Συγνώμη από την Α. Μέρκελ για την υπόθεση Μάασεν

Συγνώμη από την Α. Μέρκελ για την υπόθεση Μάασεν

«Ήμασταν υπερβολικά απασχολημένοι με τον εαυτό μας. Αυτό πρέπει να αλλάξει», δήλωσε πριν από λίγο η Καγκελάριος ''Ανγκελα Μέρκελ, απολογούμενη ουσιαστικά για τους χειρισμούς του κυβερνητικού συνασπισμού στο θέμα σχετικά με τον πρώην επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Υπηρεσίας Προστασίας του Συντάγματος Χανς-Γκέοργκ Μάασεν.

Σε δήλωσή της από τα κεντρικά γραφεία του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU), η κυρία Μέρκελ παραδέχθηκε ότι έγιναν σφάλματα και εξέφρασε την λύπη της, επειδή, όπως είπε, το αποτέλεσμα της πρώτης συνεδρίασης των αρχηγών των κομμάτων της συγκυβέρνησης την περασμένη Τρίτη «δεν κατάφερε να πείσει».

Η Καγκελάριος δήλωσε ακόμη ότι λυπάται για το γεγονός ότι η ίδια ασχολήθηκε περισσότερο με το πώς δεν θα διαταραχθεί η αποτελεσματική λειτουργία του υπουργείου Εσωτερικών και λιγότερο με το «τι είναι αυτό που δικαίως συγκινεί τους πολίτες». Για αυτό «λυπάμαι πολύ», είπε χαρακτηριστικά.

Το νέο αποτέλεσμα (σ.σ. αναφέρεται στην χθεσινοβραδινή απόφαση των τριών αρχηγών να γίνει ο κ. Μάασεν ειδικός σύμβουλος στο υπουργείο Εσωτερικών) είναι «σωστό επί της ουσίας και μπορούμε να το περάσουμε», συνέχισε η ''Αγγελα Μέρκελ και υποσχέθηκε ότι η κυβέρνηση θα αλλάξει τον τρόπο εργασίας της και θα εστιάσει στην ουσία, ξεκινώντας από το θέμα της πετρελαιοκίνησης.

«Η κυβέρνηση πρέπει στη σημερινή απαιτητική εποχή να ασχοληθεί περισσότερο με τα προβλήματα και τις ανησυχίες των πολλών», τόνισε και εξέφρασε την εκτίμηση ότι θα πρέπει μελλοντικά να πραγματοποιούνται τακτικές συνεδριάσεις των τριών κομμάτων που συμμετέχουν στην κυβέρνηση.

Υπενθυμίζεται ότι η Μέρκελ και η κυβέρνησή της δέχθηκαν σφοδρές επικρίσεις μετά την απόφαση να αποπέμψουν τον επικεφαλής της υπηρεσίας εσωτερικής ασφάλειας Χανς-Γκέοργκ Μάασεν για τις σχέσεις του με την ακροδεξιά, αναβαθμίζοντάς τον όμως σε υφυπουργό Εσωτερικών.

Με αυτή την αναβάθμιση-τιμωρία του Μάασεν, η Μέρκελ και οι σύμμαχοί της, οι Χριστιανοκοινωνιστές (CSU) και οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), ήλπιζαν να κλείσουν ένα θέμα που προκάλεσε νέα κρίση στην κυβέρνηση.