Του Κωνσταντίνου Λουκόπουλου*
Κανείς δεν αμφισβητεί ότι οι σχέσεις Δύσης - Ρωσίας βιώνουν την πιο βαθιά κρίση από το τέλος τους Ψυχρού Πολέμου. Μία κρίση που ξεκίνησε από πρόχειρα σχεδιασμένες δράσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης - ΝΑΤΟ στην Ουκρανία και πήρε τεράστιες διαστάσεις κυρίως λόγω της ρωσικής επιθετικής αντίδρασης, η οποία κατέληξε στην προσάρτηση της Κριμαίας και στη συνεχιζόμενη αστάθεια που έχουν προκαλέσει δυνάμεις ελεγχόμενες και κατευθυνόμενες από τη Μόσχα στο ανατολικό τμήμα της Ουκρανίας με κεντρική αναφορά στη μεγάλη πόλη της περιοχής Ντόνετσκ.
Με την ουκρανική κρίση και ότι ακολούθησε… με τον τρόπο που ακολούθησε, η Ρωσία θέτει ως στόχο να ανατρέψει τα τετελεσμένα, αλλά και να δείξει στη Δύση ποιος «κάνει κουμάντο» σε αυτόν τον χώρο που προσδιορίζεται από αυτήν ως Στρατηγικός της Ζωτικός Χώρος.
Η Δύση, βέβαια, δεν θα μπορούσε να αφήσει αναπάντητη την από πλευράς της Ρωσία βάναυση καταπάτηση των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και την ουσιαστική αλλαγή συνόρων και πολύ σωστά προχώρησε σε οικονομικές κυρώσεις και διακοπή κάθε μορφής στρατιωτικής συνεργασίας, ενώ και σε πολιτικό επίπεδο επιχειρήθηκε η απομόνωση της Ρωσίας. Σήμερα, δύο χρόνια μετά, και οι δύο πλευρές έχουν κατανοήσει ότι απαιτείται πολιτική συνεννόηση, καθόσον η αντιπαράθεση είναι πλέον αντιπαραγωγική και δημιουργεί ψυχροπολεμικό κλίμα.
Εδώ όμως και ένα χρόνο, σε κάθε προσπάθεια εξομάλυνσης τόσο σε επίπεδο ΝΑΤΟ, όσο και Ε.Ε. διαπιστώθηκε ότι υπάρχει σφοδρή αντίδραση από το μπλοκ των Βαλτικών Χωρών και με την Πολωνία μπροστάρη, ενώ ενίοτε έχουν και τη διακριτική υποστήριξη και άλλων χωρών που προέρχονται από το πρώην «ανατολικό μπλοκ», όπως η Τσεχία, η Σλοβακία και η Ουγγαρία. Κρίνεται σκόπιμο να επισημανθεί ότι η Πολωνία έπαιξε σημαντικό και μάλιστα υπόγειο ρόλο στα γεγονότα που οδήγησαν στην ανατροπή του Προέδρου Viktor Yanukovych τον Ιανουάριο 2014. Χώρες όπως η Γερμανία, η Ολλανδία, η Ιταλία, αλλά και η Ελλάδα έχουν διαμορφώσει βέβαια το δικό τους πλαίσιο σχέσεων και συνεργασίας με τη Ρωσία. Σε επίπεδο όμως Οργανισμών δεν έχει γίνει ακόμα κανένα ουσιαστικό βήμα.
Οι σχέσεις Δύσης - Ρωσίας θα πρέπει να βασισθούν σε ένα νέο αφήγημα, αλλά σε καμία περίπτωση σε ένα νέο… «διήγημα με δράκους» που αποκλειστικά θα καθησυχάζει τους φόβους και θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των χωρών που προαναφέρθηκαν. Βρισκόμαστε σε μία νέα εποχή και οι οποιεσδήποτε οδυνηρές εμπειρίες του παρελθόντος δεν μπορούν αποκλειστικά να καθορίζουν τις πολιτικές των οργανισμών στους οποίους ανήκουν.
