Η κα. Θάνου και η αποκομματικοποίηση της δημόσιας διοίκησης

Του Λεωνίδα Χριστόπουλου*

30 Αυγούστου 2017. Ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στη μεγάλη κυβερνητική φιέστα στο Μουσείο Μπενάκη για την εθνική στρατηγική των ετών 2017-2019 για τη διοικητική μεταρρύθμιση αναφέρει χαρακτηριστικά: “κυρίαρχος στόχος είναι η αποκομματικοποίηση, … της Δημόσιας Διοίκησης. ”

31 Μαρτίου 2018. Ο Αλέξης Τσίπρας μιλώντας στο Περιφερειακό Συνέδριο για την Παραγωγική Ανασυγκρότηση της Ανατολικής Αττικής στο Λαύριο δηλώνει: “Η αποκομματικοποίηση της δημόσιας διοίκησης είναι ένα μεγάλο στοίχημα. Μια ευκαιρία που δεν πρέπει να χαθεί.”

13.12.2018. Ο Αλέξης Τσίπρας, προτείνει την κα. Βασιλική Θάνου, νομική σύμβουλο στο γραφείο του, ως Πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισμού. Μια εβδομάδα μετά, η Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής, με τις ψήφους και της Χρυσής Αυγής, επικυρώνει την εισήγηση του Πρωθυπουργού και τη διορίζει ως Πρόεδρο.

30.1.2019. Ο Κώστας Γαβρόγλου προτείνει τον σύμβουλο του κο. Κυπριανό ως Πρόεδρο της Ανεξάρτητης Αρχής Διασφάλισης και Πιστοποίησης της Ποιότητας στην Ανώτατη Εκπαίδευση (ΑΔΙΠ) στην αρμόδια Επιτροπή της Βουλής.
Το κείμενο θα μπορούσε να σταματά σε αυτό ακριβώς το σημείο καθώς από τα παραπάνω γίνεται φανερή η κυβερνητική υποκρισία μεταξύ ρητορικής και πράξης.

Η βασική φιλοσοφία της δήθεν μεταρρύθμισης που ευαγγελίστηκε ο ΣΥΡΙΖΑ στη δημόσια διοίκηση υπήρξε εξαρχής η αποκομματικοποίηση της. Με άλλα λόγια, η τοποθέτηση με κλειστή θητεία μόνιμων γενικών γραμματέων μέσα από μια διαδικασία επιλογής. Αυτή η πρακτική, θεωρητικά θα διασφάλιζε τη συνέχεια του Κράτους, μέσα από τη μετατροπή του πολιτικού επιπέδου σε διοικητικό.

Αν λοιπόν, αυτή ήταν η φιλοδοξία για τα Υπουργεία και τους εποπτευόμενους φορείς του Δημοσίου, τότε πως είναι δυνατόν στους κατ' εξοχήν αποκομματικοποιημένους φορείς της δημόσιας διοίκησης να τοποθετούνται κομματικά επιλεγμένοι μετακλητοί σύμβουλοι όπως ο κος. Κυπριανός και η κα. Θάνου;

Ενδεχομένως, στο ΣΥΡΙΖΑ να πιστεύουν πως οι μετακλητοί σύμβουλοι δεν είναι κομματικά πρόσωπα. Πράγματι, το επιχείρημα αυτό επικαλείται η κα. Θάνου επανειλημμένως. Για παράδειγμα, κατά την ακρόαση της στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας είπε πως: “η θέση του προϊσταμένου νομικού συμβούλου του πρωθυπουργού ασφαλώς δεν είναι θέση πολιτική και δεν είναι θέση κομματική.” Ενώ στην πρόσφατη ανακοίνωση της την χαρακτήρισε ως “θεσμική” και άρα όχι κομματική.

Αυτό βέβαια είναι ένα αστείο επιχείρημα. Αν κάποιος ανατρέξει στο άρθρο 33 του προεδρικού διατάγματος 63/2005 για την κυβέρνηση και τα κυβερνητικά όργανα θα διαβάσει πως: “η πλήρωση των θέσεων του συγκεκριμένου προσωπικού, (καθώς και η απόλυση του), γίνεται, κατά παρέκκλιση από κάθε άλλη διάταξη, … με απόφαση του Πρωθυπουργού.”

