Λαϊκισμός και ακροδεξιά στην Ευρώπη δεν αντιμετωπίζονται με κυρώσεις

Λαϊκισμός και ακροδεξιά στην Ευρώπη δεν αντιμετωπίζονται με κυρώσεις

Του Γιώργου Παυλόπουλου

Όπως αναμενόταν, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε την ενεργοποίηση της διαδικασίας επιβολής κυρώσεων κατά της Ουγγαρίας, για συστηματική παραβίαση των αρχών της Ε.Ε. Το σύνολο σχεδόν των πολιτικών ομάδων του λεγόμενου «δημοκρατικού τόξου» τελικά ξεπέρασαν τις όποιες αναστολές τους και ψήφισαν υπέρ, παρά τις... συμπάθειες που τρέφουν αρκετά από τα μέλη τους (κυρίως από τις τάξεις του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος) για τον Βίκτορ Όρμπαν και κυρίως για τις ξενοφοβικές και εθνικιστικές θέσεις που εκφράζει.

Βεβαίως, η κίνηση αυτή έχει κυρίως συμβολικό χαρακτήρα και οι συνέπειες για την κυβέρνηση της Βουδαπέστης θα είναι, τελικώς, ήσσονος σημασίας. Η αιτία είναι ότι η τελική απόφαση θα ληφθεί από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, όπου για την ενεργοποίηση του άρθρου 7 -που οδηγεί ακόμη και σε ποινή αφαίρεσης της ψήφου ενός κράτους-μέλους- απαιτείται ομοφωνία. Κι αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολο, αν όχι απίθανο να επιτευχθεί, μιας και τουλάχιστον μία χώρα, η Πολωνία, έχει διαμηνύσει πως θα ασκήσει βέτο, ανταποδίδοντας στην Ουγγαρία τη δική της στάση όταν είχε βρεθεί, μόλις πριν μερικούς μήνες, στην ίδια ακριβώς θέση και αντιμετωπίζοντας αντίστοιχη κατηγορία (χωρίς να αποκλείεται ανάλογη στάση να τηρήσουν όλα τα μέλη της λεγόμενης «ομάδας του Βίσεγκραντ»).

Το παράδοξο

Η ουσία είναι ότι σε αυτήν ακριβώς τη διαδικασία, ανάμεσα σε πολλές άλλες, αποτυπώνεται το δημοκρατικό έλλειμμα που χαρακτηρίζει το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Διότι όσα λόγια υπέρ της δημοκρατίας και της κυριαρχίας των πολιτών και να ακουστούν, κανείς δεν πρόκειται να πειστεί όταν ο πιο δημοκρατικός από τους τρεις πυλώνες της Ε.Ε., το εκλεγμένο από τους λαούς κοινοβούλιό της, έχει τον τελευταίο λόγο στις σημαντικές αποφάσεις που καθορίζουν το μέλλον της Ευρώπης. Όταν απόλυτο κουμάντο κάνουν οι επικεφαλής των κρατών και των κυβερνήσεων, κυρίως πίσω από κλειστές πόρτες και με αδιαφανή παζάρια κορυφών.

Πρέπει να σημειώσουμε, επίσης, ότι εδώ υπάρχει ένα μεγάλο παράδοξο. Διότι τόσο ο Όρμπαν όσο και άλλοι ηγέτες που εμφανίζονται να κραδαίνουν τη σημαία του ευρωσκεπτικισμού και κατηγορούν τους θεσμούς των Βρυξελλών ότι δεν σέβονται τα κράτη-μέλη και προσπαθούν να τα καπελώσουν, δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να εκμεταλλεύονται το προαναφερθέν έλλειμμα δημοκρατίας για να γλιτώσουν από τις κυρώσεις και τις υπόλοιπες συνέπειες. Αλλά και από την άλλη πλευρά, το λεγόμενο «διευθυντήριο» των ισχυρών της ΕΕ και των παλαιότερων μελών της, πράττουν ακριβώς το αντίθετο: Αντί, δηλαδή, να φροντίσουν ώστε να ενισχύσουν τον ρόλο της Ευρωβουλής και να τον καταστήσουν αποφασιστικό -κάτι που, στη συγκεκριμένη στιγμή, θα διευκόλυνε τον... σωφρονισμό του Όρμπαν- εμμένουν να διατηρούν τα κέντρα λήψης αποφάσεων ένα κλειστό κλαμπ κορυφών.