Οι χώρες αυτές ως μέλη του ΝΑΤΟ είναι απόλυτα καλυμμένες και εξασφαλισμένες σε ό,τι αφορά στην ασφάλεια τους απέναντι στη Ρωσία (η αναγωγή στα ελληνοτουρκικά από οποιονδήποτε θα ήταν άστοχη καθόσον και οι δύο χώρες είναι μέλη του ΝΑΤΟ). Ο Putin ουδέποτε θα διακινδύνευε μία ένοπλη ρήξη με το ΝΑΤΟ και την ενεργοποίηση του γνωστού άρθρου 5 του Βορειοατλαντικού Συμφώνου, σύμφωνα με το οποίο επίθεση εναντίον ενός μέλους εκλαμβάνεται ως επίθεση εναντίον όλων (ρήτρα συλλογικής ασφάλειας). Την τελευταία μάλιστα διετία έχουν ληφθεί πολλά μέτρα, έχουν αναπτυχθεί υποδομές (έχει δαπανηθεί πάρα πολύ… χρήμα) και έχει ενισχυθεί η στρατιωτική παρουσία της Συμμαχίας στις χώρες. Σε κάποιες περιπτώσεις, δηλώσεις των ηγετών των χωρών αυτών χαρακτηρίζονται από αλαζονεία και αμετροέπεια, ενώ, όπως πληροφορούμαστε, στην έδρα του ΝΑΤΟ στις Βρυξέλλες, τόσο σε πολιτικό, όσο και σε στρατιωτικό επίπεδο, δημιουργούν λόμπι για να προκαταβάλλουν σχετικές αποφάσεις.
Ας διδαχθούμε λοιπόν από την Ιστορία και ας κατανοήσουμε ότι η αποκλιμάκωση της έντασης και η αναζήτηση πολιτικής συνεννόησης ωφελεί και τις δύο πλευρές αλλά και την παγκόσμια ασφάλεια γενικότερα. Είναι επιτακτική ανάγκη να αποκατασταθούν όλοι οι δίαυλοι επικοινωνίας μεταξύ ΝΑΤΟ/Ε.Ε. και Ρωσίας.
Σε ό,τι αφορά στη Χώρα μας, στη χώρα που δημιουργήθηκε «το μέτρο», δεν έχουμε… μέτρο και κινούμαστε μεταξύ… ρωσολαγνείας από τη μία μεριά του εκκρεμούς και υπερνατοϊκότητας από την άλλη! Και στο θέμα που διεξέρχεται το παρόν άρθρο απαιτείται νηφάλια, ρεαλιστική και ισορροπημένη προσέγγιση που και τα εθνικά μας συμφέροντα να εξυπηρετούμε, αλλά και τις διεθνείς υποχρεώσεις που έχουμε στο ΝΑΤΟ και στην Ε.Ε. Ας σκεφτούμε πολύ απλά ότι η οποιαδήποτε όξυνση των σχέσεων ΝΑΤΟ/Ε.Ε. και Ρωσίας οδηγεί αναγκαστικά στην αναβάθμιση της στρατηγικής αξίας της Τουρκίας και αυτό εκτιμάται ότι έχει αρνητικές συνέπειες για την Ελλάδα, ενώ μπορεί να οδηγήσει ανεπιθύμητες περίπλοκες καταστάσεις και στα Βαλκάνια.
* Ο Αντιστράτηγος ε.α. Κωνσταντίνος Λουκόπουλος είναι Συντονιστής-Υπεύθυνος για τα θέματα Άμυνας και Διπλωματίας στο liberal.gr. Είναι απόφοιτος της ΣΕΘΑ και έχει περατώσει Στρατηγικές Σπουδές Ασφαλείας. Διατέλεσε Εκπρόσωπος Τύπου του Α/ΓΕΕΘΑ, Διευθυντής Διεθνών Σχέσεων στο ΥΕΘΑ/ΓΓΟΣΑΕ, και υπηρέτησε σε διοικητικές και επιτελικές θέσεις στην Ελλάδα και στο ΝΑΤΟ.