Εμφύλιος Κονγκό: Έγκλημα πολέμου ο βιασμός

Εμφύλιος Κονγκό: Έγκλημα πολέμου ο βιασμός

Της Κατερίνας Οικονομάκου

Στις 8 Ιουλίου, σε μια αίθουσα του Ποινικού Δικαστηρίου της Χάγης, τρεις δικαστές αποφάσιζαν ομόφωνα ότι ο Μπόσκο Νταγκάντα είναι ένοχος για 13 εγκλήματα πολέμου και 5 εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ο Νταγκάντα, ο οποίος υπήρξε αρχηγός παραστρατιωτικής οργάνωσης που έδρασε κυρίως στο ανατολικό Κονγκό, είναι από τα πρόσωπα που πρωτοστάτησαν στον φοβερό εμφύλιο που βύθισε τη χώρα του στο αίμα, την περίοδο 2002-2003. Οι δικαστές στη Χάγη είχαν τη δυνατότητα να μελετήσουν όλες τις αποδείξεις για τη δράση του: τις μαρτυρίες για τις δολοφονίες, για την άγρια σεξουαλική βία, τον εκτοπισμό αμάχων και την επιστράτευση ακόμη και επτάχρονων αγοριών.

Στην πρόσωπο του Κονγκολέζου διοικητή, το Δικαστήριο της Χάγης καταδικάζει για πρώτη φορά κάποιον αναγνωρίζοντας ότι οι σεξουαλικές επιθέσεις, τις οποίες διέπραξε ο ίδιος αλλά και οι άνδρες που τελούσαν υπό τις διαταγές του, αποτελούν έγκλημα πολέμου. Κι αυτό από μόνο του συνιστά ένα τεράστιας σπουδαιότητας διεθνές προηγούμενο.

Ο Μπόσκο Νταγκάντα είναι μόνο ένας από τους χιλιάδες που κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών συνέβαλαν ώστε η πατρίδα του να αποκτήσει τον καθόλου επίζηλο τίτλο της «παγκόσμιας πρωτεύουσας των βιασμών». Αυτός είναι ο χαρακτηρισμός που χρόνια τώρα συνοδεύει σχεδόν κάθε αναφορά στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, στα διεθνή μέσα ενημέρωσης. Και είναι έτσι: και το 2019 παραμένει στην κορυφή της λίστας με τις χώρες που παρουσιάζουν τα περισσότερα κρούσματα σεξουαλικής βίας.

Ο δεύτερος πόλεμος του Κονγκό τελείωσε το 2003. Αλλά οι συγκρούσεις για τον έλεγχο της γης και του ορυκτού πλούτου συνεχίζονται. Μέρος της εξήγησης βρίσκεται στον τεράστιο ορυκτό πλούτο του, που σύμφωνα με εκτιμήσεις τοποθετείται στα 24 τρισεκατομμύρια δολάρια. Σε αυτές τις συνθήκες, η σεξουαλική βία χρησιμοποιείται για να εξουθενώσει και να ταπεινώσει, όχι μόνο πρόσωπα, αλλά ολόκληρες κοινότητες. Τα πρώτα θύματα, και τα συντριπτικά περισσότερα, είναι γυναίκες. Ακόμη και σήμερα, υπολογίζεται ότι πάνω από το 50% του γυναικείου πληθυσμού της χώρας έχει υποστεί κάποιου είδους φυσική βία.

Το Κίνημα των Επιζώντων

«Με απήγαγαν οι αντάρτες, ενώ προσπαθούσα να διαφύγω. Με βίασαν δεκαεπτά άντρες» θυμάται η 46χρονη Μανιούμπα. Η γυναίκα τους είχε μετρήσει, έναν προς έναν. Η Μανιούμπα αφηγείται πως την υποχρέωσαν στη συνέχεια να ζήσει με έναν από αυτούς, ως σεξουαλική σκλάβα και υπηρέτρια. Τρεις μήνες κράτησε ο εγκλεισμός της. Μια μέρα, την ώρα που πήγαινε στο ποτάμι για να φέρει νερό, χρησιμοποίησε την ευκαιρία για να το βάλει στα πόδια. Η Μανιούμπα δοκίμασε να βρει την οικογένειά της, που είχε κρυφτεί στο δάσος. Δεν τα κατάφερε. Καιρό αργότερα θα μάθαινε ότι ο άνδρας της και τρία από τα παιδιά της είχαν δολοφονηθεί.

Η 46χρονη γυναίκα είναι μέλος του Κινήματος των Επιζώντων του Κονγκό. Η οργάνωση ιδρύθηκε το 2017, με στόχο να φέρει κοντά τα θύματα της σεξουαλικής βίας, για να τους δώσει την ευκαιρία και την αυτοπεποίθηση να απευθυνθούν στους συμπατριώτες τους. Διότι, ακόμη και σήμερα, τα θύματα είναι υποχρεωμένα να ζουν με το στίγμα και την ντροπή, ενώ οι θύτες παραμένουν ατιμώρητοι. Ανάμεσα στα 2.000 μέλη της οργάνωσης υπάρχουν και 60 άνδρες.