Αυτό σημαίνει ένα και μόνο πράγμα: ο νομικός σύμβουλος του Πρωθυπουργού είναι μετακλητός. Και ως μετακλητός, όπως εξάλλου έχουν ομολογήσει όλοι οι υπουργοί διοικητικής ανασυγκρότησης και πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί πολιτικό προσωπικό το οποίο επιλέγεται με κριτήρια κομματικά και πρέπει να χαίρει της εμπιστοσύνης του πολιτικού προϊσταμένου και προφανώς.

Το δεύτερο που ενδεχομένως να πιστεύουν στην Κουμουνδούρου είναι πως οι Ανεξάρτητες Αρχές δεν αποτελούν κομμάτι της δημόσιας διοίκησης και άρα αντιθέτως από την υπόλοιπη δημόσια διοίκηση δεν υπάρχει υποχρέωση αποκομματικοποίησης τους.

Πράγματι, αν ανατρέξουμε στο 2014, θα βρούμε άρθρο στην Αυγή, με τίτλο “Η Αριστερά και οι Ανεξάρτητες Αρχές,” από το τότε στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ κο. Αλέξη Μητρόπουλο, ο οποίoς έγραφε: “Οι Ανεξάρτητες Αρχές … είναι σύμφυτες με τη σκόπιμη απίσχνανση του κράτους και των λειτουργιών του, προσαρμοζόμενες και στη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία της διαρκούς απομείωσης του κράτους …δημιούργησαν πολλαπλά by-pass στο κρατικό μόρφωμα...”

Το παραπάνω μεταφράζεται ως εξής: το πρόβλημα με τις ανεξάρτητες αρχές, σύμφωνα με την αριστερή λογική, είναι πως κάνουν by-pass στο “κανονικό” κράτος, η “κανονικότητα” του οποίου έγκειται στο ότι ελέγχεται από την εκάστοτε εκλεγμένη Κυβέρνηση. Συνεπώς, το πρόβλημα μπορεί να λυθεί εάν υπαχθούν στον κυβερνητικό έλεγχο που υπάγεται και η “φυσιολογική” δημόσια διοίκηση. Κάτι που βέβαια αποδεικνύεται από τις επιλογές της κας. Θάνου και του κου. Κυπριανού.

Εδώ όμως υπάρχει και η εγγενής αντίφαση: αν το ευκταίο για τις ανεξάρτητες αρχές είναι η ένταξη τους στην “κανονικότητα” του Κράτους και στον κυβερνητικό έλεγχο, τότε πως μπορεί παράλληλα να ισχύει ο ισχυρισμός πως το κανονικό Κράτος θα πρέπει να απεξαρτηθεί από τον έλεγχο αυτό;

Το συμπέρασμα είναι απλό: τον ΣΥΡΙΖΑ δεν τον νοιάζει η αποκομματικοποίηση του κράτους. Χρησιμοποιεί αυτή τη ρητορική μόνο και μόνο και να ρίξει στάχτη στα μάτια του κόσμου και να προβεί σε μια άγρια κομματικοποίηση όλου του κρατικού μηχανισμού-ανεξάρτητου ή μη. Η έννοια της αποκομματικοποίησης δεν είναι μόνο νομική.

Είναι πρωτίστως μια πολιτική και ηθική στάση απέναντι στους Θεσμούς, η οποία πρέπει να είναι αντιληπτή ανά πάσα στιγμή από τους πολίτες. Μόνο όταν αυτό συμβεί μπορεί να ανακτηθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών. Όταν λοιπόν η βασική ρητορική του Πρωθυπουργού είναι πως θα αποκομματικοποιήσει το κράτος αλλά στην πραγματικότητα κάνει ότι περνάει από το χέρι του για να αμαυρώσει τους θεσμούς στη συνείδηση του κόσμου, δεν είναι απλά ένας υποκριτής πολιτικός, είναι ένας επικίνδυνος πολιτικός.

* Ο κ. Λεωνίδας Χριστόπουλος είναι Εμπειρογνώμονας σε θέματα Κράτους-Δημόσιας Διοίκησης και σύμβουλος του Προέδρου της ΝΔ