Για να το κάνουν δε, προφανώς υπάρχει κάτι που φοβούνται και μάλιστα πάρα πολύ. Φοβούνται, για παράδειγμα, ότι εάν οι απευθείας εκλεγμένοι από τους λαούς της Ευρώπης βουλευτές είχαν τον αποφασιστικό λόγο, τότε πολλά θα ήταν διαφορετικά μετά την κρίση που ξέσπασε το 2008, μετά την κατάρρευση της Lehman Brothers. Πολλοί από τους νυν κυβερνώντες θα είχαν κληθεί να πληρώσουν το πολιτικό κόστος των αποφάσεών τους, οι οποίες είναι προφανές ότι δεν βρίσκουν σύμφωνους εκατομμύρια πολίτες -πιθανότατα δε την πλειοψηφία τους- έστω κι αν οι αιτίες είναι διαφορετικές για κάθε χώρα.

Η στροφή

Ακριβώς όμως επειδή αυτό δεν συμβαίνει, ολοένα περισσότεροι στρέφονται προς τα λεγόμενα «ευρωσκεπτικιστικά» κόμματα, τα οποία δυστυχώς (λόγω και της παρατεταμένης... αφωνίας της Αριστεράς), προέρχονται από την φανατικά εθνικιστική και ακροδεξιά πτέρυγα. Φορώντας δε την «φανέλα» του αντισυστημικού, καταφέρνουν να «ψαρεύουν» στα θολά νερά της σύγχυσης και του σοκ που έχει αφήσει πίσω της η κρίση, μετατρέποντας μεγάλα τμήματα των κοινωνιών κυριολεκτικά σε καμμένη γη.

Με άλλα λόγια: Οι κάθε λογής Όρμπαν και Σαλβίνι της Ευρώπης, όλα τα εθνικιστικά και ακροδεξιά αποβράσματα, δεν αποτελούν κεραυνούς εν αιθρία. Είναι «παιδιά» της εποχής μας, της κρίσης, της δυσφορίας για την αντιμετώπισή της, των ελλειμμάτων στο εγχείρημα της «ενωμένης Ευρώπης» και πολλών άλλων στοιχείων. Και γι'' αυτό, είναι αδύνατο να αντιμετωπιστούν με καταστολή -αντιθέτως, αυτή θα τους πεισμώσει, θα τους εμφανίσει ως διωκόμενους και θα αυξήσει τη δύναμή τους πιο πολύ κι από ό,τι προβλέπουν οι δημοσκοπήσεις (η τελευταία του Reuters έκανε λόγο για ενίσχυση κατά 60% στις ευρωεκλογές του ερχόμενου Μαΐου και σχεδόν 120 βουλευτές σε σύνολο 705).

Η λύση

Η λύση είναι μία και μοναδική: Να αποδείξουν η ΕΕ και οι κυρίαρχες -σήμερα- χώρες και πολιτικές δυνάμεις της ότι είναι σε θέση και έχουν την πρόθεση να προσφέρουν ένα πειστικό όραμα στους λαούς και να τους οδηγήσουν σε πιο ήρεμα νερά και καλύτερες ημέρες. Είναι το Βερολίνο, η κυβέρνησή του και όσοι την στηρίζουν και την ψηφίζουν διατεθειμένοι να εκχωρήσουν λίγα από τα προνόμια και την ισχύ τους; Είναι οι Βρυξέλλες διατεθειμένες να ρίξουν περισσότερο φως στους σκοτεινούς τους διαδρόμους και να ανοίξουν τις πόρτες ώστε να έχουν πρόσβαση οι Ευρωπαίοι πολίτες; Είναι οι έχοντες και κατέχοντες έτοιμοι να μοιραστούν κάτι τις με τους πληβείους; Έχουν οι ειδικοί, της ΕΚΤ συμπεριλαμβανομένης, σχέδιο για να αντιμετωπίσουν την επόμενη κρίση, που όπως όλα δείχνουν θα έρθει σύντομα, χωρίς ένα νέο «τσουνάμι» λιτότητας;

Μπορούν, άραγε; Αν ναι, οι Όρμπαν θα ξεγυμνωθούν γρήγορα και δεν θα μακροημερεύσουν. Αν όχι, η στροφή προς τον σκοταδισμό και ο κίνδυνος νέων εθνικιστικών συγκρούσεων θα αυξάνει διαρκώς.