Η Μόμπο, χήρα κι αυτή με επτά παιδιά, είναι άλλη μια γυναίκα που εξαναγκάστηκε να υπηρετεί τους απαγωγείς της. «Δεν περνάει μέρα που να μην πάει ο νους μου σε όσα έζησα» λέει και περιγράφει το μαρτύριό της: Επί δυο εικοσιτετράωρα ήταν δεμένη γυμνή πάνω στον κορμό ενός δέντρου. Οι βασανιστές της εναλλάσσονταν, καθώς την έσπαγαν στο ξύλο και τη βίαζαν. Όταν κατάφερε να βγει ζωντανή, η οικογένεια του νεκρού άνδρα της την έδιωξε. Στα μάτια τους, η Μόμπο ήταν μια ντροπιασμένη γυναίκα. Με έναν τρόπο, την κατηγορούσαν για τον ίδιο το βασανισμό της.

Το κοινωνικό στίγμα βαθαίνει τις ουλές

«Οι συνέπειες της σεξουαλικής βίας αφήνουν βαθιές ουλές, όχι μόνο στα σώματα, αλλά και στις ψυχές των επιζώντων», έχει πει ο δρ Ντένις Μουκουέγκε, ο Κονγκολέζος γυναικολόγος που μοιράστηκε το Νόμπελ Ειρήνης 2018 με τη Νάντια Μουράντ. «Και δυστυχώς, αυτές οι ουλές γίνονται ακόμη πιο βαθιές εξαιτίας του κοινωνικού στίγματος». Γνωστός ως «ο γιατρός θαύμα», ο Μουκουέγκε περιθάλπει εδώ και δεκαετίες στην κλινική του χιλιάδες συμπατριώτισσές του που έχουν πέσει θύματα σεξουαλικής κακοποίησης. «Ακόμη και οι ίδιοι οι σύζυγοί τους απορρίπτουν και διώχνουν πολύ συχνά τις γυναίκες που έχουν πέσει θύματα βιασμού», παρατηρεί η Εστερ Ντίγκεμανς, διευθύντρια του Ιδρύματος «Μουκουέγκε». Αλλά και οι ίδιοι αυτοί άντρες, συνεχίζει, είναι με άλλον τρόπο θύματα: Πολλές φορές έχουν υποστεί βαριά ψυχολογική κακοποίηση, καθώς εξαναγκάστηκαν να παρακολουθούν τον βιασμό της γυναίκας τους, ανίκανοι να τον εμποδίσουν.

Αυτό συνέβη στον άνδρα της Μασόζι, ο οποίος ύστερα από αυτό δεν άντεξε να συνεχίσει να ζει μαζί της. Την εγκατέλειψε μετά τον βιασμό της, αφήνοντάς την μόνη με τα τρία παιδιά τους. Η οικογένειά του δεν θέλει ούτε να την ξέρει. «Οι συγγενείς του άνδρα μου πιστεύουν ότι είμαι η κατάρα της οικογένειας» λέει η γυναίκα. Η Μασόζι είναι ανάμεσα στις ασθενείς του Ντένις Μουκουέγκε. Οπως οι χιλιάδες συμπατριώτισσές της που μοιράζονται την εμπειρία της σεξουαλικής βίας, η 40χρονη γυναίκα έχει χρόνια προβλήματα υγείας.

Στο Κονγκό η σεξουαλική βία είναι τυφλή

Το 30% των ασθενών που καταφεύγουν στην κλινική του δρος Μουκουέγκε είναι κάτω των 18 ετών. Ο «γιατρός θαύμα» λέει ότι μαζί με τους συναδέλφους του έχει χρειαστεί να φροντίσουν ακόμη και μωρά έξι μηνών. Και τα σημάδια της βίας περνούν στις επόμενες γενιές, όπως λέει: «Κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι οι ασθενείς που έρχονταν στην κλινική με συμπτώματα τα οποία παραπέμπουν σε επιπλοκές που συνδέονται με σεξουαλική κακοποίηση, ήταν παιδιά επιζώντων που είχα φροντίσει χρόνια νωρίτερα. «Τώρα αρχίζουμε να βλέπουμε τα εγγόνια των πρώτων επιζώντων» συνεχίζει.

«Στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό, η σεξουαλική βία είναι τυφλή. Αλλά είναι και συστηματική. Αγγίζει και επηρεάζει κάθε γενιά. Ανεξάρτητα από ηλικία, οικονομική κατάσταση, κοινωνικό στάτους, θρησκεία ή οποιονδήποτε άλλο παράγοντα» εξηγεί ο δρ Μουκουέγκε. «Αυτό πρέπει να σταματήσει. Πρέπει να βρούμε τρόπο να ελευθερώσουμε την επόμενη γενιά από τον κύκλο της σεξουαλικής βίας».

Όπως αποδεικνύει η πραγματικότητα, πάντως, η αλυσίδα της σεξουαλικής κακοποίησης δεν σπάει απαραιτήτως με την υπογραφή μιας συνθήκης ειρήνης και το τέλος του πολέμου. Τουλάχιστον αυτό ισχύει στην περίπτωση του Κονγκό. Η κληρονομιά που έχει αφήσει είναι τόσο βαριά, που έχει διαμορφώσει την κοινωνία. Οι θύτες δεν φορούν πια απαραιτήτως στρατιωτικά ρούχα. Με τα λόγια αυτού του σπουδαίου γιατρού, ο οποίος έχει δει περισσότερα από οποιονδήποτε άλλο, «όταν μια χώρα έχει ζήσει τόσα χρόνια σε συνθήκες πολέμου, το τέλος του δεν γίνεται γρήγορα αισθητό παντού. Το πεδίο της μάχης μετατοπίζεται στο εσωτερικό των κοινοτήτων, στα σπίτια και τα σώματα των ανθρώπων».

 

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στον Φιλελεύθερο την Τρίτη 13 Αυγούστου.