινότητα, και ειδικότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες: Η δημοσιογραφία στη Ρωσία είναι νεκρή και οι ξένοι ανταποκριτές δεν είναι ευπρόσδεκτοι» αναφέρει σε άρθρο του στην Washington Post ο Αμερικανός δημοσιογράφος Τζέισον Ρεζάιαν, ανταποκριτής στο Ιράν μεταξύ 2012 και 2016. Ο ίδιος πέρασε 544 στις φυλακές της Τεχεράνης πριν αποφυλακιστεί το 2016...