Πλ. Μονοκρούσος: Μία πρώτη αποτίμηση της συμφωνίας της 15ης Ιουνίου

Ο επικεφαλής οικονομολόγος της Eurobank, Δρ. Πλάτων Μονοκρούσος, εξηγεί γιατί το ελληνικό δημόσιο χρειάζεται κάτι πιο ουσιαστικό από τη συμφωνία της 15ης Ιουνίου και γιατί θεωρείται δύσκολη η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Ο Δρ. Μονοκρούσος εκτιμά ότι με βάση τα πλεονάσματα του 2% που συμφωνήθηκαν έως το 2060 οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της χώρας ως ποσοστό του ΑΕΠ θα ανέλθουν στο 26% στο βασικό σενάριο.

Σύμφωνα με τον ίδιο, το ζητούμενο είναι η γρήγορη μετάβαση σε ένα νέο υπόδειγμα οικονομικής μεγέθυνσης (μέσω σημαντικής τόνωσης των επενδύσεων και της εξαγωγικής επίδοσης της ελληνικής οικονομίας) που θα μπορούσε να εξασφαλίσει υψηλούς και βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης του εθνικού προϊόντος.

Συνέντευξη στον Κωνσταντίνο Μαριόλη

- Πως βλέπει τη συμφωνία ένας άνθρωπος που συνομιλεί διαρκώς με επενδυτές;

Συγκρινόμενη με το σενάριο μη συμφωνίας ή με αυτό που περίμεναν οι αγορές λίγες ημέρες πριν το Eurogroup της 15ης Ιουνίου, μπορεί κάποιος να πει ότι ήταν μία καλή εξέλιξη. Επιπρόσθετα, δεν αποτελεί έκπληξη ότι η συμφωνία που επιτεύχθηκε περιείχε κάποια «γλυκαντικά», έτσι ώστε να  είναι ευκολότερα διαχειρίσιμη από τις εμπλεκόμενες πλευρές. Όμως, δεν μπορεί κάποιος να ισχυριστεί ότι εξασφαλίσαμε αυτό που θα θέλαμε ή την καλύτερη δυνατή λύση. Απλά, ήταν μία λύση η οποία τηρουμένων των αναλογιών και λαμβάνοντας υπόψη το πολιτικό περιβάλλον στην ευρωζώνη (πχ. εκλογές στη Γερμανία το φθινόπωρο του 2017), απέτρεψε την παράταση της αβεβαιότητας για την πορεία των διαπραγματεύσεων. Και αυτό άλλωστε δείχνει και η αντίδραση των αγορών. Αν επιτυγχάναμε την καλύτερη δυνατή λύση, στη βάση της οποίας το ΔΝΤ θα έκρινε το χρέος βιώσιμο και θα συμμετείχε με χρηματοδότηση, θα ακολουθούσε πιθανότατα και η ΕΚΤ, με αποτέλεσμα να βλέπαμε περαιτέρω σημαντική αποκλιμάκωση στις αποδόσεις των ομολόγων, γεγονός που θα διευκόλυνε την έξοδο στις αγορές. Αυτό δεν έχει επιτευχθεί ακόμη. Έγιναν κάποια βήματα, χρειαζόμαστε όμως κάτι ακόμη πιο ουσιαστικό.

- Την ποσοτική χαλάρωση τη χάσαμε;

Προς το παρόν, φαίνεται μάλλον δύσκολη η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Επιπρόσθετα, σοβαρά ερωτηματικά εγείρονται για το ενδεχόμενο ένταξης της χώρας στο προαναφερθέν πρόγραμμα το φθινόπωρο του τρέχοντος έτους καθώς τότε αναμένεται να ξεκινήσει η τρίτη αξιολόγηση (τέλη Σεπτεμβρίου με μέσα Οκτωβρίου). Για χώρες που βρίσκονται σε πρόγραμμα, βάσει του κανονισμού του προγράμματος αγοράς ομολόγων, στη διάρκεια αξιολόγησης  δεν μπορεί η ΕΚΤ να αγοράζει ομόλογα, άρα πρέπει να κλείσει η τρίτη αξιολόγηση για να προχωρήσει στις όποιες τέτοιες αγορές. Το βασικό ερώτημα λοιπόν σχετίζεται με τη διάρκεια της επόμενης αξιολόγησης του υφιστάμενου προγράμματος, ειδικά στην περίπτωση που στο πλαίσιο αυτής θα πρέπει να αποφασιστούν διάφορες παράμετροι της μετά το πρόγραμμα εποχής. Για το απώτερο μέλλον, πολλά θα εξαρτηθούν από την πορεία εφαρμογής του προγράμματος.

- Συμφωνείτε με τη γαλλική πρόταση και τι ακριβώς είναι;

Δεν έχει πλήρως περιγραφεί ακόμη. Οι λεπτομέρειες αυτής της πρότασης θα αποφασιστούν μέχρι το τέλος του προγράμματος και γι'' αυτό το Eurogroup ανέθεσε στο Euroworking Group να εξετάσει μέχρι τότε αυτό τον μηχανισμό. Με απλά λόγια, πρόκειται για ένα μηχανισμό βάσει του οποίου όταν η ανάπτυξη της οικονομίας είναι χαμηλότερη από το «βασικό σενάριο» - το βασικό σενάριο προβλέπει μεσοπρόθεσμο ρυθμό της τάξης του 1,25% - τότε το ελληνικό δημόσιο θα πληρώνει λιγότερα για τόκους και χρεολύσια, ενώ όταν είναι υψηλότερη, θα επιταχύνονται οι πληρωμές. Είναι νομίζω θετικό που ενσωματώθηκε στη συμφωνία.

- Το μονοπάτι της λιτότητας είναι προσβάσιμο; Μιλάμε για πλεονάσματα 2% του ΑΕΠ για... δύο γενιές περίπου

Κοιτάξτε, το 2% μπορεί να φαντάζει (και είναι) υψηλό. Ωστόσο, Αποτελεί βελτίωση από το προηγούμενο καθεστώς, διότι η αρχική συμφωνία έγινε στη βάση επίτευξης πλεονασμάτων 3,5% για 10 χρόνια με την ολοκλήρωση του προγράμματος, δηλαδή έως το 2028. Στη συνέχεια ο στόχος δεν θα αναπροσαρμοζόταν άμεσα στο 2% αλλά θα συνέκλινε σταδιακά προς αυτό το επίπεδο (δηλ. στο 2% έως το 2037 και κατόπιν στο 1,5% από το 2040 και εντεύθεν). Συνολικά, το μονοπάτι του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα έχει αναπροσαρμοστεί καθοδικά, και αυτό, υποθέτοντας όλους τους άλλους παράγοντες σταθερούς, αποτελεί θετική εξέλιξη.

Στον αντίποδα, η προσαρμογή αυτή συνεπάγεται και σχετική αύξηση των προβλεπόμενων ετήσιων ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών της γενικής κυβέρνησης (gross funding needs) και, συνεπώς, αναγκαιότητα για ακόμη μεγαλύτερη ελάφρυνση χρέους μεσομακροπρόθεσμα σε σχέση με τις προγενέστερες εκτιμήσεις. Βάσει σχετικής μελέτης που δημοσίευσε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή τον Ιούνιο του 2016, χωρίς περαιτέρω ελάφρυνση χρέους η εν λόγω δαπάνη ως ποσοστό του ΑΕΠ προβλεπόταν ότι θα ανέλθει στο 23,5% περίπου το 2060. Κατόπιν της συμφωνίας της 15ης Ιουνίου (και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μου), ο ανωτέρω λόγος ανέρχεται πλέον στο 26% περίπου, βάσει του νέου βασικού μακροοικονομικού σεναρίου.

- Εφικτό για την οικονομία είναι όμως;

Αν ενσωματωθούν ρήτρες ανάπτυξης, αποσαφηνιστεί το μεσομακροπρόθεσμο πλαίσιο ελάφρυνσης χρέους (μετά την επιτυχή ολοκλήρωση του υφιστάμενου προγράμματος) και δοθούν σαφείς δεσμεύσεις από τους πιστωτές του επίσημου τομέα για τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους, τότε νομίζω πως θα μπορούσαμε να είμαστε αισιόδοξοι. Υπάρχουν παραδείγματα χωρών που στο παρελθόν κατάφεραν να διατηρήσουν τέτοιου είδους πρωτογενή πλεονάσματα για σειρά ετών - ακόμη και η Ελλάδα κατέγραψε μέσο ετήσιο πρωτογενές πλεόνασμα 2,1% την 5-ετία πριν την εισαγωγή του ευρώ. Το θέμα είναι ότι σε χώρες με χαμηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και υψηλή ανεργία η διατήρηση τέτοιου είδους πλεονασμάτων είναι δύσκολη υπόθεση.

Το ζητούμενο είναι λοιπόν η γρήγορη μετάβαση σε ένα νέο υπόδειγμα οικονομικής μεγέθυνσης (μέσω σημαντικής τόνωσης των επενδύσεων και της εξαγωγικής επίδοσης της ελληνικής οικονομίας) που θα μπορούσε να εξασφαλίσει υψηλούς και βιώσιμους ρυθμούς ανάπτυξης του εθνικού προϊόντος. Όσο για το χρέος, εκτιμώ ότι θα αλλάξουν πολλά πράγματα στο μέλλον. Δεν θα παραμείνουν τα ίδια «συστατικά» έως το 2060. Θα πρέπει να έχουμε κατά νου ότι ένα τόσο υψηλό χρέος δεν μπορεί να αποπληρωθεί εύκολα, άρα δεν αποκλείεται να γίνουν και άλλες διορθωτικές κινήσεις, ενδεχομένως στη βάση ενός νέου πλαισίου στην ευρωζώνη για την αντιμετώπιση του προβλήματος των υπερχρεωμένων χωρών. Το βασικό είναι να δοθεί μία λύση τα επόμενα 1-2 χρόνια, να υπάρχει ένα ξεκάθαρο μονοπάτι, να υπάρχει ένα πλαίσιο που να μπορεί η χώρα να λειτουργήσει.

- Το εξωτερικό περιβάλλον θα επηρεάσει τις εξελίξεις και πως;

Εκτιμώ ότι είναι πολύ πιθανό να δούμε αλλαγές στην Ευρωζώνη. Πολλοί από τους επενδυτές με τους οποίους συνομιλώ προσβλέπουν σε μια τέτοια εξέλιξη. Αφενός λόγω της εκλογής του Μακρόν στη Γαλλία αλλά και μετά το πέρας της προεκλογικής περιόδου στη Γερμανία, μπορεί (και πρέπει) να έχουμε σε βάθος χρόνου πρωτοβουλίες και μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση και την ολοκλήρωση της αρχιτεκτονικής της ΟΝΕ.